“Οικονομική Κρίση & Ελλάδα”: Έκδοση της Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας

Posted on 8 Ιουνίου, 2011 12:32 μμ από

1


ΜΕΡΟΣ Ι

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΕΙΣ ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ

Πέραν της χρηματιστικοποίησης: Ben Fine  

Η χρηματοοικονομική ιδιαιτερότητα της Ελλάδας: Πώς η θεωρία των χρηματοοικονομικών κρίσεων αποτελεί κακό οδηγό για τις χρηματοοικονομικές κρίσεις και γιατί η πολιτική οικονομία μπορεί να το καταφέρει καλύτερα: Jan Toporowski

Μια μαρξιστική ανάλυση της κρίσης: Richard Wolff

Η διεθνής οικονομική κρίση: Οι ΗΠΑ και οι διεθνείς ανταγωνιστές τους: Δημήτρης Β. Παπαδημητρίου

Η οικονομική κρίση: Αίτια και ανίχνευση των προοπτικών: Βασίλης Δρουκόπουλος

Η πολιτική του ΔΝΤ πριν και μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση: Γιάννης Μαραγκός

Η οικονομική κρίση και η κρίση της οικονομικής θεωρίας: Δημήτρης Μυλωνάκης

ΜΕΡΟΣ II

ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Οι δημοσιονομικές διαστάσεις της κρίσης στην Ελλάδα: Μανόλης Δρεττάκης

Η κρίση της οικονομικής πολιτικής στην Ελλάδα, 1991-2010: Προς αναζήτηση νέου μοντέλου οικονομικής πολιτικής: Γιώργος Στασινόπουλος

Η δημοσιονομική κρίση της ελληνικής οικονομίας: Αποτυχία της Ελλάδας και της Ε.Ε.: Γιώργος Αργείτης

Η δημοσιονομική κρίση της ελληνικής οικονομίας: Γιώργος Σταθάκης

Η δημοσιονομική κρίση και ο κοινωνικός μισθός στην Ελλάδα: Θανάσης Μανιάτης

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ

ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΑ ΙΣΟΖΥΓΊΟΥ ΤΡΕΧΟΥΣΩΝ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ, ΔΙΕΘΝΗΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΚΛΑΔΙΚΕΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ /ΔΙΑΡΘΡΩΣΕΙΣ

Κρίση και άνιση ανάπτυξη στο πλαίσιο της ΟΝΕ: Το Ισοζύγιο Εξωτερικών Συναλλαγών και η διεθνής ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας: Ανδριάνα Βλάχου, Γιώργος Λαμπρινίδης

Ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας: Μια κλαδική διερεύνηση: Γιώργος Οικονομάκης, Μαρία Μαρκάκη, Αλέξης Αναστασιάδης, Γιώργος Παπαλεξίου

«Δίδυμα ελλείμματα» και διεθνή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας: Θεόδωρος Μαριόλης, Κώστας Παπουλής

Το αγροτροφικό σύστημα και η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας: Ευάγγελος Νικολαΐδης

Ο αγροτικός τομέας στις Συμπληγάδες της οικονομικής κρίσης: Γιώργος Λιοδάκης

ΜΕΡΟΣ IV

Η ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ Η ΚΡΙΣΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩ/ΟΝΕ

Ελληνική και παγκόσμια οικονομική κρίση: Αναπτυξιακές διαστάσεις σε ένα διεθνές πλαίσιο αλληλεξάρτησης: Κωστής Βαΐτσος

Η ελληνική οικονομική κρίση: Ευκλείδης Τσακαλώτος

Ελληνική κρίση και ΟΝΕ: Τα όρια της κοινοτικής αλληλεγγύης: Βασίλης Πεσμαζόγλου

 Η ελληνική οικονομική κρίση και η κρίση της στρατηγικής του ευρώ: Γιάννης Μηλιός, Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος

 Η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση: Καπιταλιστική κρίση και ενδο-ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις: Σταύρος Δ. Μαυρουδέας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΣΥΜΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΟ ΤΟΜΟ έχουν γραφεί ειδικά για αυτόν. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις υποσημειώνονται. Τα περισ­σότερα κείμενα έχουν ταυτόχρονα υποβληθεί ως εισηγήσεις σε ένα από τα δύο συ­νέδρια που συνδιοργάνωσε η Επιστημονική Εταιρεία Πολιτικής Οικονομίας (ΕΕΠΟ) στο φιλόξενο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέ­θυμνο. Το πρώτο συνέδριο της ΕΕΠΟ ήταν οργανωμένο από κοινού με τους Έλλη­νες Ιστορικούς της Οικονομικής Σκέψης (Ιούνιος 2009) και το δεύτερο, και διεθνές, συνέδριο μαζί με την International Initiative for Promoting Political Economy (IIPPE) (Σεπτέμβριος 2010). Όταν η επιτροπή των επιμελητών από το ΔΣ της ΕΕΠΟ απο­φάσισε την σύνταξη του ανά χείρας τόμου έγινε κάθε προσπάθεια —απευθυνόμενη καταρχήν στους Έλληνες πολιτικούς οικονομολόγους— να καλυφθούν οι περισσό­τερες διαστάσεις της κρίσης ζητώντας από τους συναδέλφους να ασχοληθούν με μία συγκεκριμένη διάσταση που ήταν μέσα στα ερευνητικά τους ενδιαφέροντα. Πι­στεύουμε ότι σε κάποιο βαθμό έχουμε επιτύχει αυτόν τον στόχο, αν και υπάρχουν πτυχές —ιδιαίτερα η επίπτωση της κρίσης στην αγορά εργασίας και στις εργασιακές σχέσεις— που δεν έχουν καλυφθεί, κυρίως επειδή συνάδελφοι ειδικοί στα θέματα αυτά δεν ήταν διαθέσιμοι, αν και διατεθειμένοι, να στείλουν τις εισηγήσεις τους.

Είχαμε την τύχη εκτός από τις συνεισφορές των Ελλήνων πολιτικών οικονο­μολόγων να φιλοξενήσουμε και κείμενα σημαντικών οικονομολόγων που εργάζο­νται στο εξωτερικό ιδιαίτερα του Ben Fine και του Jan Toporowski από το School of Oriental and African Studies (SOAS) του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, του Δη­μήτρη Παπαδημητρίου, προέδρου του Levy Economics Institute of Bard College στην πολιτεία της Νέας Υόρκης και του Richard Wolff, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου της Μασαχουσέτης Amherst, και νυν επισκέπτη καθηγητή στο New School University της Νέας Υόρκης.

Όλα τα κείμενα, όπως είναι φυσικό, αντιπαρατίθενται κριτικά στις συμβατικές «ορθόδοξες» θεωρίες για την κρίση. Πράγματι, αποτελεί κοινή πεποίθηση των συγ­γραφέων ότι η ορθόδοξη θεωρία αδυνατεί να ερμηνεύσει τα γεγονότα του 2008 και ότι είναι εν πολλοίς υπεύθυνη για τη δημιουργία ενός θεωρητικού πλαισίου που υιο­θετήθηκε από τις κυβερνήσεις και τους οικονομικούς δρώντες προκαλώντας εν μέρει την παρούσα οικονομική κρίση. Παράλληλα όμως οι συγγραφείς, παρότι ακολου­θούν γνωστές κριτικές σχολές οικονομικής σκέψης, διαφέρουν ως προς την θεωρη­τική τους προσέγγιση, την ερμηνεία των φαινομένων και τα συμπεράσματά τους. Αυτός ο πλουραλισμός απόψεων αποτελεί χαρακτηριστικό του χώρου που —λαν­θασμένα κατά την άποψή μας— αποκαλείται «ετερόδοξη» οικονομική θεωρία και που εμείς επιμένουμε να τον ονομάζουμε «πολιτική οικονομία». Πιστεύουμε ότι αυτός ο διάλογος μεταξύ διαφόρων σχολών και τάσεων είναι γόνιμος για την επι­στήμη μας και ότι μπορεί να μας οδηγήσει σε μία ερμηνεία που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε καλύτερα τη μεγάλη κρίση που σοβεί στη διεθνή οικονομία τα τελευταία τρία χρόνια. Ευελπιστούμε ότι μέσα από τις τάξεις της ΕΕΠΟ θα μπορέ­σουμε να αναπτύξουμε ένα τέτοιο διάλογο. Ο παρών τόμος αποτελεί μία πρώτη προ­σπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση.

Τα κείμενα του παρόντος συλλογικού τόμου χωρίζονται σε τέσσερεις ενότητες: Η πρώτη ενότητα αναφέρεται στις διεθνείς διαστάσεις της κρίσεις και στις από­πειρες ερμηνείας της. Ο Ben Fine ασχολείται με μία έννοια η οποία αποτελεί κλειδί για την κατανόηση της κρίσης την έννοια της financialization που ελληνικά αποδί­δεται —μάλλον ανεπιτυχώς— ως «χρηματιστικοποίηση», ή, ίσως ορθότερα, «εξά­πλωση της χρηματοπιστωτικής σφαίρας». Την αναλύει μέσα από την χρηματοπι­στωτική θεωρία του Μαρξ που θεωρεί ότι η χρηματοπιστωτική σφαίρα έχει μια συμβιωτική σχέση με τις διαδικασίες συσσώρευσης, οδηγούμενη ταυτόχρονα από δικούς της νόμους, και την συνδέει με τον νεοφιλελευθερισμό ο οποίος έχει στο κέ­ντρο του τη χρηματιστικοποίηση της οικονομίας. Ο Jan Toporowski διαπραγματεύ­εται την ανικανότητα των εναλλακτικών οικονομικών θεωριών για τις χρηματοπι­στωτικές κρίσεις να ερμηνεύσουν την τρέχουσα κρίση. Οι χρηματοοικονομικές κρί­σεις διαφοροποιούνται λόγω της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής ολοκλήρωσης οικονομιών που διαφέρουν μεταξύ τους ως προς τη διεθνή οικονομική εξειδίκευση και τον καταμερισμό της εργασίας. Ο Toporowski προτείνει ένα ερμηνευτικό πλαί­σιο που βασίζεται πάνω στην πολιτική οικονομία της Ρόζας Λούξεμπουργκ με το κράτος να αποτελεί αναχρηματοδότη τελευταίας προσφυγής. Χρησιμοποιεί αυτό το πλαίσιο για να αναλύσει την περίπτωση της Ελλάδας. Ο Richard Wolff προσφέ­ρει μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα μαρξιστική ανάλυση της εκδίπλωσης της κρίσης στις ΗΠΑ με βάση την αυξανόμενη παραγωγικότητα και τη στασιμότητα των πραγ­ματικών μισθών από τα τέλη της δεκαετίας του 1970. Προκειμένου να χρηματοδο­τήσουν τις αυξανόμενες καταναλωτικές τους ανάγκες, οι εργαζόμενοι κατέφυγαν στο δανεισμό, ενώ οι χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις βρήκαν διέξοδο στο δανεισμό των εργαζομένων για τη χρησιμοποίηση των ολοένα αυξανόμενων καταθέσεών τους, εφευρίσκοντας και την τιτλοποίηση του χρέους. Η χρηματοπιστωτική κρίση ξέσπα­σε όταν ένας σημαντικός αριθμός δανειζομένων δεν μπορούσαν πλέον να εξυπη­ρετήσουν τα ενυπόθηκα δάνεια. Ο Δημήτρης Παπαδημητρίου από μετακεϋνσιανή σκοπιά χρησιμοποιεί τα υποδείγματα του Levy Economics Institute επιχειρώντας να κάνει προβολές για την πιθανή εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών. Επισημαίνει την ανικανότητα των αγορών να επιλύσουν την κρίση ενώ είναι εξαιρετικά απαι­σιόδοξος για την δυνατότητα της διεθνούς κοινότητας να λάβει τα απαιτούμενα μέ­τρα. Ο Βασίλης Δρουκόπουλος επισκοπεί τα πιθανά αίτια της κρίσης και ανιχνεύει τις προοπτικές της. Εξετάζει προσεκτικά τις προτεινόμενες ερμηνείες της και δεί­χνει τις δυνατότητες πολιτικής αλλαγής που η κρίση προσφέρει. Ο Γιάννης Μα­ραγκός αναλύει την ψευδεπίγραφη «συναίνεση της Washington» και το ρόλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου πριν και μετά την κρίση. Δείχνει την ακαμψία στη θεωρητική προσέγγιση του ΔΝΤ και την αδυναμία του να αλλάξει γραμμή πλεύσης. Τέλος ο Δημήτρης Μυλωνάκης σκιαγραφεί από τη σκοπιά της ιστορίας της οικονομι­κής σκέψης την κρίση της οικονομικής θεωρίας και εξηγεί γιατί αδυνατεί να ερμηνεύ­σει την κρίση. Εξετάζει το ενδεχόμενο η παρούσα κρίση να προκαλέσει εξελίξεις στην οικονομική θεωρία αντίστοιχες με αυτές του κραχ του 1929 και της μεγάλης ύφεσης του Μεσοπολέμου, που οδήγησαν στην εμφάνιση της θεωρίας του Κέυνς. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στις πρόσφατες εξελίξεις στην κυρίαρχη οικονομική σκέψη, προεξάρχουσας της συμπεριφορικής οικονομικής.

Η δεύτερη ενότητα ασχολείται με την δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα. Ο Μανόλης Δρεττάκης προσφέρει μια εμπεριστατωμένη στατιστική ανάλυση των δη­μοσίων δαπανών και εσόδων καθώς και του δημοσίου ελλείμματος και χρέους της Ελλάδας σε σύγκριση με εκείνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να αναδείξει τις δη­μοσιονομικές διαστάσεις της κρίσης. Αναλύει τα άμεσα και τα δομικά αίτια των δημοσίων ελλειμμάτων και της αύξησης του δημοσίου χρέους της Ελλάδας και το­νίζει την ευθύνη των κυβερνήσεων στην διόγκωση του δημόσιου χρέους καθώς και της γενικευμένης διαφθοράς και της παραοικονομίας σε επίπεδο κοινωνίας. Ο Γιώρ­γος Στασινόπουλος ανιχνεύει τα αίτια της δημοσιονομικής κρίσης στην υιοθέτηση απλοϊκών νεοφιλελεύθερων αντιαναπτυξιακών πολιτικών τόσο από τις ελληνικές κυ­βερνήσεις όσο και από τους κοινωνικούς φορείς κατά την τελευταία εικοσαετία, οι οποίες δεν κατόρθωσαν να προωθήσουν τις απαραίτητες διαρθρωτικές αλλαγές. Οι πολιτικές αυτές βασίστηκαν στο δογματικό και άγονο δίπολο κράτους-αγοράς και δεν μπόρεσαν να δώσουν λύση στη φθίνουσα παραγωγική ικανότητα της χώρας, στην αδυναμία προσαρμογής της στις τεχνολογικές προκλήσεις και στην διαιώνιση των καθυστερημένων παραγωγικών δομών. Ο Γιώργος Αργείτης εστιάζει, για την ερμηνεία της δημοσιονομικής κρίσης, στον συνδυασμό αφενός ενός παλαιωμένου μοντέλου ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας που χαρακτηρίζεται από χαμηλή ροπή για κε­φαλαιακή συσσώρευση και τεχνολογικό εκσυγχρονισμό, υψηλή ροπή προς εισαγω­γές και διαπλοκή της κρατοκεντρικής επιχειρηματικότητας και των κυβερνήσεων και αφετέρου στη Συνθήκη του Μάαστριχτ, το Σύμφωνο Σταθερότητας και την πί­στη της ΕΕ στις «αγορές». Εξηγεί επίσης το καταστρεπτικό ρόλο που θα έχει το Μνη­μόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής για την ελληνική οικονομία. Ο Γιώργος Σταθάκης μέσα από μια πολιτικο-ιστορική ανάλυση των πολιτικών των ελληνικών κυβερνήσεων από τη μεταπολίτευση και μετά, ερμηνεύει τη δημοσιο­νομική κρίση ως αποτέλεσμα της δημιουργίας επιβεβλημένων θεσμών κοινωνικού κράτους με συνακόλουθη αύξηση των δημοσίων δαπανών που όμως δεν αντιστοι­χήθηκε στο σκέλος των εσόδων λόγω μιας πολιτικά υποκινούμενης θέσπισης μιας νόμιμης φοροασυλίας για μεγάλα τμήματα της ελληνικής οικονομίας. Ο Θανάσης

Μανιάτης επίσης επισημαίνει ότι η διαφορά της ελληνικής κυβέρνησης ως προς τα δημόσια ελλείμματα από εκείνες των άλλων ευρωπαϊκών κρατών δεν βρίσκεται στις δημόσιες δαπάνες αλλά στην υστέρηση των εσόδων. Μελετώντας την εξέλιξη του κοινωνικού μισθού στην Ελλάδα επισημαίνει ότι οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι πληρώνουν τις κοινωνικές δαπάνες που γίνονται για αυτούς από τους δικούς τους φόρους, ενώ επιδοτούν με αυτούς και μέρος των δημοσίων δαπανών από τις οποίες επωφελούνται άλλες τάξεις, καταρρίπτοντας έτσι τον μύθο της ευθύνης των μισθω­τών για τη δημοσιονομική κρίση.

Η τρίτη ενότητα διερευνά τα προβλήματα τα σχετικά με το ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών, την διεθνή ανταγωνιστικότητα και την κλαδική διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας. Η Ανδριάνα Βλάχου και ο ΓιώργοςΛαμπρινίδης ερμηνεύουν την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο της ΟΝΕ, όπως καταγράφεται στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και την διεθνή επεν­δυτική θέση της Ελλάδας, ως αποτέλεσμα της συνδυασμένης και άνισης καπιταλιστι­κής ανάπτυξης που διατηρεί το χάσμα στη παραγωγικότητα. Ειδικότερα συνδέουν την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας με την τεχνολογία και τις επενδύσεις, τις γε­νικές υποδομές, τη ζήτηση, τον πληθωρισμό και τις συνθήκες ολιγοπωλιακού ελέγ­χου των αγορών, καταρρίπτοντας το επιχείρημα περί ευθύνης των υψηλών μισθών. Οι Γιώργος Οικονομάκης, Μαρία Μαρκάκη, Αλέξης Αναστασιάδης και Γιώργος Παπαλεξίου προτείνουν μια εξήγηση της επιδείνωσης της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας βασισμένη στην ανάλυση κλαδικής εξειδίκευσης, εξαγω­γικών επιδόσεων και εισροών-εκροών. Αποδίδουν το «έλλειμμα ανταγωνιστικότητας» της ελληνικής οικονομίας στο επίπεδο και την κατεύθυνση ανάπτυξης των παραγω­γικών δυνάμεων του ελληνικού καπιταλισμού στον οποίο κυριαρχούν κλάδοι χαμη­λής τεχνολογίας παραγωγής που παράγουν εξαγώγιμα προϊόντα σχετικά χαμηλής ει­σοδηματικής ελαστικότητας και με ασθενείς εγχώριες διακλαδικές διασυνδέσεις. Ο Θεόδωρος Μαριόλης και ο Κώστας Παπουλής δείχνουν μέσα από ένα κεϋνσιανό υπόδειγμα τη σχέση μεταξύ «διδύμων ελλειμμάτων» και ανταγωνιστικότητας. Πα­ραθέτουν επίσης ορισμένα εμπειρικά στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι η μείωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας οδήγησε στα «δίδυμα ελλείμματα». Θεωρούν ότι μέσα στην ΟΝΕ η μόνη διαφαινόμενη λύση είναι η μείωση των δημο­σίων δαπανών και η συμπίεση του κόστους εργασίας, μια λύση που είναι όμως ανα­ποτελεσματική και που οδηγεί στην αποσάθρωση της παραγωγικής βάσης της οικο­νομίας. Ο Ευάγγελος Νικολαΐδης εξετάζει το αγροτροφικό σύστημα της ελληνικής οικονομίας και δείχνει πως έχει αποδυναμωθεί η ενδοκλαδική διάρθρωση με την επέ­κταση των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Προτείνει μια στρατηγική ανάπτυξης του αγροτικού τομέα που θα ενισχύσει την παραγωγή, μέσω μιας στοχευμένης πολιτικής που θα αποβλέπει στην οικοδόμηση διακλαδικών σχέσεων σε επιλεγμένους τομείς, θα αυξήσει την εγχώρια προστιθέμενη αξία και θα προωθήσει την περιφερειακή ανά­πτυξη. Ο Γιώργος Λιοδάκης εξετάζει και αυτός τον αγροτικό τομέα ως προς τα διαθρωτικά χαρακτηριστικά του και τους όρους ένταξής του στην παγκόσμια οικονομία, προκειμένου να αναλύσει τη σοβαρή και επί μακρόν εξελισσόμενη κρίση του αγρο­τικού τομέα καθώς και την επίπτωση της τρέχουσας διεθνούς κρίσης πάνω στη κρίση του αγροτικού τομέα. Επισημαίνει την επίπτωση της ένταξης στην ΕΕ στον τομέα αυτό και τονίζει τα χαρακτηριστικά που πρέπει να έχει μια οικολογικά και κοινω­νικά αποδεκτή βιώσιμη ανάπτυξη.

Στην τελευταία ενότητα που αφορά την σχέση της κρίσης της ελληνικής οικο­νομίας με την ζώνη του ευρώ, ο Κωστής Βαΐτσος επισημαίνει την σημαντικότητα της παρούσας συγκυρίας, και δείχνει πως οι λανθασμένες πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων οδηγούσαν σε μια «εξαθλιωτική μεγέθυνση» που βασιζόταν σε αυ­ταπάτες προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της απασχόλησης του εργα­τικού δυναμικού χωρίς να λύσουν το πρόβλημα της πραγματικής μεγέθυνσης και ανά­πτυξης. Διατυπώνει τους φόβους του ότι μπορεί να έχουμε μια χαμένη αναπτυξιακή δεκαετία με διαρροή των πιο ειδικευμένων τμημάτων του εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό και τονίζει ότι μόνο μια μακροπρόθεσμη πολιτική μακροοικονομικής μεγέθυνσης μπορεί να αποτελέσει διέξοδο από την κρίση. Ο Ευκλείδης Τσακαλώ­τος ερμηνεύει την ελληνική κρίση, τόσο ως προς τις εξωτερικές όσο και τις εσωτε­ρικές πηγές της, σε όρους δύο αντιτιθέμενων θεωρητικών «παραδειγμάτων» και εξηγεί γιατί η ορθόδοξη οικονομική θεωρία, που αποτελεί τον οδηγό της οικονομι­κής πολιτικής διεθνώς, αδυνατεί να οδηγήσει στην έξοδο της οικονομίας από την κρίση. Αμφισβητεί ειδικότερα την «εκσυγχρονιστική» πολιτική λογική που ουσια­στικά προϋποθέτει ότι οι ακαμψίες και οι συντεχνίες εμποδίζουν την αγορά να λει­τουργήσει όπως πρέπει. Καταλήγει ότι το πακέτο λιτότητας μαζί με το πλήθος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων δεν θα αντιμετωπίσουν τα βαθύτερα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Ο Βασίλης Πεσμαζόγλου εξετάζει ιστορικά και θεωρητι­κά το φαινόμενο της κοινοτικής αλληλεγγύης και διερευνά τα όρια της στο πλαίσιο της πολιτικής οικονομίας. Εξετάζει τα όρια και της αντινομίες της στο πλαίσιο της ΕΕ, τις διαφορετικές απόψεις που εκφράζονται σχετικά με αυτή και τις επιπτώσεις της για την Ελλάδα. Ο Γιάννης Μηλιάς και ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος εξηγούν για­τί η βασική έκθεση στον διεθνή ανταγωνισμό αποτελεί κατεξοχήν στρατηγική του κεφαλαίου και ότι η κρίση του χρέους χρησιμοποιείται συνειδητά ως μοχλός μιας στρατηγικής για την εμπέδωση επιθετικών στρατηγικών εκμετάλλευσης σε ευρω­παϊκό επίπεδο. Οι ανισορροπίες στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές βοήθησαν μεν την κοινωνική συναίνεση για την εφαρμογή των συγκεκριμένων αναπτυξιακών πολι­τικών αλλά κατέστησαν τις οικονομίες της περιφέρειας πιο ευάλωτες σε μια κρίση. Η τελευταία όμως χρησιμοποιείται συνειδητά όχι για να λύσει το πρόβλημα του χρέους μέσα από τη δημοσιονομική εξυγίανση αλλά για την ανάκτηση της ανταγω­νιστικότητας μέσα από τη δραστική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο. Τέλος ο Σταύρος Μαυρουδέας επιχειρηματολογεί ότι η παρούσα κρίση αποτελεί κλασική κρί­ση συσσώρευσης που δημιουργήθηκε στον παραγωγικό τομέα σε διεθνές επίπεδο και ότι η ελληνική κρίση είναι αποτέλεσμα κυρίως της έκφρασης των ενδο-ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων μέσα στην ΕΕ και της ενσωμάτωσης της Ελλάδας σε αυτήν. Προτείνει μια εναλλακτική πορεία ανάπτυξης εκτός ΕΕ πάνω στη λογική του σοσια­λιστικού σχεδιασμού.

Πιστεύουμε ότι η θεωρητική και εμπειρική ανάλυση στα κείμενα του τόμου αυτού θα δώσει στους Έλληνες αναγνώστες τη δυνατότητα να σκεφτούν πιο συστη­ματικά για την κρίση, να αμφισβητήσουν τις κυρίαρχες ερμηνείες που τόσο αβασά­νιστα προσφέρονται ως εξήγησή της και να επεξεργαστούν τις προϋποθέσεις των πο­λιτικών εκείνων που θα μπορέσουν να μας βγάλουν από αυτή. Αν πράγματι συμβεί αυτό, έστω και μερικά, η πολιτική οικονομία θα έχει επιτύχει το στόχο της.

Αθήνα, Μάρτιος 2011 Ανδριάνα Βλάχου, Νίκος Θεοχαράκης, Δημήτρης Μυλωνάκης

* Ο συλλογικός τόμος της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Gutenberg

“Οικονομική Κρίση & Ελλάδα”: Έκδοση της Εταιρείας Πολιτικής Οικονομίας