Οι αριστεροί κι οι αναρχικοί ως τεχνοκράτες της ελευθερίας

Posted on 21 Απριλίου, 2013 2:51 πμ από

199


του Καπυμπάρα

Anne DesrivieresΗ ιστορία του αριστερού και του αναρχικού κινήματος είναι ταυτισμένη με τους αγώνες για την ισότητα και την ελευθερία. Τα ρεύματα αυτά μάλιστα επιχείρησαν να προσδώσουν στις έννοιες αυτές ένα περιεχόμενο πιο ουσιαστικό από αυτό της τυπικής ισότητας και της τυπικής ελευθερίας που φαίνεται να ικανοποιούν τον κλασικό φιλελευθερισμό.

Σε πολλές περιπτώσεις, τα κινήματα αυτά –και συχνά μάλιστα οι τάσεις τους που ασκούν την πιο ριζοσπαστική κριτική στις δομές της παρούσας κοινωνίας- τείνουν να ιεραρχούν την ελευθερία (ή για την ακρίβεια την δική τους αντίληψη για την ελευθερία) ως ανώτερη αξία από την ισότητα και να απέχουν από διεκδικήσεις της ισότητας όταν κρίνουν ότι αυτές αποκλίνουν απ’ τις δικές τους ιδεολογικές και φιλοσοφικές καταβολές και κινδυνεύουν να αποπροσανατολίσουν τους κοινωνικούς αγώνες από αυτούς που θεωρούν πως θα ’πρεπε να είναι οι στρατηγικοί τους στόχοι. Έτσι, πολλές φορές κομμάτια του ριζοσπαστικού χώρου αρνούνται να σταθούν στο πλευρό διεκδικήσεων για ίσα δικαιώματα και πλάι στη συντηρητική επιχειρηματολογία εναντίον τους ξεφυτρώνει και μια ριζοσπαστική ρητορική που τις ξεπερνά από τ’ αριστερά, καθώς αυτές απαξιώνονται ως μη αρκούντως ριζοσπαστικές. Για παράδειγμα:

  • Οι ομοφυλόφιλοι, όταν διεκδικούν το δικαίωμα στο γάμο καλούνται να είναι ενάντια στο μικροαστικό αυτό θεσμό και γιατί όχι ενάντια στην οικογένεια, την ατομική ιδιοκτησία και το κράτος.
  • Οι μουσουλμάνοι, όταν διεκδικούν αξιοπρεπείς τόπους λατρείας και την έξοδό τους από την κατάσταση του κοινωνικά αόρατου καλούνται να προσχωρήσουν στον αθεϊσμό αφού «η θρησκεία είναι το όπιο του λαού».
  • Οι «αλλοδαποί» μαθητές, όταν διεκδικούν το δικαίωμα να συμμετέχουν κι αυτοί ως σημαιοφόροι στις σχολικές γιορτές καλούνται να είναι ενάντια στα έθνη, της πατρίδες και τις σημαίες τους.

Αναδρομικά, θα μπορούσε να είχε ζητηθεί από τις σουφραζέτες να μη διεκδικούν τη γυναικεία ψήφο, αλλά να είναι ενάντια σε κάθε αντιπροσώπευση και να πάψουν να σπέρνουν κοινοβουλευτικές αυταπάτες αφού, «αν οι εκλογές μπορούσαν να αλλάξουν τον κόσμο θα ήταν παράνομες». Ενώ, ο αγώνας ενάντια στον αντισημιτισμό θα μπορούσε να περιμένει λιγάκι ακόμα και οι αριστεροί και οι αναρχικοί να είχαν καλέσει τον Ντρέυφους να εγκαταλείψει τον ιουδαϊσμό και να γίνει αντιρρησίας συνείδησης (και γιατί όχι; αν επέμενε να στηρίζει με την προσωπική του στάση τη θρησκεία και το μιλιταρισμό, το «Κατηγορώ» του Ζολά θα μπορούσε να είχε γραφτεί εναντίον του).

Αναζητώντας τις αιτίες

Soraya BabaieΜια τέτοια πολιτική αντίληψη παραγνωρίζει το γεγονός ότι ο κόσμος μας χωρίζεται σε κυρίαρχους και κυριαρχούμενους και από άλλες απόψεις πέρα από την ταξική, οι οποίες αλληλοδιαπλέκονται διατηρώντας ταυτόχρονα τη σχετική τους αυτονομία. Έτσι, ο κόσμος χωρίζεται εκτός από παραγωγούς του πλούτου και επικαρπωτές του και σε γυναίκες και άντρες, ομοφυλόφιλους και ετεροφυλόφιλους, λευκούς και μη-λευκούς. Μπορεί μάλιστα κάποιος από μια άποψη να ανήκει στους κυριαρχούμενους, αλλά από μια άλλη στους κυρίαρχους (π.χ. να είναι εργάτης, αλλά λευκός ή να είναι αραβικής καταγωγής, αλλά άντρας κ.λπ.). Με αυτό κατά νου, κάποιος κακόβουλος θα μπορούσε να παρατηρήσει ότι οι ριζοσπαστικές πολιτικές συλλογικότητες που μιλούν στο όνομα των συμφερόντων της εργατικής τάξης αποτελούνται στην πλειοψηφία τους (και κυρίως στα ανώτερα κλιμάκιά τους) από λευκούς ετεροφυλόφιλους άντρες και επειδή το είναι καθορίζει τη συνείδηση, η ριζοσπαστική απαξίωση των διεκδικήσεων για στοιχειώδη ισότητα δικαιωμάτων όσον αφορά τις μη ταξικές μορφές καταπίεσης, υποκρύπτει ένα πολύ βολικό προσκλητήριο στους κυριαρχούμενους να παραμείνουν στη θέση του κυριαρχούμενου, διαιωνίζοντας δυσμενείς διακρίσεις για μερικούς και προνόμια για άλλους.

Βέβαια, μια τέτοια στάση μπορεί να είναι ειλικρινής και να προέρχεται από το γνωστό σύνδρομο του να θέλεις να είσαι ο πιο ριζοσπάστης – επαναστάτης απ’ όλους και όχι από μια διάθεση διατήρησης προνομίων. Τότε όμως, για να είναι συνεπής, πρέπει να μην κάνει διακρίσεις και προϋποθέτει όχι την απραξία (στάση διόλου ριζοσπαστική) αλλά την ενεργή κινητοποίηση. Έτσι, αν αρνείσαι για επαναστατικούς λόγους να υποστηρίξεις τον γάμο των ομοφυλόφιλων οφείλεις, αν θες να είσαι συνεπής, να ξεκινήσεις μια καμπάνια για την κατάργηση του στρέιτ γάμου (αφού πρώτα καθαρίσεις τις γραμμές σου από τα παντρεμένα μικροαστικά στοιχεία) ή αν δεν υποστηρίζεις την οικοδόμηση μουσουλμανικού τεμένους θα έπρεπε για λόγους επαναστατικής συνέπειας να μαζεύεις π.χ. υπογραφές για την κατεδάφιση και των χριστιανικών εκκλησιών.

Βέβαια, κάτι τέτοιο, ακόμα κι αν γινόταν πραγματικά, φαίνεται να αδιαφορεί για τις επιθυμίες όσων θέλουν να απολαμβάνουν στο σήμερα τα στοιχειώδη δικαιώματα που οι υπόλοιποι ήδη απολαμβάνουν κι όχι να περιμένουν για να γίνει αυτό πρώτα να έρθει ο κόσμος ανάποδα ή και όσων είναι συντηρητικοί και δε βλέπουν τους εαυτούς τους ως κομμάτι του κινήματος για ριζική αλλαγή του κόσμου (η εξασφάλιση των δικαιωμάτων των οποίων, νομίζω, μας αφορά αν αναζητούμε έναν τρόπο κοινωνικής οργάνωσης διαφορετικό από το μοντέλο του μονοκομματικού κράτους ή της «ανοιχτής» συνέλευσης κατά βάση συμφωνούντων, που να χωράει τη διαφωνία). Οι ριζοσπάστες, κατά τη γνώμη μου πάντα, δεν αρκεί να μην κάνουν διακρίσεις, αλλά οφείλουν να αγωνίζονται ενάντια στις διακρίσεις.

Αντιλήψεις για την ελευθερία

Αυτού του τύπου η ριζοσπαστική αδιαφορία για την ισότητα, μαρτυρά και την αντίληψη που έχει ένα μέρος της αριστεράς και του αναρχικού χώρου για την ελευθερία. Η αντίληψη αυτή, εκκινώντας από τη σωστή λογική ότι ελευθερία δεν σημαίνει απλά ελευθερία να διαλέξεις ανάμεσα σε προκατασκευασμένες από άλλους επιλογές αλλά και τη δυνατότητα οικοδόμησης της δικής σου εναλλακτικής, καταλήγει να ταυτίζει την ελευθερία με την υιοθέτηση της κοσμοθεωρίας σου και της δικής σου αντίληψης για την ελευθερία. Όμως, η υιοθέτηση μιας ριζοσπαστικής στάσης από κάποιον για να είναι ελεύθερη και γνήσια προϋποθέτει εκτός από τη συμμετοχή του στη διαμόρφωσή της και το δικαίωμά του να μην την υιοθετήσει. Έτσι, μαζί με την πάλη για την ηγεμονία της δικής μας ιδεολογικής αντίληψης στην κοινωνία, οφείλουμε παράλληλα να αγωνιζόμαστε και για τη διεύρυνση του πεδίου των επιλογών, δηλαδή του πεδίου των ζητημάτων που αποτελούν δημόσιο και δημοκρατικό διακύβευμα.

Το να διεκδικούμε το δικαίωμα π.χ. των ομοφυλόφιλων στο γάμο δε σημαίνει ότι τους προτείνουμε κιόλας να παντρευτούνε, αλλά ότι τους αναγνωρίζουμε ως ίσους και ως ικανούς να επιλέξουν (καθώς και πως θεωρούμε την ώσμωση με τα αγωνιζόμενα κομμάτια των κυριαρχούμενων προτιμότερη επιλογή από τη διατήρηση της ιδεολογικής μας καθαρότητας και τα πατερναλιστικά κηρύγματα από καθέδρας). Διαφορετικά, αν αρνούμαστε να συμμετέχουμε στον αγώνα για ίσα δικαιώματα είναι σαν να ομολογούμε ότι φοβόμαστε ότι ο άλλος δε θα κάνει σωστή χρήση της ελευθερίας του, ότι σαν καλοί πατερναλιστές γνωρίζουμε ποιο είναι το καλό του καλύτερα απ’ τον ίδιο και ότι μας έχει διορίσει υπεύθυνους να τον προφυλάσσουμε από λάθη και δεξιές αποκλίσεις και μάλιστα με τη βοήθεια απαράδεκτων κρατικών απαγορεύσεων, ελπίζοντας ενδόμυχα ότι αυτές θα τον αναγκάσουν θέλοντας και μη να ριζοσπαστικοποιηθεί  (ελπίδα που δεν είναι και τόσο βάσιμη).

Περιορίζοντας το δικαίωμα επιλογών του, περιορίζουμε τελικά και το εύρος των θεμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο της ιδεολογικής αντιπαράθεσης και της πολιτικής και λειτουργούμε έτσι κατά το πρότυπο των νεοφιλελεύθερων τεχνοκρατών της οικονομίας, σαν ιδιότυποι αριστεροί ή αναρχικοί «τεχνοκράτες της ελευθερίας».

______________________________________________________________________________________________

Σόρτλινκ: http://wp.me/p1pa1c-iHS