[Αναδημοσίευση απο το tvxs.gr με αφορμή τη συμπλήρωση 24 χρονων από το θάνατο του Τ. Λειβαδίτη]
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
δεν θα πάψεις ούτε στιγμή ν’ αγωνίζεσαι για την ειρήνη και για το δίκιο.
Θα βγεις στους δρόμους, θα φωνάξεις, τα χείλια σου θα ματώσουν απ’ τις φωνές
το πρόσωπό σου θα ματώσει από τις σφαίρες μα ούτε βήμα πίσω.
Κάθε κραυγή σου μια πετριά στα τζάμια των πολεμοκάπηλων
κάθε χειρονομία σου σα να γκρεμίζεις την αδικία.
Και πρόσεξε: μη ξεχαστείς ούτε στιγμή.
Έτσι λίγο να θυμηθείς τα παιδικά σου χρόνια
αφήνεις χιλιάδες παιδιά να κομματιάζονται την ώρα που παίζουν ανύποπτα στις πολιτείες
μια στιγμή αν κοιτάξεις το ηλιοβασίλεμα
αύριο οι άνθρωποι θα χάνονται στην νύχτα του πολέμου
έτσι και σταματήσεις μια στιγμή να ονειρευτείς
εκατομμύρια ανθρώπινα όνειρα θα γίνουν στάχτη κάτω απ΄τις οβίδες.
Δεν έχεις καιρό
δεν έχεις καιρό για τον εαυτό σου
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί ν’ αφήσεις τη μάνα σου, την αγαπημένη ή το παιδί σου.
Δε θα διστάσεις.
Θ’ απαρνηθείς την λάμπα σου και το ψωμί σου
θ’ απαρνηθείς τη βραδινή ξεκούραση στο σπιτικό κατώφλι
για τον τραχύ δρόμο που πάει στο αύριο.
Μπροστά σε τίποτα δε θα δειλιάσεις και ούτε θα φοβηθείς.
Το ξέρω, είναι όμορφο ν’ ακούς μια φυσαρμόνικα το βράδυ, να κοιτάς εν’ άστρο, να ονειρεύεσαι
είναι όμορφο σκυμμένος πάνω απ΄ το κόκκινο στόμα της αγάπης σου
να την ακούς να λεει τα όνειρα της για το μέλλον.
Μα εσύ πρέπει να τ’ αποχαιρετήσεις όλ’ αυτά και να ξεκινήσεις
γιατί εσύ είσαι υπεύθυνος για όλες τις φυσαρμόνικες του κόσμου, για όλα τ’ άστρα, για όλες τις λάμπες και για όλα τα όνειρα
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
μπορεί να χρειαστεί να σε κλείσουν φυλακή για είκοσι ή και περισσότερα χρόνια
μα εσύ και μες στη φυλακή θα θυμάσαι πάντοτε την άνοιξη, τη μάνα σου και τον κόσμο.
Εσύ και μες απ’ το τετραγωνικό μέτρο του κελιού σου
θα συνεχίζεις το δρόμο σου πάνω στη γη.
Κι όταν μες στην απέραντη σιωπή, τη νύχτα
θα χτυπάς τον τοίχο του κελιού σου με το δάχτυλο
απ’ τ’ άλλο μέρος του τοίχου θα σου απαντάει η Ισπανία.
Εσύ, κι ας βλέπεις να περνάν τα χρόνια σου και ν’ ασπρίζουν τα μαλλιά σου
δε θα γερνάς.
Εσύ και μες στη φυλακή κάθε πρωί θα ξημερώνεσαι πιο νέος
αφού όλο και νέοι αγώνες θ’ αρχίζουμε στον κόσμο
αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος.Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
θα πρέπει να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό.
Αποβραδίς στην απομόνωση θα γράψεις ένα μεγάλο τρυφερό γράμμα στη μάνα σου
θα γράψεις στον τοίχο την ημερομηνία, τ’ αρχικά του ονόματός σου και μια λέξη: Ειρήνη
σα νάγραφες όλη την ιστορία της ζωής σου.
Να μπορείς να πεθάνεις ένα οποιοδήποτε πρωινό
να μπορείς να σταθείς μπροστά στα έξη ντουφέκια
σα να στεκόσουνα μπροστά σ’ ολάκερο το μέλλον.
Να μπορείς, απάνω απ’ την ομοβροντία που σε σκοτώνει
εσύ ν’ ακούς τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων που τραγουδώντας πολεμάνε για την ειρήνη.
Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος
Ο Τάσος Λειβαδίτης (1922-1988) ήταν γιος του Λύσανδρου Λειβαδίτη και της Βασιλικής Κοντοπούλου. Γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τις σπουδές του διέκοψαν η γερμανική κατοχή και η συνακόλουθη ένταξή του στην Αντίσταση και στράτευσή του στην ΕΠΟΝ. Κατά τη διάρκεια της κατοχής πέθανε ο κατεστραμμένος οικονομικά πατέρας του και το 1951, ενώ ο ποιητής ήταν εξορισμένος στη Μακρόνησο, η μητέρα του. Είχε τέσσερα μεγαλύτερα αδέρφια, μια αδερφή και τρεις αδερφούς. Ο πατέρας του ήταν μεγαλέμπορος και τα παιδικά χρόνια του ποιητή ήταν ευτυχισμένα.
Τέλειωσε το γυμνάσιο στην Αθήνα. Το 1946 παντρεύτηκε τη Μαρία Στούπα, παιδική του φίλη και πολύτιμη σύντροφο σε ολόκληρη τη ζωή του, με την οποία απέκτησαν μια κόρη τη Βάσω. Την ίδια χρονιά πραγματοποίησε και την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία με τη δημοσίευση του ποιήματός του Το τραγούδι του Χατζηδημήτρη στο περιοδικό Ελεύθερα Γράμματα. Το 1947 συνεργάστηκε στην έκδοση του περιοδικού Θεμέλιο. Την τετραετία 1948-1952 εξορίστηκε στο Μούδρο, τον Άη- Στράτη και τη Μακρόνησο μαζί με άλλους αριστερούς καλλιτέχνες και διανοούμενος, όπως ο Γιάννης Ρίτσος, ο Άρης Αλεξάνδρου, ο Μάνος Κατράκης και πολλοί άλλοι και συνέχισε να γράφει ποιήματα.
Το 1952 σημειώθηκαν οι εκδόσεις των έργων του Μάχη στην άκρη της νύχτας και Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας. Τρία χρόνια αργότερα οδηγήθηκε σε δίκη στο Πενταμελές Εφετείο με αφορμή την ποιητική συλλογή του Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου και αθωώθηκε πανηγυρικά. Σταθμό στην ποιητική του διαδρομή και σχηματικό ορόσημο της πορείας του προς τη δεύτερη, εσωτερικότερη και υπαρξιακής αγωνίας, φάση της δημιουργίας του αποτέλεσε κατά τους θεωρητικούς της λογοτεχνίας το βιβλίο του Οι γυναίκες με τ’ αλογίσια μάτια (1958 Το 1961 πήρε μέρος σε συναυλίες του Μίκη Θεοδωράκη ανά την ελληνική επαρχία, απαγγέλλοντας ποιήματά του και συνομιλώντας με το κοινό.
Την ίδια χρονιά συνεργάστηκε στο σενάριο με τον Κώστα Κοτζιά και έγραψε τους στίχους των τραγουδιών (η μουσική του Θεοδωράκη) για την ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη Συνοικία το όνειρο, που αποτέλεσε σταθμό στην ιστορία του νεορεαλιστικού ελληνικού κινηματογράφου και απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία.). Συνεργάστηκε με την εφημερίδα Αυγή (1954-1980 με μια διακοπή κατά την επταετία της δικτατορίας του Παπαδόπουλου), το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης (1962-1966), όπου δημοσίευσε πολιτικά και κριτικά δοκίμια. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας του Παπαδόπουλου έμεινε άνεργος και ασχολήθηκε για βιοποριστικούς λόγους με μεταφράσεις και διασκευές λογοτεχνικών έργων σε διάφορα λαϊκά περιοδικά · παράλληλα στράφηκε με νοσταλγία προς το παρελθόν αδυνατώντας να δεχθεί τη σκληρότητα της πραγματικότητας της εποχής, στάση που αντικατοπτρίζεται στην ποίησή του αυτής της περιόδου με έμφαση στο Νυχτερινό επισκέπτη. Το 1986 εξέδωσε τη συλλογή του Βιολέτες για μια εποχή που θεωρήθηκε ως το κύκνειο άσμα του.
Ο Τάσος Λειβαδίτης πέθανε στην Αθήνα, στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο από ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, σαν σήμερα, 30 Οκτωβρίου του 1988. Μετά το θάνατό του εκδόθηκαν χειρόγραφα ανέκδοτα ποιήματά του με τον τίτλο Χειρόγραφα του Φθινοπώρου. Τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο ποίησης στο Παγκόσμιο Φεστιβάλ Νεολαίας στη Βαρσοβία (1953 για τη συλλογή του Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου), το πρώτο βραβείο ποίησης του Δήμου Αθηναίων (1957 για τη συλλογή του Συμφωνία αρ.Ι), το Β΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1976 για τη συλλογή Βιολί για μονόχειρα), το Α΄ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1979 για το Εγχειρίδιο ευθανασίας). Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Στίχοι του μελοποιήθηκαν από το Μίκη Θεοδωράκη, το Μάνο Λοΐζο, τοΓιώργο Τσαγγάρη και άλλους έλληνες συνθέτες. Η ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη κυριαρχείται από την σπαρακτική υπαρξιακή του αγωνία, η οποία εκδηλώνεται αρχικά ως έκφραση τρυφερότητας και συμπόνιας στα πλαίσια του αισιόδοξου σοσιαλιστικού ρεαλισμού και στη δεύτερη φάση του έργου του ως εσωτερική αναδίπλωση και αναζήτηση του νοήματος της ζωής στο παρελθόν μετά από τη διάψευση των προσδοκιών και την προδοσία του καλλιτέχνη ως αγωνιστή για έναν καλύτερο κόσμο. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Τάσου Λειβαδίτη βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Τάσος Λειβαδίτης», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.390-391. Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Κουβαράς Γιάννης, «Χρονολόγιο Τάσου Λειβαδίτη (1922-1938)», Διαβάζω 228, 13/12/1989, σ.20-24 και Τσιριμώκου Λίζυ, «Λειβαδίτης Τάσος», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 5. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Ασφαλής κατεύθυνση
Κι επειδή τα οικονομικά μου πήγαιναν όλο και στο
χειρότερο, άρχισα να γίνομαι εφευρετικός: κατέβαινα,
λόγου χάρη, στο υπόγειο όπου βρισκόταν ένα παλιό
χαλασμένο ρολόι, το έβαζα στην πιο κρίσιμη ώρα και
περίμενα – κι ας είναι ευλογημένο τ’ όνομα του Θεού, ποτέ
δεν έπεσα έξω, ύστερα, υπερήφανος, πήγαινα στο οινομαγειρείο,
όπου ο ατμός απ’ τις κατσαρόλες με γέμιζε
θρησκευτικές σκέψεις, συνωστιζόταν ο φτωχόκοσμος, μέθυσοι
με ποδοπατημένα καπέλα, λόγια χιλιοειπωμένα, σαν
τις εποχές, ώσπου, τέλος, πιωμένος, έπαιρνα από πίσω
κάποιον απ’ τους νεκρούς μου κι έτσι έβρισκα πάντα το
σπίτι μου…Από την ανθολογία Ποιήματα που αγαπήσαμε
(επιμ.: Γ.Μαρκόπουλος-Κ.Νικολάκης), εκδόσεις Εκάτη 2009)
==================================================================
Αξίζει να δείτε και το αφιέρωμα της ΕΡΤ στη ζωή και το έργο του Τάσου Λειβαδίτη, απο τη σειρά «Eποχές και συγγραφείς»:
Για τη μεταφορά και την προσθήκη του ντοκιμαντερ -xtremyst-
Shortlink: http://wp.me/p1pa1c-hZT
Γιαννκα
30 Οκτωβρίου, 2012 11:27 μμ
Κάποτε θα αποδίδουμε δικαιοσύνη
μ’ ένα άστρο ή μ’ ένα γιασεμί
Σαν ένα τραγούδι που, καθώς βρέχει
παίρνει το μέρος των φτωχών
Αλλά, τα βράδια, τι όμορφα που μυρίζει η γη
Δώσ’ μου το χέρι σου
simon
31 Οκτωβρίου, 2012 8:04 πμ
Ε ξ α ι ρ ε τ ι κ ό, xtremyst!!!
Αγαπημένος μου ποιητής, ένας, κατά τη γνώμη μου, από τους μεγαλύτερους που έχουμε. Λαϊκός, με την πιο βαθιά σημασία της λέξης και, άρα, ένας πραγματικός διανοούμενος και αγωνιστής.
Στίχοι σαν τους παρακάτω είναι αριστουργήματα:
Ioulianos
31 Οκτωβρίου, 2012 9:01 πμ
«Δεν είμαστε πια ποιητές
παρά μονάχα
σύντροφοι
Με μεγάλες πληγές και πιο μεγάλα όνειρα.»
Στον χtremyst, που δεν λησμόνησε την αθανασία του ποιητή.
mitera
31 Οκτωβρίου, 2012 10:23 πμ
Μια νύχτα θα κάνουμε μία μεγάλη σκέψη αλλά δεν πρέπει να την πούμε πουθενά, είναι η μόνη δικαιοσύνη.
katy
31 Οκτωβρίου, 2012 10:35 πμ
Καταπληκτικός είσαι βρε xtremystako, once again! Ευχαριστούμε!
Το τραγούδι που μας θύμισε ο simon, ένα αληθινό διαμάντι.
Ο καλύτερος συνδυασμός ποιητή, συνθέτη και ερμηνευτή!
Ioulianos
31 Οκτωβρίου, 2012 11:18 πμ
Και να που φτάσαμε εδώ
Χωρίς αποσκευές
Μα μ’ ένα τόσο ωραίο φεγγάρι
Και εγώ ονειρεύτηκα έναν καλύτερο κόσμο
Φτωχή ανθρωπότητα, δεν μπόρεσες
ούτε ένα κεφαλαίο να γράψεις ακόμα
Σα σανίδα από θλιβερό ναυάγιο
ταξιδεύει η γηραιά μας ήπειρος
Αλλά τα βράδια τι όμορφα
που μυρίζει η γη
Βέβαια αγάπησε τα ιδανικά της ανθρωπότητας,
αλλά τα πουλιά
πετούσαν πιο πέρα
Σκληρός, άκαρδος κόσμος,
που δεν άνοιξε ποτέ μιαν ομπρέλα
πάνω απ’ το δέντρο που βρέχεται
Βλαδίμηρος
31 Οκτωβρίου, 2012 11:36 πμ
Η ήττα στον εμφύλιο υπήρξε καταλυτική για την προοδευτική μικροαστική διανόηση, που είχε στρατευθεί στην αριστερά. Χάθηκε το όραμα, χάθηκε η πίστη στο καλύτερο μέλλον, χάθηκε η αισιοδοξία, χάθηκαν όλα. Αποτέλεσμα : άλλαξε η θεματολογία και ο τρόπος παρουσίασης του θέματος. Άρχισε η εσωστρέφεια και το θέμα από κοινωνικό έγινε προσωπικό. Ο τρόπος έπαψε να είναι ο ρεαλισμός, το συγκεκριμένο, και στη θέση του ήρθε το αφηρήμένο και ο σουρεαλισμός. Η πραγματικότητα ήταν πολύ οδυνηρή και απροσπέλαστη, χρειαζόταν, όπως έλεγε και ο Μαγιακόφσκι να «δαμάσει τον ίδιο του τον εαυτό» και «πάνω στο λαιμό των ίδιων του των τραγουδιών να πατήσει». Αυτό, όμως, δεν μπορεί να το κάνει ο καθένας. Κι έτσι η μεγάλη πλειοψηφία των λογοτεχνών της αριστεράς έκανε στροφή και μπόρεσε να γίνει αποδεκτή (μαζί και με την απομάκρυνση από τον εμφύλιο) από την εξευρωπαϊσμένη αστική τάξη, που «ξέχασε» το αγωνιστικό παρελθόν των αριστερών λογοτεχνών, χάρη του αλλαγμένου παρόντος τους.
Φυσικά, δε σημαίνει ότι η αλλαγή της θεματολογίας αφαίρεσε τίποτα από το ταλέντο των αριστερών λογοτεχνών, ούτε, βέβαια, η εγκατάλειψη του σοσιαλιστικού ρεαλισμού. Ειδικά, αυτός ο τελευταίος, μάλλον ποτέ δεν ήταν «σοσιαλιστικός», αλλά, απλά «μικροαστικά ανθρωπιστικός». Βέβαια, άλλο πράγμα είναι η «Αγρύπνια», ή ο «Επιτάφιος» του Ρίτσου και τελείως άλλο πράγμα η τριλογία «Σονάτα του σεληνόφωτος», «Κάτω από τον ίσκιο του βουνού», «Το νεκρό σπίτι» ή το «Όταν έρχεται ο ξένος». Αυτό δε σημαίνει, καθόλου, ότι η τριλογία ή ο «Ξένος» δεν είναι αριστουργηματικά έργα. Απουσιάζει, όμως, και ο σοσιαλισμός και ο ρεαλισμός. Το ίδιο και στο Λειβαδίτη.
Ioulianos
31 Οκτωβρίου, 2012 11:49 πμ
Απουσιάζει, όμως, και ο σοσιαλισμός και ο ρεαλισμός.»!!!
Άλαλα τα χείλη των σοσιαλιστών των ρεαλιστών και των ηλιθιολιστών.
Συγνώμη που δεν χρησιμοποιώ «επιχειρήματα» για να σε αντιμετωπίσω.
Άλλωστε οι λέξεις του ποιητή «μίλησαν» υποσχόμενα περισσότερα από τα όποια επιχειρήματα.
«….σαν τον ποιητή που του αρκεί λίγος ύπνος για να ξαναγίνει αθώος»
Ελπίζω να κατάλαβες.
simon
31 Οκτωβρίου, 2012 11:48 πμ
Βλαδίμηρε,
1) με την ήττα στον εμφύλιο χάθηκαν και δυό γενιές νέων ανθρώπων, η αφρόκρεμα του καιρού τους. Αυτό το ξεχνάς, όπως και την απογοήτευση και τη λύπη που προξένησε στους επιζήσαντες.
2) Οι ποιητές, κυρίως αυτοί, δεν είναι τίποτε μονοκόμματα ανθρωπάκια, που παίρνουν σαν τα μουλάρια ένα μονοπάτι κι όπου τους βγάλει. Αλλάζουν τη σκέψη τους, διανύουν διάφορες περιόδους, γράφουν διαφορετικά πράγματα. Σημασία έχει τί και πώς το γράφουν. Και σ’ αυτό ο Λειβαδίτης δεν έκανε στο παραμικρό πίσω.
Βλαδίμηρος
31 Οκτωβρίου, 2012 1:23 μμ
Μου αρέσει που αν και αυτά που έγραψα περιέχονται, σχεδόν αυτούσια, στην ανάρτηση (Η ποίηση του Τάσου Λειβαδίτη κυριαρχείται από την σπαρακτική υπαρξιακή του αγωνία, η οποία εκδηλώνεται αρχικά ως έκφραση τρυφερότητας και συμπόνιας στα πλαίσια του αισιόδοξου σοσιαλιστικού ρεαλισμού και στη δεύτερη φάση του έργου του ως εσωτερική αναδίπλωση και αναζήτηση του νοήματος της ζωής στο παρελθόν μετά από τη διάψευση των προσδοκιών και την προδοσία του καλλιτέχνη ως αγωνιστή για έναν καλύτερο κόσμο) και ο Ioulianos και ο Simon τη λένε σε μένα. Μάλιστα η ανάρτηση χρησιμοποιεί πολύ σκληρότερη γλώσσα, μιλάει για «προδοσία του καλλιτέχνη» (μάλλον, κάποιο λάθος τυπογραφικό θα υπάρχει). Εγώ, απλά, θέλω να είμαι η «γλώσσα της ωραίας αλήθειας», χωρίς φόβο, μίσος, ή πάθος. Από την άλλη, χαρακτηρίζω ως αριστουργηματικά έργα του Ρίτσου που δεν έχουν καμιά σχέση ούτε με το σοσιαλισμό, ούτε με το ρεαλισμό. Όσο για για τους «ηλιθιολιστές» του Ioulianos, ο καθένας έχει τις απόψεις του και την τάξη της οποίας τα καλλιτεχνήματα θαυμάζει. Αν σε κάποιον αρέσει η αφηρημένη τέχνη, η φυγή από την πραγματικότητα, ή η μεταφυσική και η υπαρξιακή αγωνία, τι να κάνουμε; Θέμα γούστου είναι.
Simon, ήθελα να σου πω ότι δεν ξεχνάω τίποτα και καταλαβαίνω πλήρως και τη λύπη και την απογοήτευση των πνευματικών ανθρώπων και ειδικά των ποιητών, σαν πιο ευαίσθητων, ούτε νομίζω ότι είναι «μουλάρια» (εγώ θα έλεγα ότι πρέπει να είναι μηχανές, προγραμματισμένες να αγωνίζονται για το σοσιαλισμό, τη λευτεριά και την αλήθεια – ο Μαγιακόφσκι έλεγε «Φαντάζομαι πως είμαι μια φάμπρικα σοβιετική για να παράγει ευτυχία»).
Φυσικά, σημασία έχει «τι και πώς το γράφουν». Για το «πώς», μίλησα με μεγάλο θαυμασμό. Για το «τι», κι εσύ παραδέχεσαι ότι, «άλλαξαν τη σκέψη τους». Όσο για την άποψή σου ότι «ο Λειβαδίτης δεν έκανε στο παραμικρό πίσω», δεν ξέρω αν την αλλαγή τη βλέπεις σαν εμμονή στο ίδιο πράγμα. Εγώ θα έλεγα, ότι, παρ’ όλες τις καλές προθέσεις, το περιεχόμενο της ποίησης των αριστερών πνευματικών ανθρώπων δεν ήταν σοσιαλιστικό, ούτε πριν την ήττα, οπότε μπορώ να συμφωνήσω στο ότι «δεν έκαναν στο παραμικρό πίσω», ως προς τη γενικά ουμανιστική πλευρά τους. Άλλαξε όμως ο προσανατολισμός της καλλιτεχνικής τους δημιουργίας και από το εμείς στράφηκε στο εγώ. Με σπαραγμό, με συντριβή, απόλυτα δικαιολογημένα από την καθαρά ανθρώπινη οπτική, αλλά, διαφορετικός από προηγούμενα, όπως το παραδέχεσαι κι εσύ.
xtremyst
31 Οκτωβρίου, 2012 2:04 μμ
η αναρτηση δεν λέει κάποια αυταπόδειχτη αλήθεια. Υπάρχουν 2 ερμηνείες για τη λεγόμενη 2η περίοδο του Λειβαδίτη. Η μια λέει οτι ενιωσε την διαψευση των ελπίδων και των αγωνων και η άλλη λέει οτι κατα τον Λειβαδίτη οι αγωνες αυτοι είναι απλώς ο προοιωνός για αυτα που θα ακολουθήσουν… δηλαδη δεν ακυρωνει τους αγωνες και την ιδεα της επανάστασης λέγοντας οτι δεν εγιναν ποτε αλλα οτι τα παρουσιάζει ως κατι που θα γίνει σε αλλη κλίμακα στο μελλον και ολα οσα έζησε και ο ίδιος είναι απλώς το προμήνυμα για οσα θα ακολουθήσουν…
simon
1 Νοεμβρίου, 2012 8:35 πμ
Όποια από τις ερμηνείες κι αν ισχύει, κανείς, μα κανείς, δεν έχει το δικαίωμα να τον ψέγει για ο,τιδήποτε. Οι αγωνίες του και τα ερωτήματά του ήταν και είναι και χιλιάδων άλλων αγωνιστών.
Βλαδίμηρος
1 Νοεμβρίου, 2012 10:05 πμ
Simon, δεν είναι έτσι.
Αυτό καταντάει πρωσοπολατρεία. Γιατί πρέπει ντε και καλά να μιλήσουμε ενάντια σε έναν άνθρωπο που αγαπάμε και σεβόμαστε και ειδικά όταν είναι νεκρός; Δεν μπορούμε να χαρακτηρίζουμε κάποιον «αγωνιστή», όταν έχει πάψει να αγωνίζεται. Θα ήταν μια βεβήλωση και ακύρωση των αγώνων που έχει δώσει μέχρι εκείνη τη στιγμή. Δεν ξέρω αν ο Λειβαδίτης στις άλλες δραστηριότητές του συνέχισε να αγωνίζεται, αλλά, στην ποίηση τουλάχιστον μετά από κάποια χρονολογία, άλλαξε. Αυτό είναι γεγονός και δε χρειάζεται να βρίσκουμε δικαιολογίες. Τις αιτίες τις ξέρουμε. Χωρίς κανένα ψόγο, δεν είμαστε από την άλλη μεριά, υποχρεωμένοι να τον χαρακτηρίζουμε «αγωνιστή». Το αντίθετο. Θα έλεγα ότι όποιος του δίνει αυτά τα ένσημα, όταν, πια, έπαψε να τα δικαιούται, αυτός θεωρεί ως «κουσούρι» τη διαφοροποίηση της ποίησής του.
Το Λειβαδίτη τον αγαπάμε και τον τιμάμε γιατί μια εποχή υπήρξε φλογερός αγωνιστής και σαν άνθρωπος και σαν καλλιτέχνης. Το ότι έπαψαν κάποια στιγμή τα ποιήματά του να είναι αγωνιστικά, δεν αφαιρεί τίποτα από το ταλέντο του. Προσωπικά, μου αρέσουν τα ποιήματά του πάντα, άσχετο αν προτιμώ εκείνα που έχουν και αγωνιστικό περιεχόμενο. Και για να τα αγαπώ δε μου χρειάζεται να βαφτίζω το κρέας ψάρι.
simon
1 Νοεμβρίου, 2012 10:36 πμ
Την «προσωπολατρεία» τη βλέπεις μόνο εσύ. Εγώ δεν είμαι (και δεν θέλω να γίνω) εισαγγελέας για κανέναν. Τον -όποιο- αγώνα τον κάνει ο καθένας όπως και όσο μπορεί. Σε «αγωνιστόμετρο» δεν θέτω κανέναν. Λατρεύω την ποίηση του και δε μ’ ενδιαφέρει αν έχει ή όχι «αγωνιστικό περιεχόμενο». Αυτές τις προτιμήσεις τις αφήνω για τους «ήρωες».
Βλαδίμηρος
1 Νοεμβρίου, 2012 12:05 μμ
Δώστου θάρρος του χωριάτη, θ’ ανεβεί και στο κρεβάτι!
Να είσαι λιγάκι πιο σεμνός όταν μιλάς για τους ήρωες και κράτα τα εισαγωγικά για τον εαυτό σου! Και μην κάνεις τον αθώο για «εισαγγελείς» και τα ρέστα. Σίγουρα, το «αγωνιστικό περιεχόμενο» σε βγάζει από τα ρούχα σου, μόνο που δεν τολμάς να το παραδεχτείς, παρά μόνο έμμεσα, εξισώνοντας τα αγωνιστικά ποιήματα με τα άλλα.
Εκείνο που αξίζει στα μεν και στα δε, το τόνισα και με το παραπάνω. Εσύ, όμως, ψέγεις την προτίμησή μου στα αγωνιστικά ποιήματα του Λειβαδίτη, γιατί δε σου αρέσουν οι «ήρωες»! Έτσι προσβάλλεις και τον ίδιο τον αγωνιστή Λειβαδίτη, γιατί βέβαια όταν βρισκόταν στις φυλακές και στις εξορίες, βρισκόταν κι αυτός στην αξιοπεριφρόνητη κατηγορία των «ηρώων». Νισάφι, λοιπόν στην «ουδετερότητα»!
simon
1 Νοεμβρίου, 2012 1:06 μμ
Είπα -για μια ακόμη φορά- να προσπαθήσω να κάνω διάλογο μαζί σου. Αλλά έχει δίκιο ο Μανικάκος. Επομένως, άει γαμήσου μαλάκα ήρωα…
μανικακος
1 Νοεμβρίου, 2012 1:13 μμ
εμ… 😀
spiral architect
31 Οκτωβρίου, 2012 2:06 μμ
… άμα πατάς δυο φόρες το enter (ξέρεις, εκείνο το πλήκτρο δεξιά με το γωνιακό βελάκι) αλλάζεις παράγραφο.
Πες το στη μηχανή σου!
kokkinogati
31 Οκτωβρίου, 2012 9:31 μμ
Reblogged this on κόκκινος γάτος.
stratosbg
31 Οκτωβρίου, 2012 10:47 μμ
Reblogged this on ahairlessape.
Βλαδίμηρος
1 Νοεμβρίου, 2012 3:03 πμ
Τάσου Λειβαδίτη
Μη σημαδέψεις την καρδιά μου
Αδερφέ μου σκοπέ,
αδερφέ μου σκοπέ,
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι,
σ’ ακούω που βήχεις μεσ’ στην παγωνιά,
σε γνωρίζω, αδερφέ μου. και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένα χελιδόνια,
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά-κοντά.
Στο κούτελό σου ένα μικρό σημάδι απ’ τη σφεντόνα μου –
στο μαντίλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκριά σου.
Στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει
τα σκολιανά παπούτσια σου.
Στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.
Γέρασε η μάνα σου σφουγγαρίζοντας τις σκάλες των υπουργείων.
Το βράδυ σταματάει στη γωνιά κι αγοράζει λίγα κάρβουνα
απ’ το καρότσι του πατέρα μου,
κοιτάζονται μια στιγμή
και χαμογελάνε
την ώρα που εσύ γεμίζεις τ’ όπλο σου
κ’ ετοιμάζεσαι να με σκοτώσεις.
Βασίλεψαν τα πρωινά σου μάτια πίσω από ένα κράνος,
άλλαξες τα παιδικά σου χέρια μ’ ένα σκληρό ντουφέκι –
πεινάμε κ’ οι δυο για ένα χαμόγελο
και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι.
Σε λίγο θα πας να κοιμηθείς.
Καληνύχτα, λυπημένε αδερφέ μου.
Αν τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι,
είναι που θα σε συλλογίζομαι.
Καθώς θ’ ακουμπήσεις τ’ όπλο σου στη γωνιά,
θα ξαναγίνεις ένα σπουργίτι.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις,
χτύπα με αλλού, μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δε θα ’θελα να το λαβώσεις.
Βλαδίμηρος
1 Νοεμβρίου, 2012 2:10 μμ
Είπα κι εγώ, πόσο, πια, θα καταπιέζεται ο έρημος ο αλήτης που φωλιάζει σε κάθε «ουδέτερο» στήθος (και, φυσικά, ξεπετάχτηκε, σαν να μην πω, και ο πατενταρισμένος του είδους)! Γιατί, ρε παιδάκι μου, προσπαθείς να κάνεις διάλογο, αφού δε σου πάει; Χαλάς και την πιάτσα.
Πάντως όσο και να προσπαθείς να κρυφτείς, η περιφρόνησή σου για τους ήρωες δεν πρόκειται να σκεπαστεί με το εφεύρημα ότι απευθύνεται σε μένα! Ότι μισείτε κάθε τι κομμουνιστικό είναι σίγουρο. Γι’ αυτό η απέχθειά σας για τους ήρωες του προλεταριάτου είναι δεδομένη.
Η αστική τάξη πάντως ήξερε πότε έδωσε τα κρατικά βραβεία της στον ποιητή. Εσείς παριστάνετε τους «ουδέτερους».
DrAluca
1 Νοεμβρίου, 2012 3:08 μμ
Για να μην λες οτι δεν αναγνωριζουμε την αξια σου. Μαλακομπουκομα.
Χαμογελατε…
Βλαδίμηρος
1 Νοεμβρίου, 2012 5:07 μμ
Να και ο έτερος Καππαδόκης! Σου λέει, μιλάνε για αλητεία και δε με αναφέρουν; Κρίμα και άδικο. Όπως λέει κι ο Μπρεχτ :
ΤΟ ΚΑΨΙΜΟ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
(Die Bücherverbrennung)
Όταν διαταγή έβγαλε το καθεστώς να καούνε
σε δημόσιες πλατείες τα βιβλία που
περικλείνουν ιδέες ανατρεπτικές
κι από παντού κεντρίζανε τα βόδια
να σέρνουν κάρα ολόκληρα
με βιβλία για την πυρά, ένας εξορισμένος
ποιητής, ένας απ’ τους καλύτερους,
διαβάζοντας των βιβλίων τον κατάλογο,
με φρίκη του είδε πως τα δικά του
τα είχανε ξεχάσει. Χύμηξε στο γραφείο του
με τις φτερούγες της οργής κι έγραψε στους τυράννους ένα γράμμα :
«Κάψτε με!» έγραφε με πένα ακράτητη, «κάψτε με!
Μ’ αφήσατε έξω! Δεν μπορείτε να μου το κάνετε αυτό εμένα!
Την αλήθεια δεν έγραφα πάντα στα βιβλία μου; Και τώρα
μου φερνόσαστε σα να ΄μαι ψεύτης! Σας διατάζω :
Κάψτε με!» (1938)
ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ
13 Νοεμβρίου, 2012 1:14 πμ
Reblogged this on ΤΟ ΠΙΤΣΙΡΙΚΙ and commented:
Add your thoughts here… (optional)