Μια εκ των έσω κριτική του πολιτικού Ισλάμ
του Τάρικ Ραμαντάν* (τη μετάφραση έκανε το Καπυμπάρα)
Ο ισλαμισμός (ή «πολιτικό Ισλάμ») δεν είναι νεκρός. Όσοι ανακοίνωσαν το τέλος του ή ακόμα την έναρξη της εποχής του «μετα-ισλαμισμού», απατώνται. Το βλέπουμε κάθε μέρα στην Αφρική, τη Μέση Ανατολή ή την Ασία. Είμαστε ακόμα μακριά από την εξαφάνιση ή τη μετάλλαξη του ισλαμισμού. Διατυπώνω λοιπόν εδώ, υπό τη μορφή μιας θέσης, μιας ιδεολογικής τοποθέτησης ή μίας ευχής, την ανάγκη να ξεπεραστεί το πολιτικό Ισλάμ και να γίνει μια εκ θεμελίων κριτική του ισλαμισμού σε κάθε μορφή του.
Πριν εκθέσω τους λόγους μιας τέτοιας τοποθέτησης, θα ήταν σκόπιμο να διευκρινιστούν τρία σημεία, αναγκαία για την κατανόηση των σκέψεών μου. Η σύγχυση σήμερα είναι τέτοια, και πολλές φορές τόσο προκατειλημμένη και τόσο χοντροκομμένη, που η σαφήνεια επιβάλλεται.
Πρέπει καταρχήν να πούμε ότι οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι στην Αίγυπτο και το κόμμα Αν-Νάχντα στην Τυνησία έχουν στις χώρες τους λαϊκή και εκλογική νομιμοποίηση και ότι επιβάλλεται σε κάθε δημοκράτη ο σεβασμός της ετυμηγορίας της κάλπης. Μπορεί να διαφωνεί κανείς με τις θέσεις και τις αποφάσεις των ισλαμιστών στην εξουσία, αλλά τίποτα δεν μπορεί να δικαιολογήσει ένα στρατιωτικό πραξικόπημα, όπως αυτό στην Αίγυπτο (και ως εκ τούτου οι μη βίαιοι διαδηλωτές που ζητούν την αποχώρηση των στρατιωτικών έχουν κάθε δίκιο να εκφράζουν την αντίθεσή τους σ’ αυτόν τον χειρισμό). Το μόνο πραγματικό ερώτημα εδώ δεν είναι να μάθουμε αν μπορούμε να έχουμε δημοκρατία με τους ισλαμιστές (που έχουν σεβαστεί τους δημοκρατικούς κανόνες), αλλά αν μπορεί να υπάρξει κάτι που να μοιάζει με δημοκρατία με τους στρατιωτικούς που δεν τους έχουν σεβαστεί ποτέ μα ποτέ εδώ και εξήντα χρόνια. Στην Τυνησία, η εσωτερική αστάθεια από το κακόηθες παιχνίδι των ισλαμιστικών τυπολατρικών (και εξτρεμιστικών) δυνάμεων και των φονταμενταλιστών και άκαμπτων κοσμικών, δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση νομιμοποίησης των θεσμών. Δεν μπορούμε να δικαιολογούμε τα αδικαιολόγητα στο όνομα των ιδεολογικών μας διαφορών με τους εκλεγμένους από το λαό.
Η δεύτερη διευκρίνιση έχει να κάνει με το πρόβλημα της ορολογίας. Βρισκόμαστε σε τρομερή σύγχυση και δεν ξέρουμε πια και πολύ καλά για ποιόν και για τι μιλάμε όταν αναφερόμαστε στον «ισλαμισμό». Αυτός ο τελευταίος όρος, που έχει καταστεί αρνητικός και δυσφημιστικός, καλύπτει ένα εύρος κινημάτων ξεκινώντας από την Αλ-Κάιντα (σε ολόκληρο τον κόσμο και πιο πρόσφατα στο Βόρειο Μάλι) και φτάνοντας μέχρι τους νομιμόφρονες του Αν-Νάχντα και των Αδελφών Μουσουλμάνων, περνώντας από τα κόμματα «Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης», που κυβερνούν στο Μαρόκο και την Τουρκία (με πολλές επιφυλάξεις σίγουρα) ή ακόμα και το ιρανικό καθεστώς. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η συντήρηση της σύγχυσης και η χρήση της αόριστης αυτής ορολογίας είναι αποτέλεσμα της τύχης. Ακόμα περισσότερο, όταν οι χώρες του Κόλπου, πλούσιες και συμμαχικές με τη Δύση, των οποίων οι Αρχές διακηρύσσουν ότι η δημοκρατία δεν είναι ισλαμική και που εφαρμόζουν συχνά τη σαρία στην πιο καταπιεστική της νομική μορφή, που απαγορεύουν στις γυναίκες μια πραγματική συμμετοχή στην κοινωνική και πολιτική ζωή, δεν στιγματίζονται ποτέ με την δαιμονοποιητική ονομασία «ισλαμιστικά», λες και οι θέσεις τους δεν έχουν καμία σχέση με το πολιτικό Ισλάμ.
Είναι σημαντικό να κάνει κανείς μια σαφή διάκριση ανάμεσα στα διαφορετικά ισλαμιστικά κόμματα και οργανώσεις, καθώς υπάρχουν κόμματα μη βίαια και μεταρρυθμιστικά, που σέβονται τη νομιμότητα, άλλα τυπολατρικά και δογματικά και άλλα επίσης, βίαια και εξτρεμιστικά. Αυτή η κατηγοριοποίηση είναι στοιχειώδης για κάθε σοβαρή επιστημονική και πολιτική ανάλυση. Στο άρθρο αυτό η κριτική μας επικεντρώνεται κυρίως στα μεταρρυθμιστικά και νομιμόφρονα κινήματα, αλλά αγγίζει όλες τις τάσεις (με δεδομένο ότι κοινό σημείο των τάσεων του πολιτικού Ισλάμ είναι η επιδίωξη κατάληψης της κρατικής εξουσίας).
Τέλος, επιθυμώ να διευκρινίσω εδώ, ότι η κριτική του ισλαμισμού δεν είναι με κανέναν τρόπο σημάδι προσχώρησης στις θέσεις και τα πολιτικά προγράμματα των αντιπάλων τους. Εδώ και πάνω από εξήντα χρόνια, δυνάμεις που αποκαλούνται «φιλελεύθερες», «προοδευτικές», «κοσμικές» ή ακόμα και «αριστερές» (εδώ πρόκειται για έναν πληθωρισμό όρων θετικά φορτισμένων) δεν έχουν προτείνει σοβαρές εναλλακτικές για την έξοδο μιας σειράς χωρών από την κρίση. Η αντίθεση στους «οπισθοδρομικούς ισλαμιστές» δεν αρκεί για να κατοχυρώσει την ιδεολογική και πρακτική αξιοπιστία οποιουδήποτε πολιτικού ρεύματος. Αυτά τα «φιλελεύθερα» ρεύματα έχουν άλλοτε συνδιαλλαχθεί με δικτάτορες, άλλοτε έχουν ταυτιστεί με τη Δύση, χωρίς να έχουν επαφή με τους ίδιους τούς τους συμπατριώτες, άλλοτε τέλος, έχουν κρύψει τη διαίρεση και την αναποτελεσματικότητά τους με το να είναι απλώς ενωμένα ενάντια στους «ισλαμιστές». Τα κινήματα αυτά έχουν συχνά έλλειψη λαϊκής βάσης, μικρή αξιοπιστία και δεν προσφέρουν πραγματικές εναλλακτικές. Επιπλέον διέρχονται πολλαπλές και βαθιές κρίσεις και οι ηγέτες τους είναι οι πρώτοι που τις γνωρίζουν. Έτσι, η κριτική μας στους μεν δεν είναι λευκή επιταγή στις θέσεις των δε. Για την ακρίβεια πρόκειται εδώ να αναδείξουμε την βαθιά κρίση πολιτικής συνείδησης στις κοινωνίες με μουσουλμανική πλειοψηφία, που αφορά όλα τα πολιτικά ρεύματα στο σύνολό τους.
Είναι αναγκαίο σήμερα να ξεπεράσουμε τον ισλαμισμό. Στις αρχές του 20ου αιώνα, τα πρώτα ρεύματα του πολιτικού Ισλάμ που εγκαθιδρύονται και οργανώνονται στη Μέση Ανατολή, την Αφρική και την Ασία, έχουν κυρίως (και στην πλειοψηφία τους) έναν τριπλό στόχο: Την απελευθέρωση από την αποικιοκρατία, την επιστροφή στο Ισλάμ για να αντισταθούν στον πολιτιστικό εκδυτικισμό και είναι τέλος, λαϊκά κινήματα που αναπτύσσουν θέσεις, που θυμίζουν αυτές που θα βρούμε αργότερα στη Λατινική Αμερική, στους κόλπους της θεολογίας της απελευθέρωσης, για να υπερασπιστούν την κοινωνική δικαιοσύνη και να δώσουν την προτεραιότητα στους φτωχούς και καταπιεσμένους. Ήταν θρησκευτικά συντηρητικά, κοινωνικά και οικονομικά πολύ κοντά στο λαό και σκέφτονταν φυσιολογικά ότι το έθνος-κράτος ήταν το καλύτερο μέσο για την απελευθέρωση των χωρών τους, που βρίσκονταν τότε κάτω από το ζυγό μιας πολυδιάστατης αποικιοκρατίας.
Είτε προσχωρούμε είτε όχι στις θέσεις αυτών των ρευμάτων, μπορούμε να κατανοήσουμε την ιδεολογική και πολιτική τους τοποθέτηση. Ο κόσμος όμως, έχει αλλάξει και τα πάντα μας οδηγούν να συμπεράνουμε ότι τα ισλαμιστικά ρεύματα, όπως οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, και όλες οι νομιμόφρονες και μεταρρυθμιστικές τάσεις, δεν έχουν συλλάβει το μέγεθος των ιστορικών παγκόσμιων ανακατατάξεων, των ανατροπών στις διεθνείς σχέσεις ισχύος, και πιο βαθιά, το νέο παράδειγμα της παγκοσμιοποίησης. Επιπλέον, αυτό που γινόταν αρχικά κατανοητό ως το μέσο της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής μεταρρύθμισης -η κρατική εξουσία- κατέληξε να γίνει αυτοσκοπός και να συνεισφέρει στη διαστροφή των προθέσεων, όσο και των πράξεων ενός πολύ μεγάλου μέρους των ισλαμιστικών κινημάτων. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνδυαστικά έχουν με τον καιρό ανοίξει ένα χάσμα ανάμεσα στις συνεχώς επαναλαμβανόμενες διακηρυκτικά θέσεις αυτών των κινημάτων (που διατηρούν, σίγουρα, μια πραγματική λαϊκή υποστήριξη) και την ικανότητά τους να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της εποχής. Έχοντας γίνει εθνικιστικά ισλαμιστικά κινήματα η εμμονή τους στη σχέση με το κράτος έχει καταλήξει να τα κάνει να παραμελήσουν τα πραγματικά οικονομικά ζητήματα, τις μεγάλες πολιτιστικές προκλήσεις ή ακόμα τα θεμελιώδη ζητήματα της ελευθερίας, της έννοιας του πολίτη και της αυτονομίας του ατόμου. Συμπιεσμένοι στην αντιπολίτευση και επενδύοντας πλήρως στην επιθυμία τους (και όντας αιχμάλωτοί της) να νομιμοποιηθούν στα μάτια ης Δύσης, να αποδείξουν ότι συμμετέχουν στις δημοκρατικές διαδικασίες σαν αξιόπιστες δυνάμεις, ανοιχτές και άξιες της εμπιστοσύνης της, οι ισλαμιστές έχουν γίνει μια αντιδραστική δύναμη η οποία στο όνομα του πραγματισμού και οδεύοντας από συμβιβασμό σε συμβιβασμό, έχει σίγουρα διατηρήσει τις ισλαμικές αναφορές της ρητορικής της, αλλά αδειάζοντάς τις από τη δυνατότητα της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτιστικής απελευθέρωσης.
Είμαστε πολύ μακριά από θέσεις που επιχειρούν μια νέα ερμηνεία των πνευματικών πηγών ή μιας «θεολογίας» απελευθέρωσης των λαών, που θα έβαζε μπροστά την προτεραιότητα των φτωχών και των καταπιεσμένων και η οποία, εντέλει, θα στοχαζόταν τους κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς με πολιτικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς όρους. Οι ισλαμιστές σήμερα δεν προσφέρουν βιώσιμες και αξιόπιστες οικονομικές εναλλακτικές και στο όνομα της διαρκούς εμμονής τους για διεθνή αναγνώριση, έχουν υποκλιθεί μπροστά στις απαιτήσεις της κυρίαρχης καπιταλιστικής οικονομίας. Η θρησκευτική αναφορά έχει καταλήξει να είναι μια αντιδραστική αναφορά και αυστηρά προστατευτική – πατερναλιστική (στη ουσία ενάντια μόνο στην «ηθική επιτρεπτικότητα» της Δύσης και των δυτικοποιημένων) χωρίς τη δυνατότητα να προσφέρει ηθικές εναλλακτικές στο επίπεδο της εκπαίδευσης, της κοινωνικής δικαιοσύνης, του περιβάλλοντος, της κουλτούρας και της επικοινωνίας. Πολλές φορές γινόμαστε μάρτυρες λαϊκίστικων απολήξεων μιας ρητορικής που εργαλειοποιεί το θρησκευτικό λόγο για σκοπούς, πάνω απ’ όλα ταυτοτικούς, συναισθηματικούς και σίγουρα εκλογικούς.
Μπορούμε να προβάλουμε τις οικονομικές επιτυχίες της Τουρκίας, όπως επίσης και το ότι έχει αποδείξει τις ικανότητες και τον πραγματισμό της (χωρίς να ξεχνάμε να είμαστε κριτικοί ως προς τις ελλείψεις ελευθεριών και τις τάσεις κάποιων ηγετών της να μονοπωλήσουν την εξουσία), μπορεί να χαιρετίζουμε την εξέλιξη της σκέψης κάποιων ισλαμιστών που δηλώνουν σήμερα ότι «η ελευθερία βρίσκεται πάνω από τη σαρία» ή ότι πρέπει να ιδρύσουμε ένα πολιτικό κράτος με ισλαμικές αναφορές μάλλον, παρά ένα «Ισλαμικό Κράτος» θεοκρατικής φύσης κλπ. Όμως, οι θέσεις αυτές παραμένουν ακόμα περισσότερο συνθήματα (που απαντούν στις επιθέσεις των πολιτικών αντιπάλων τη στιγμή κυρίως της άσκησης της εξουσίας), παρά τα θεμέλια ενός ξεκάθαρου πολιτικού προγράμματος, πρωτότυπου και πραγματικά εναλλακτικού, καθώς τελικά, το μόνο νέο στοιχείο στα προγράμματα των νομιμοφρόνων και συντηρητικών ισλαμιστών είναι η θέλησή τους να αποδείξουν ότι είναι ικανοί να τα καταφέρουν εξίσου καλά με τους αντιπάλους τους, κι εδώ οφείλουμε να πούμε εξίσου άσχημα μ’ αυτούς, όσον αφορά τη γενικευμένη ανικανότητα να αλλάξουν την τάξη των πραγμάτων.
Ίσως θα έπρεπε να ξεκινήσουμε ξαναβλέποντας τις προτεραιότητες, αλλάζοντας θεμελιωδώς παράδειγμα και το πολιτικό Ισλάμ να πάψει να είναι εγγενώς πολιτικό. Μετά από έναν αιώνα περίπου αντιπολίτευσης στην εξουσία και κάποιες δεκαετίες άσκησής της, ο ισλαμισμός έχει γίνει μια ιδεολογία μέσων και διαχείρισης και δεν προσφέρει πρόταση νοήματος και ανανέωσης, παρά μόνο αντιδράσεις στις «επιθέσεις των δυτικών και εσωτερικών εχθρών». Οι κοινωνίες με μουσουλμανική πλειοψηφία δεν μπορούν να απελευθερωθούν στη βάση ενός τέτοιου αντιδραστικού και περιορισμένου οράματος. Είναι επείγον να αφουγκραστούμε τους λαούς και την ανάγκη τους για νόημα, αξιοπρέπεια και πνευματικότητα. Στο τελευταίο αίτημα δεν ανταποκρίνεται καθόλου μια αιθέρια οπτική της σχέσης με την πίστη, τη θρησκεία ή τους κανόνες. Πρόκειται εδώ, για την ανάγκη να σκεφτούμε τους σκοπούς της ανθρώπινης δράσης και να χαράξουμε δρόμους προς μια ατομική και κοινωνική ηθική, που να αποτελεί μια πραγματική εναλλακτική στην άδικη και απάνθρωπη κατάσταση του κόσμου.
Οι προκλήσεις για νόημα, ελευθερία, δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια είναι έντονες και οι μουσουλμάνοι έχουν ανάγκη να επεξεργαστούμε επιτέλους μια ολιστική φιλοσοφία των σκοπών και να μην μένουμε πια σε μια χαοτική διαχείριση των μέσων, στην οποία έχει παγιδευτεί το πολιτικό Ισλάμ. Οι πλειοψηφικά μουσουλμανικές κοινωνίες έχουν ανάγκη μια διανοητική επανάσταση: ριζοσπαστική στην ουσία της και τολμηρή ως προς τους σκοπούς της. Μακριά από τις εξουσίες, σε απόσταση από τα πολιτικά ή πολιτικάντικα διακυβεύματα, πρόκειται εδώ για τη συμφιλίωση με την πυκνότητα και την ευρύτητα της βαθιάς παράδοσης του ισλαμικού πολιτισμού, που θα κουβαλάει ένα νόημα και θα προκαλεί τη διάπλαση κανόνων υπό το φως των τελικών σκοπών της αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης. Οι μουσουλμανικοί λαοί έχουν σήμερα ανάγκη αυτήν τη συμφιλίωση, αυτήν την επανοικειοποίηση του εαυτού τους. Τίθεται εδώ το ζήτημα της πνευματικότητα ή και του μυστικισμού: όχι του τύπου αυτού του πλανημένου σουφισμού, που θέλοντας «να μην κάνει πολιτική», στην ουσία έκανε (την πολιτική των εξουσιών και των αποικιοκρατών), αλλά αυτού της αναζήτησης του εαυτού, που ο αυθεντικός σουφισμός δεν διαχώρισε ποτέ από την έγνοια για τον άνθρωπο, την κοινωνία και την πολιτική (με την έννοια της σοφής και δίκαιης διακυβέρνησης). Δεν αρκεί να διακηρύττουμε ότι η ελευθερία βρίσκεται πάνω από τη «σαρία»: Αυτό που χρειάζεται είναι η επεξεργασία ενός σε βάθος αναστοχασμού πάνω στην ελευθερία στη σύγχρονη εποχή και των ανώτερων σκοπών της Οδού (ασ-σαρία) πέρα από τον περιορισμό της σε ένα σώμα κανόνων που παρουσιάζονται σαν θεϊκοί νόμοι που δεν μπορούμε να τους αγγίξουμε. Αυτό που έκανε κάποτε ο Ασ-Σατίμπι στη σύνθεσή του πάνω στους «σκοπούς της σαρία» που είναι στην πραγματικότητα μια «φιλοσοφία του δικαίου», πρέπει να το παράγουμε ξανά, αυτή τη φορά υποχρεωτικά σε συνδυασμό με την έννοια της ελευθερίας, αναπτύσσοντας μια «φιλοσοφία της ελευθερίας», που δεν θα είναι στενή, αντιδραστική και δογματική, αλλά ευρύχωρη, ολιστική και απελευθερωτική για τις γυναίκες και τους άνδρες.
Υπάρχει επείγουσα ανάγκη οι νέοι νομομαθείς (ουλεμάδες), γυναίκες και άνδρες και οι διανοούμενοι να είναι λιγάκι πιο τολμηροί. Σεβόμενοι το μήνυμα και τους αναλλοίωτους κανόνες της πρακτικής, είναι ανάγκη να συμφιλιωθούν με τη διανοητική τόλμη αυτών που ενδυνάμωσαν τη χιλιόχρονη ισλαμική παράδοση. Απέναντι σε θεσμούς που συχνά τους μόρφωσαν και βρίσκονται κάτω από κρατικό έλεγχο και είναι άτολμοι πνευματικά (ξεκινώντας από το Αλ-Άζχαρ ή την Ούμμ-Αλ-Κούρα σήμερα) οι νέες γενιές μουσουλμάνων πρέπει να απελευθερωθούν, να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση και να νοηματοδοτήσουν μια δυναμική της κοινωνίας των πολιτών που έχει πάψει να είναι παθητική, ή απλά να διαμαρτύρονται και να αγανακτούν, για να εξερευνήσουν νέους δρόμους, να προτείνουν εναλλακτικές με πίστη στον εαυτό τους και αντιστεκόμενοι στην τάξη των πραγμάτων.
Οι προκλήσεις είναι άμεσες και ένα ρεύμα σκέψης απελευθερωμένο από την «εμμονή με την πολιτική» οφείλει να επεξεργαστεί τους όρους μιας αντι-εξουσίας, που στοχάζεται την απελευθέρωση των λαών μέσω της εκπαίδευσης, της κοινωνικής στράτευσης, μιας εναλλακτικής στην κυρίαρχη οικονομία, της πολιτιστικής και καλλιτεχνικής δημιουργικότητας. Στο εσωτερικό πεδίο, έχω αναφερθεί στις διανοητικές προκλήσεις που ζητούν να σκεφτούμε τις γενικές στοχεύσεις και να αναπτύξουμε μια οικουμενική οπτική ως προς την εγγύηση της ελευθερίας, της αυτονομίας και της δικαιοσύνης. Το ζήτημα των εσωτερικών διαιρέσεων ανάμεσα σε σουνίτες και σιίτες πρωτίστως, αλλά σίγουρα και ανάμεσα στα διαφορετικά ρεύματα σκέψης (ανάμεσα επίσης, σε κοσμικούς και ισλαμιστές) έχει προτεραιότητα και πρέπει να τονιστεί: Τα θέματα που διχάζουν είναι πολλές φορές σοβαρά και πολλές φορές απλώς γελοία και εναπόκειται στους ουλεμάδες, τους ελεύθερους διανοούμενους και τους ακτιβιστές να ξεφύγουν από αυτήν την παγίδα (την οποία οι ισλαμιστές συντηρούν σε βαθμό να χάνονται ή και να πνίγονται σ’ αυτήν). Οι μουσουλμάνοι δεν είναι οι μόνοι που πρέπει να αντισταθούν. Δεν είναι επείγον μόνο να θεσπίσουμε σχέσεις ανάμεσα στο Νότο ή να ξεφύγουμε από την παραπλανητική διχοτομία «Ισλάμ-Δύση», αλλά έχει σημασία να διερευνήσουμε τις δυνατότητες νέων εκπαιδευτικών, επιστημονικών και πολιτιστικών σχέσεων με τις δυναμικές της Λατινικής Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Η μουσουλμανική σκέψη, που τροφοδοτήθηκε από την ιδέα ότι πρέπει να κάνει δική της τη σοφία απ’ όπου κι αν προέρχεται, κατέληξε να απομονωθεί, να μαραθεί και να αποξηρανθεί από την ανικανότητά της να μελετήσει, να κάνει ανταλλαγές και να κερδίσει από τις σχέσεις της με τους άλλους πολιτισμούς, κουλτούρες και κοινωνίες. Οι ισλαμιστές δεν συνέλαβαν το κλίμα της εποχής: Εμμονικοί ενάντια στο Βορρά έχασαν το Νότο -η Κίμπλα (Σ.τ.Μ. κατεύθυνση προς τη Μέκκα), που δείχνει στο κέντρο και δίνει το νόημα, δεν δίνει εξάλλου την ίδια αξιοπρέπεια σε όλες τις περιφέρειες;
Οι ισλαμιστές σήμερα έχουν αναπτύξει ένα συντηρητικό μήνυμα προσαρμογής. Η σύγχρονη μουσουλμανική συνείδηση πρέπει να απελευθερωθεί από αυτό και να ανανεωθεί με τη μεταρρυθμιστική και σχεδόν επαναστατική δύναμη του πνευματικού και ανθρώπινου μηνύματος της παράδοσής της, που την καλεί ταυτόχρονα στη συμφιλίωση με τον εαυτό της και στο άνοιγμα στον άλλο. Ένας κύκλος κλείνει και μας χρειάζεται ανανέωση: Αυτό δεν θα μπορούσε να γίνει παρά μόνο γνωρίζοντας καλύτερα την κληρονομιά μας, ορίζοντας τις προτεραιότητές μας και γνωρίζοντας πώς να αξιοποιήσουμε καλύτερα τα νέα μέσα που έχουμε στη διάθεσή μας για την πραγματοποίηση των στόχων μας: Πρόκειται για την ελευθερία, την αξιοπρέπεια και την απελευθέρωση. Και το παράδοξο βρίσκεται στο γεγονός ότι οι μουσουλμάνοι, μην έχοντας εμπιστοσύνη στους εαυτούς τους, είναι οι δεσμοφύλακες, που κρατούν στο τρεμάμενο χέρι τους τα κλειδιά της ίδιας τους της φυλακής.
___________________________________________________________________________________________
Πηγή: Τάρικ Ραμαντάν – Επίσημος Ιστότοπος (05.08.2013)
___________________________________________________________________________________________
*Ο Τάρικ Ραμαντάν γεννήθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας το 1962. Είναι καθηγητής σύγχρονων ισλαμικών σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στη Μεγάλη Βρετανία. Διδάσκει επίσης, στη Θεολογική Σχολή του ίδιου πανεπιστημίου, ενώ είναι επισκέπτης καθηγητής στο Κατάρ, το Μαρόκο, τη Μαλαισία και την Ιαπωνία.
Συνεισφέρει με τα γραπτά και τις δημόσιες τοποθετήσεις του στο διάλογο για τη θέση των μουσουλμάνων στις χώρες της Δύσης, όπως επίσης και για την ανανέωση του μουσουλμανικού κόσμου.
Τελευταία βιβλία του στη γαλλική γλώσσα: « Islam, la Réforme Radicale, Ethique et Libération », Presses du Châtelet, Σεπτέμβριος 2008, « L’Autre en Nous, Pour une philosophie du pluralisme », Presses du Châtelet, Απρίλιος 2009, « Mon Intime Conviction », Presses du Châtelet, Σεπτέμβριος 2009, « L’Islam et le Réveil arabe », Presses du Châtelet, Νοέμβριος 2011, « Au péril des idées » με τον Edgar Morin, Presses du Châtelet, Μάρτιος 2014.
___________________________________________________________________________________________
Σόρτλινκ: http://wp.me/p1pa1c-jEA
Ιωάννης Τζανάκος
6 Ιουλίου, 2014 2:55 μμ
Δείτε έναν ενδιαφέροντα διάλογο που με κάποια διάθεση πρόκλησης πυροδότησα στο μπλόγκ μου:
Αυτοκαθορισμός
aftokathorismos.blogspot.gr
Υπερ-σουνιτικός φασισμός..
http://aftokathorismos.blogspot.gr/2014/07/blog-post_3.html
Capybara
6 Ιουλίου, 2014 6:18 μμ
Πέρα από κάποιες δικές σας υπερβολές, αυτό που αναδεικνύεται από το διάλογο είναι ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα δεν είναι με όσους εργαλειοποιούν τη θρησκεία για πολιτικούς σκοπούς (αυτοί μπορεί και να αναθεωρήσουν για πολιτικούς λόγους), αλλά με όσους ειλικρινά πιστεύουν στις ακραίες ερμηνείες της θρησκείας τους που αναπαράγουν με ζήλο 🙂
pagal
6 Ιουλίου, 2014 6:50 μμ
Εντύπωση κάνει το εξής:
Όταν κάποιος Κούτμπ είπε πως το Ισλάμ έχει διαμορφωθεί (και) από τον Χριστιανισμό και τον Κουμμουνισμό, η απάντηση είναι:
«Είθε ο Αλλάχ ο Ύψιστος να με συγχωρέσει που έβαλα αυτήν την εμετική παράθεση. Κατά τον Κούτμπ λοιπόν, έχουμε το Ισλάμ το οποίο προέρχεται όχι από τον Αλλάχ και τον Απόστολο Του, αλλά από ιδεολογίες ανθρώπων (Κουμμουνισμός, Χριστιανισμός).»
Πως άραγε να συζητήσεις- και τι να πεις- με κάποιον που τα πιστεύω του είναι λόγια θεού?…..προφανώς το οποιοδήποτε επιχείρημα-ως ανθρώπινο- δεν έχει γι αυτόν καμμιά ισχύ
Πως θα γίνει συζήτηση μεταξύ ανθρώπων και θεού;
Capybara
6 Ιουλίου, 2014 6:58 μμ
Δεν μπορείς, άλλωστε και ο Κουτμπ δεν είπε ακριβώς αυτό (θεωρούσε ότι το Ισλάμ ενσωματώνει τον κομμουνισμό πριν την ύπαρξή του). Επίσης, το αστείο είναι ότι δεν θεωρούσε την ΕΣΣΔ κομμουνιστική από θέσεις πιο κοντά στην Κίνα 😉
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 10:51 πμ
Νομίζω πως, είναι αναγκαίο σήμερα να ξεπεράσουμε όχι μόνο τον ισλαμισμό, αλλά και την ορθοδοξία, τον καθολικισμό, τον βουδισμό και όλους αυτούς τους -ισμούς, που κουρκουτιάζουν τα μυαλά των ανθρώπων με την «εξ ύψους σωτηρία».
pagal
7 Ιουλίου, 2014 11:41 πμ
«….και την ορθοδοξία, τον καθολικισμό, τον βουδισμό…»
Κατά το «κι εσεις καταπιέζετε τους μαύρους»….
ξέχασες μόνο να στηλιτεύσεις τον χριστιανισμό για τα εγκλήματά της Ιεράς Εξέτασης και τις Σταυροφορίες…όπως συνηθίζετε να κάνετε όλα τα ισλαμολάγνα «αριστερά» βλήματα της κλάσης σου
Δεν ασκούμε κριτική στο Ισλάμ αλλά σ όλες τις θρησκείες…..σωστά?
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 1:17 μμ
Εσύ δεν έχεις πρόβλημα με το κουρκούτιασμα. Το κουρκούτιασμα προϋποθέτει -έστω ελάχιστο- μυαλό…
Capybara
7 Ιουλίου, 2014 7:28 μμ
Ο ισλαμισμός είναι πολιτικό ρεύμα, το Ισλάμ (ή μουσουλμανισμός πιο αδόκιμα) είναι θρησκεία, το αντίστοιχο του καθολικισμού του βουδισμού κ.λπ.
Ιωάννης Τζανάκος
7 Ιουλίου, 2014 2:47 μμ
Νομίζω δεν πρέπει να εξαπτόμεθα με τις θρησκείες αν δεν έχουμε κοιτάξει και λίγο «μέσα μας» που λένε και όλοι οι καφενόβιοι φιλόσοφοι (οι μη σοβαροφανείς καφενόβιοι ίσως και λίγο αλκοολικοί φιλόσοφοι), και αν κοιτάξουμε «μέσα μας» θα δούμε πως θελητά ή αθέλητα έχουμε όλοι συμμετέχει σε ένα είδος «πίστης», ή ακόμα και σε ένα είδος «θρησκευτικού αθεϊσμού». Καλή η κριτική στο Ισλάμ, τον Χριστιανισμο, τον Βουδισμο κ.ο.κ αρκεί να είναι πραγματικά ριζοσπαστική κριτική στην αλλοτρίωση και την δεισιδαιμονία και όχι η προβιά που κρύβει άλλα λυκίσια θρησκευτικά-μεταφυσικά «ήθη» όπως λ.χ τα νεοπαγανιστικά ελεεινά «ήθη» τύπων όπως ο Αλαιν Ντε Μπιενουά (φασιστικός λεπεν-ικός νεοπαγανισμός) αλλά και τον γνωστό και εξίσου ελεεινό (κατά την άποψη μου) αστικό αθεϊσμό τύπου ουλτρα δαρβινισμού όπως αυτόν που διαδίδει και προπαγανδίζει στα υψηλά του ιμπεριαλιστικά ακροατήρια ο λαλίστατος και φιλοσοφικά αγράμματος Ντώκινς. Η «υπόθεση» Θρησκεία ή συγκεκριμένα Ισλάμ δεν είναι η υπόθεση κάποιων ανοήτων και «αγραμμάτων» και προληπτικών όπως θέλουν να μας την παρουσιάσουν οι αστοί αθεϊστές και παλαιότερα οι «επιστημονικοί αθεϊστές» μ-λ και τα ρέστα, ούτε είναι (η θρησκεία-θεολογία) μια απλή προβολή της «κρατικής οντότητας» όπως περίπουμας τα λέει η αναρχία [ισχύουν όλα αυτά σαν διαστάσεις, όχι σαν οι απόλυτες εξηγήσεις]. Ειδικά για το Ισλάμ και τον ισλαμικό πολιτισμικό-κοσμοθεωρητικό κύκλο (μακριά από μένα θεωρήσεις τύπου Χάντιγκτον, το διευκρινίζω γιατι είμαι σίγουρος πως σε μερικούς φίλους εκεί θα παει το μυαλό τους). Ας είμαστε νοητικά φρόνιμοι (όχι συντηρητικοί) με την εννόηση του ανθρώπινου οντολογικού πόνου και τα περιεχόμενα της θρησκείας, φτάνει πιά ο ξερολισμός της ριζοσπαστικής σκέψης και η σιγουριά για τα πάντα (δεν σας μαλώνω),
Τα θέματα είναι άλλα, αν θέλετε. Ας πούμε η σχέση τύπου ουσίας, γράμματος πνεύματος, εσωτερικής ελευθερίας και εξωτερικής ελευθερίας-αυτονομίας στην πράξη πέρα από κάθε δόγμα και προϋποθέσεις καθαρού Λόγου (θρησκευτικού-αθεϊστικού) στον δρόμο της ουσίας που είναι ο δρόμος της αίρεσης και της αναίρεσης, στον δρόμο της αναθεμελίωσης και ξεθεμελίωσης των θέσφατων όλων των ιερατείων,
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 7:08 μμ
«… με την εννόηση του ανθρώπινου οντολογικού πόνου… «.
Δε σε μαλώνω, αλλά -ΟΛΕΣ- οι θρησκείες είναι το ψ υ χ ο φ ά ρ μ α κ ο του ανθρώπου γι’ αυτόν τον οντολογικό πόνο. Με τα ανάλογα «ανταλλάγματα», φυσικά.
Επομένως, κάθε τι που απελευθερώνει τον άνθρωπο από την αγωνία της -φυσιολογικότατης- οντολογικής του κατάληξης και τον κάνει να την κατανοεί ως ένα φυσικό επακόλουθο της ύπαρξής του, είναι a priori έχθρός ΚΑΘΕ θρησκείας.
Γι’ αυτό και κατανοώ τις ελεεινολογίες σου κατά του καθηγητή Ντώκινς, κατά του οποίου (και άλλων ομοίων του, βεβαίως) στρέφονται με αγαστή σύμπνοια και αξιοθαύμαστο συγχρονισμό όλοι οι πατριάρχες, ιμάμηδες, πάστορες, γκουρού κλπ. αυτού του κόσμου. Γι’ αυτό, ωσαύτως, προτιμώ τη ριζοσπαστική σκέψη και τη σιγουριά της επιστήμης απ’ τα παραμύθια της «Αγ». Γραφής, του Κορανίου, της Τορά ή οποιουδήποτε άλλου «ιερού και θεόπνευστου» βιβλίου.
Και ναι, εξάπτομαι με τις θρησκείες, γιατί έστειλαν (και συνεχίζουν να στέλνουν) στους -κατ’ αυτές- «προορισμούς» της ανθρώπινης κατάληξης εκατοντάδες εκατομμύρια πιστούς τους, μόνο και μόνο για την (κατά τους καφενόβιους φιλόσοφους και το κοινώς λεχθέν) » ‘κονόμα «.
Τόσο απλά…
Capybara
7 Ιουλίου, 2014 7:41 μμ
Ιερατεία έχει και ο μαρξισμός-λενινισμός 🙂
Η θρησκεία δεν είναι μόνο φυγή, όπως το κανονικό όπιο (στο οποίο παρεμπιπτώντως πολλοί αριστεροί & φιλελεύθεροι έχουν μεγαλύτερη ανοχή απ’ ότι στο κατά Μαρξ -ή και κατά Πούσκας- όπιο του λαού), αλλά είναι ταυτόχρονα και μια διαμαρτυρία για τον υπαρκτό κόσμο.
Είναι στερεότυπο ότι όποιος θρησκεύεται είναι απαραίτητα παραιτημένος από τους κοινωνικούς αγώνες. Με πολλούς πιστούς μπορεί να συμφωνεί ο αριστερός στην «κριτική της γης» και δεν είναι πολιτικά απαραίτητο να συμφωνεί και στην «κριτική των ουρανών». Ενώ είναι πολύ ιδεαλιστική η άποψη πολλών φιλελεύθερων αθέων ότι μπορεί κανείς να πάψει να πιστεύει σε έναν καλύτερο κόσμο στους ουρανούς, χωρίς να αλλάξει (ή /και να θεωρούν ότι πρέπει να αλλάξει) κάτι στον πραγματικό κόσμο.
Άλλωστε, δεν θα γίνει κανείς άθεος από το επαναστατικό μπίρι-μπίρι και μετά θα εμπλακεί στην ταξική πάλη. Η εμπλοκή του στους αγώνες, χωρίς φιλοσοφικά προαπαιτούμενα, θα διαμορφώσει τη συνείδησή του και όχι το αντίστροφο. Ο Λένιν μάλιστα θεωρούσε ότι μέλος του ΚΚ-μπολσεβίκων μπορούσε να γίνει ακόμα και παπάς, αν δεν ήταν ρουφιάνος.
Αυτό δε σημαίνει βέβαια, ότι παραιτείται κανείς από τη φιλοσοφική διαμάχη ούτε από το αίτημα για χωρισμό εκκλησίας και κράτους/εκπαίδευσης.
Το πρόβλημα με τους πιστούς, κυρίως της πλειοψηφικής σε κάθε κοινωνία πίστης, είναι ότι πιστεύουν ότι η αμφισβήτηση απαράδεκτων προνομίων τους είναι επίθεση στα δικαιώματά τους. Το πρόβλημα με πολλούς άθεους (αριστερούς, φιλελεύθερους, αναρχικούς) είναι ότι δεν κατανοούν το θρησκευτικό φαινόμενο.
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 9:20 μμ
«Ιερατεία έχει και ο μαρξισμός-λενινισμός». Ως μη ώφειλε, όμως.. 🙂
Η θρησκεία ως διαμαρτυρία για τον υπαρκτό κόσμο; Ίσως μερικές να ξεκίνησαν έτσι. Όλες κατήντησαν εξουσιαστικές δομές.
Σωστά το λες.Μεταξύ πιστών και αθέων υπάρχουν πολλές και διαφορετικές απόψεις για τους κοινωνικούς αγώνες. Αλλά εδώ μιλάμε για τις θρησκείες, όχι για τους πιστούς τους.
Η εμπλοκή στην ταξική πάλη πρέπει να υποβοηθείται, κατά τη γνώμη μου, και από ένα ελάχιστο φιλοσοφικό (;) υπόβαθρο κατανόησης της λειτουργίας της κοινωνίας και των δομών της (σχέσεις εξουσίας κλπ). Αλλιώς η ταξική συνειδητοποίηση θα ‘ναι κάπως κολοβή και υποκείμενη στις επιδράσεις κάθε παπατζή.
Η αντιμετώπιση του θρησκευτικού φαινομένου προϋποθέτει παιδεία και δεν την έχουν απαραίτητα αριστεροί, αναρχικοί κλπ. Όταν οι άνθρωποι κατανοήσουν ότι γεννήθηκαν (και θα πρέπει να είναι «ευγνώμονες» στη φύση γι’ αυτό) και άρα νομοτελειακά θα πεθάνουν χωρίς να «περάσουν» σε άλλους «κόσμους», το «όπιο» θα ‘ναι άχρηστο.
Btw, επειδή πολλοί, μεταξύ των οποίων και εγώ, δεν κατανοούν απόλυτα τη διαφορά μεταξύ του ισλαμισμού ως πολιτικού ρεύματος και του Ισλάμ ως θρησκείας μήπως υπάρχει κάποιο σχετικό λινκ για ενημέρωση. Ποιά είναι η ιδεολογία του ισλαμισμού, οι θέσεις του κλπ.
Capybara
7 Ιουλίου, 2014 9:28 μμ
Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο λινκ. Πάντως το Ισλάμ είναι μια θρησκεία της οποίας οι πιστοί δεν θεωρούν όλοι ότι η θρησκεία είναι πολιτικό πρόγραμμα. π.χ. ο Νάσερ, ο Σάχης Παχλεβι, ο Ατατούρκ ήταν μουσουλμάνοι χωρίς να είναι ισλαμιστές.
Οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι ήταν μάλλον αυτοί που καθιέρωσαν τον όρο, θεωρώντας ότι μουσλιμούν (μουσουλμάνοι) ήταν όλοι οι πιστοί, ακόμα και οι εχθροί τους σαν τον Νάσερ, ενώ ισλαμιγιούν (ισλαμιστές) ήταν όσοι είχαν το Ισλάμ σαν βάση του πολιτικού τους προγράμματος (όπως) αυτοί. Σε αντίθεση με το ΚΚΕ π.χ., που θεωρεί κομμουνιστές μόνο τα μέλη του 😉
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 9:36 μμ
Μπορώ δηλαδή να υποθέσω βασίμως ότι ο ισλαμισμός είναι σαν (στα καθ’ ημάς) να ‘χε κάνει πολιτικό κόμμα ο Άνθιμος; 🙂
simon1roi
7 Ιουλίου, 2014 9:39 μμ
«Σε αντίθεση με το ΚΚΕ π.χ., που θεωρεί κομμουνιστές μόνο τα μέλη του 😉 »
Αυτό, όπως ξέρεις, στα νομικά ονομάζεται agent provocateur 😀
Capybara
7 Ιουλίου, 2014 9:43 μμ
Το ξέρω συνάδελφε!
(Όχι απαραίτητα ο Άνθιμος ή κάποιος κληρικός, αλλά και λαϊκός).
Νικόλας
8 Ιουλίου, 2014 1:20 πμ
Ο σκηνοθέτης είναι Ιρανός(μια λαθεμένη προκατάληψη που ακολουθεί την χώρα,αμφισβητείται επομένως) και η μικρού μήκους ταινία του είναι μια αλληγορία δανεισμένη από τον Οργουελ και αφορά την χειραγώγηση της σκέψης και την αντίσταση στον ολοκληρωτισμό μέσω της ελευθερίας.