Δεν θα γίνουμε Κούβα.

Posted on 27 Νοεμβρίου, 2012 6:01 μμ από

44


Του Ιουλιανού

«Αντάλλασαν πρόθυμα οτιδήποτε τους ανήκε… Είναι καλοφτιαγμένοι, με γερά σώματα… δεν οπλοφορούν, δεν γνωρίζουν τι είναι τα όπλα. Τους έδειξα το σπαθί και αυτοί από την άγνοια τους το έπιασαν από την λάμα και κόπηκαν. Θα ήταν ιδανικοί υπηρέτες.. Με πενήντα άντρες θα μπορούσαμε να τους υποτάξουμε όλους και να τους αναγκάσουμε να κάνουν οτιδήποτε θέλουμε»

Χριστόφορος Κολόμβος.

Από το ημερολόγιο τους που το έγραψε στις ακτές της Κούβας.

Στον καπιταλισμό, οι ιδεολογικοί μηχανισμοί με πάντα ανανεωμένη ζωτικότητα, αφιερώνουν όλο το κοπιαστικό έργο τους ώστε να πείσουν τα θύματα τους για τα μεγάλα πλεονεκτήματα των εξ αποκαλύψεων αληθειών που έχουν κατασκευαστεί για χάρη αυτών των θυμάτων. Αποκρύπτοντας λυσσαλέες συγκρούσεις ανάμεσα σε καπιταλιστικά συμφέροντα, ανάμεσα σε καταπιεστές και καταπιεζόμενους, σε κατακτητές και κατακτημένους, σε δούλους και αφέντες, σε εργάτες και καπιταλιστές, σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους. Στην περίπτωση δε της δουλείας, χυδαίοι άνθρωποι ανάπτυξαν και ένα ιδεολογικό θεσμό που συνδύαζε την κατωτερότητα φυλών με την μειωτική σκέψη. Αυτός ο συνδυασμός ονομάστηκε ρατσισμός. Ο οποίος δημιούργησε και τα ιδεολογικά όπλα προκειμένου να δικαιολογήσουν τα φρικτά εγκλήματα του παγκόσμιου αποικιοκρατικού καπιταλιστικού συστήματος.

Κάποια ιστορική στιγμή σημαίνοντα στελέχη του αποικιακού συστήματος στην Αμερική έκαναν μια ανακάλυψη που έμελε να αποδειχτεί ο στυλοβάτης του καπιταλισμού. Ανακάλυψαν ένα σύμβολο που το ονόμασαν Έθνος και του έδωσαν και νομική οντότητα ονομάζοντας το κράτος. Ανακάλυψη εξαιρετικά χρήσιμη που κρατά ακόμα και στις μέρες μας. Άρχισε έτσι η κατάρρευση του φεουδαρχικού αυτοκρατορικού συστήματος της Ευρώπης μια και οι άρχοντες, αφενός θα μπορούσαν να οικειοποιηθούν γη, κέρδη και πολιτική δύναμη αφού θα ανεξαρτητοπούνταν από την όποια αυτοκρατορία, και αφετέρου στην πορεία αυτής της διαδικασίας, να περιορίσουν τις εσωτερικές αντιθέσεις που προκαλούσαν εξεγέρσεις εναντίων των πλουσίων και να δημιουργήσουν μια νέα ηγεσία που τα προνόμια της θα τα αντλούσε από ένα επινοημένο μα αποτελεσματικό θεσμό, πατερναλισμού (όλοι μαζί αποτελούμε ένα έθνος) και εξουσίας που θα ήταν δημιούργημα, «ομόθυμο» μάλιστα, μιας λαϊκής υποστήριξης.

Έτσι φτάσαμε στον μύθο της «Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας» που ακόμα μνημονεύεται από τους καπιταλιστές ως ύμνος της «ελευθερίας».

Η δεύτερη παράγραφος της αρχίζει με την ακόλουθη δήλωση:

«Θεωρούμε τις ακόλουθες αλήθειες αυταπόδεικτες: Ότι όλοι οι άντρες γεννιούνται ίσοι, ότι προικίζονται από τον Δημιουργό τους με συγκεκριμένα αναφαίρετα δικαιώματα, ότι μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται το δικαίωμα στην ζωή, την ελευθερία και την επιδίωξη της ευτυχίας». «…Οι κυβερνήσεις …αντλούν τη νόμιμη εξουσία τους από την συγκατάθεση εκείνων που κυβερνούνται από αυτές.»

Αυτό το κείμενο αποτέλεσε και την αφετηρία της ικανότητας του καπιταλισμού να κινητοποιεί τις κατώτερες μάζες από τους πολιτικούς, οι οποίοι από τότε είχαν αιμομικτικές σχέσεις με τις ανώτερες τάξεις, ώστε αυτοί με το αίμα τους να προασπίζουν συμφέροντα που δεν ήταν δικά τους και μάλιστα με διαχρονική αποτελεσματικότητα.

Ωστόσο η «Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας» μόνο για άντρες, εκτός από τις γυναίκες εξαιρούσε τους σκλάβους που έτσι κι αλλιώς δεν τους ξεχώριζαν σε άντρες ή γυναίκες, όσους δεν ήταν κτηματίες και τους Ινδιάνους που γι αυτούς ήταν σε ισχύ το διάγγελμα της Βουλής της Μασαχουσέτης όπου χαρακτήριζε τους ινδιάνους ως «εχθρούς και προδότες» και όριζε: «Για κάθε δέρμα κρανίου Ινδιάνου που θα παραδίδεται, 40 στερλίνες. Για κάθε δέρμα Ινδιάνας ή παιδιού κάτω των δώδεκα ετών, 20 στερλίνες.»

Και όταν αργότερα αποφάσισαν να συγγράψουν και ένα Σύνταγμα αντικατέστησαν την φράση: «το δικαίωμα στην ζωή, την ελευθερία και την επιδίωξη της ευτυχίας» με «το δικαίωμα στην ζωή, την ελευθερία και την επιδίωξη της ιδιοκτησίας».

Σοφό! Οι πατέρες του «Έθνους» των ΗΠΑ με μια φράση γενίκευσαν την ουσία του καπιταλισμού, που βασίζεται στην ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής και των μεταξύ τους ανταγωνισμό.

Εκπλήξεις

Αμέσως μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι ΗΠΑ είχαν επωμισθεί την προστασία των συμφερόντων των «ελεύθερων» εθνών, των οποίων η ισχύς τα τοποθετεί υπεράνω των υπόλοιπων εθνών, με απαίτηση για «ένα πολιτικό και οικονομικό κλίμα που να συμβάλει στις ιδιωτικές επενδύσεις». Ή όπως έθετε το ζήτημα ο Τσώρτσιλ, χρειάζεται η προστασία των «πλούσιων ανθρώπων που διαβιούν εν ειρήνη στις κατοικίες τους και στους οποίους πρέπει να εμπιστευτεί κανείς την διακυβέρνηση του κόσμου».

Είναι η εποχή της «ελεύθερης αγοράς», δηλαδή η συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια των «επενδυτών» και η εποχή όπου εταιρείες τύπου Γιουνάιτεντ Φρουτ Κόμπανι-η οποία και καθόρισε τη σημαίνει σύγχρονη πολυεθνική εταιρεία- εξουσίαζε 14 κράτη έχοντας ως όπλο τα συνεχή πραξικοπήματα μα και διορισμένες «δημοκρατικά» κυβερνήσεις και συμπεριφερόταν στους λαούς ως υποτελείς της, σχεδιάζοντας τις ζωές των ανθρώπων με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι ανταποδοτικοί ως προς τα συμφέροντα των μετόχων της. Έτσι κι αλλιώς στο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα οι δημοκρατικές δομές είναι γόνιμες μόνο αν δεν απειλούν τον έλεγχο των συμφερόντων των επενδυτών.

Τι επεμβάσεις στην Κορέα, το 1953 στο Ιράν όπου η CIA κατάφερε να ανατρέψει την κυβέρνηση γιατί εθνικοποίησε τα πετρέλαια. Το 1954 στην Γουατεμάλα όπου ο δημοκρατικά εκλεγμένος σοσιαλιστής Άρμπεζ σε συμμαχία με τους κομμουνιστές εθνικοποίησε και απαλλοτρίωσε τις γεωργικές εκτάσεις της Γιουνάιτεντ Φρουτ Κόμπανι και την μοίρασε στους πρώην δουλοπάροικους. Το 1958 στο Λίβανο γιατί η εγκάθετη από τις ΗΠΑ κυβέρνηση κινδύνευε να ανατραπεί από μια επανάσταση. Και τόσα άλλα επιτυχημένα για να μείνουν οι πόρτες ανοικτές στις πολυεθνικές ως την 1η του Γενάρη του 1959.

Η Κούβα ήταν η παιδική χαρά των ΗΠΑ. Κυριολεκτικά, την είχαν μετατρέψει σε ένα τεράστιο πορνείο-καζίνο της αμερικάνικης άρχουσας τάξης. Η μαφία μάλιστα είχε επεκτείνει τις δραστηριότητες της με την ανοχή των ΗΠΑ στην Κούβα μιας και όλα ήταν βολικά. Το περιβάλλον ήταν υπέροχο, η απόσταση από τις αμερικάνικες ακτές μικρή και η δικτατορία του Μπατίστα, όργανο των ΗΠΑ και της μαφίας. Αγκαλιά με την μαφία ήταν και τα επενδυτικά «νόμιμα» συμφέροντα μεγάλων αμερικανικών εταιριών, όπου και δημιούργησαν ένα καπιταλισμό στον οποίο ο εργάτης δεν μίσθωνε την εργατική του δύναμη αλλά την έκανε δωρεά στους επενδυτές. Οι επενδύσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κούβα άγγιζαν το ένα δισεκατομμύριο δολάρια, αποτελώντας το 1/8 του συνόλου των επενδύσεων των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη. Στην ύπαιθρο δε, οι ζαχαροκράτορες επενδυτές θριάμβευαν μια και τους χωρικούς στα πλαίσια της εταιρικής τους ευθύνης προς την τοπική κοινωνία και τους έντυναν και τους τάιζαν. Από κει και πέρα δεν είχαν ευθύνη που οι σκλάβοι χωρικοί ήταν υποσιτισμένοι, αναλφάβητοι και με μειωμένο προσδόκιμο ζωής. Και είναι εκεί όπου οι καπιταλιστές πιάστηκαν στον ύπνο γιατί θεωρούσαν αδιανόητο μια κοινωνία όπως η Κουβανέζικη που έπασχε από ιδεολογικό έλλειμμα, ταξική ή οποιαδήποτε άλλη κοινωνική συνείδηση, να ξεσηκωθεί και να επιβάλει με τρομερή δύναμη, μια πολιτική ιδεολογία εκεί που δεν υπήρχε καμία. Πόσο μάλλον όταν η πολιτική ιδεολογία ήταν η Κομμουνιστική! Μόλις 144 χιλιόμετρα από το κάστρο του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ! Ξέσπασε τότε μια καταιγίδα από σαμποτάζ, ωμή τρομοκρατία και ανοικτές στρατιωτικές επεμβάσεις, χρηματοδοτούμενες από την Μαφία και την CIA, μαζί με ένα οικονομικό πόλεμο που σε συνδυασμό με το εμπάργκο έκαναν την κατάσταση στην Κούβα τόσο τραγική που καμία χώρα δεν θα μπορούσε να αντέξει. Όχι όμως η Κούβα.

Και όλα αυτά την ώρα που ο «ήρωας» των κόμικ Κάπτεν Αμέρικα, διαλαλούσε: Προσέξτε κομμούνια ο Κάπτεν Αμέρικα μαζί με νομιμόφρονες, ελεύθερους ανθρώπους ψάχνουν να σας βρουν…» Και η «σοβαρή» λογοτεχνία όπως του Μίκι Σπιλέιν, δημιουργού του ντετέκτιβ Μάικ Χάμερ (βιβλία του κυκλοφορούν οι εκδόσεις «Κέδρος») βάζει τον ήρωα του να λέει: «Απόψε σκότωσα περισσότερους ανθρώπους απ’ όσα δάχτυλα έχω στα χέρια μου. Τους πυροβόλησα εν ψυχρώ και απόλαυσα την κάθε στιγμή. Ήταν κομμούνια, κόκκινα καθίκια που θα έπρεπε να έχουν πεθάνει από καιρό».

Για να πεθάνουν λοιπόν τα κομμούνια ήταν απαραίτητο να μην επαναληφθεί στον κόσμο καμιά νέα Κούβα. Έτσι μόλις ανέλαβε πρόεδρος των ΗΠΑ ο Κένεντι διέθεσε το 49,7% του οικονομικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ στα πόδια των εταιριών παραγωγής θανάτου. Δώδεκα εταιρείες που παρήγαγαν πολεμικό υλικό και που είχαν να διεκπεραιώσουν κρατικά συμβόλαια, θησαύρισαν!

Λογικό, διότι σε λίγο το έθνος της «ελευθερίας» του Κάπτεν Αμέρικα θα κατέβαλε μια τιτάνια προσπάθεια για να σώσει άλλη μια φορά τον κόσμο, -χρησιμοποιώντας κάθε μέσο, κάθε σύγχρονη τεχνολογία και κάθε όπλο πλην ατομικής βόμβας- που κινδύνευε από μια μικροσκοπική γεωργική χώρα. Το Βιετνάμ.

Το Βιετνάμ ήταν για τις ΗΠΑ ένα καθοριστικό τμήμα ακίνητης περιουσίας. Όπως έλεγε και μια έκθεση Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας : «Αν οι κομμουνιστές αποκτήσουν τον έλεγχο τότε η θέση των ΗΠΑ στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Ειρηνικού θα γίνει επισφαλής, ενώ θα κινδυνεύσουν τα θεμελιώδη συμφέροντά μας στην Άπω Ανατολή».

Από το 1954 οι Γάλλοι που κατείχαν το Βιετνάμ είχαν αναγκαστεί από το επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα να υποχωρήσουν στα νότια της χώρας και να προχωρήσουν σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Γενεύη. Εκεί συμφωνήθηκε πως σε δυο χρόνια, το 1956 δηλαδή, θα προκηρύσσονταν εκλογές προκειμένου ο λαός του Βιετνάμ να εκλέξει την κυβέρνηση του. Προσωρινά και ως τις εκλογές, οι Γάλλοι θα παρέμεναν στο νότιο τμήμα της χώρας.

Οι ΗΠΑ τότε γράφουν στα παλιά ρατσιστικά υποδήματα τους την συμφωνία και παίρνουν από το σπίτι του στο Νιου Τζέρσεϊ ένα Βιετναμέζο με το όνομα Νγκο Ντινχ Ντιέμ, τον διορίζουν δικτάτορα και ακυρώνουν της εκλογές.

Δημοκρατικός θρίαμβος της ελεύθερης χώρας των ΗΠΑ μια και ο Ντιέμ κουβαλούσε πάνω του όλες τις αρετές του ελεύθερου ανθρώπου: Καθολικός, φιλοαμερικανός και βέβαια αντικομουνιστής. Οι ΗΠΑ διόρισαν στην εξουσία τα αδέλφια του και όλους τους συγγενείς του και δημιούργησαν μια μυστική αστυνομία με εκπαιδευτές και χρήμα από τα ναρκωτικά που διακινούσε μέσω Βιετνάμ, η CIA.

Η CIA οργάνωσε το σχέδιο «Στρατηγική πόλη» σε μια προσπάθεια να κρατήσει σε εξοπλισμένες και περιφραγμένες περιοχές τον πληθυσμό, για να περιορίσει την προσβασιμότητα του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος καθώς και την «Επιχείρηση Φοίνιξ» όπου φυλάκισε και βασάνισε 70.000 άτομα και εκτέλεσε τουλάχιστον 20.000. Όλα αυτά σε δυο στρατόπεδα, το Φου Κουόκ και το Κουί Νχον.

Μέχρι την λήξη του «πολέμου» στο Βιετνάμ οι ΗΠΑ είχαν ρίξει 7.000.000 τόνους βομβών που αντιστοιχούν σε δυο φορές την ποσότητα που έπεσαν σε όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και μάλιστα σε όλο τον κόσμο! Και ως κερασάκι, αεροπλάνα ράντισαν όλα τα βόρεια εδάφη του Βιετνάμ με δηλητηριώδη και καρκινογόνα αέρια, τα οποία ήταν μια ευγενική χορηγία στην «ελευθερία» της Monsanto. Ακόμα σήμερα Βιετναμέζες μητέρες γεννάνε παραμορφωμένα μωρά. Το Ζάικλον Β που χρησιμοποίησαν οι ναζιστές δικαιώθηκε στα 77.000.000 λίτρα agent orange που ράντισαν οι προστάτες της «ελευθερίας» τον λαό του Βιετνάμ.

Και όμως οι ΗΠΑ και από αυτόν τον πόλεμο βγαίνουν ηττημένες. Και μάλιστα όπως και στην Κούβα από μερικούς επαναστάτες χωρικούς ελλιπώς εξοπλισμένους. Γνώρισαν όμως και την ταπείνωση όταν στα τέλη του Απριλίου του 1975 οι κομμουνιστές επιτέθηκαν στην ακόμα υπό κατοχή των ΗΠΑ Σαϊγκόν και στην Αμερικανική Πρεσβεία η οποία εγκαταλείφθηκε από τους φοβισμένους Αμερικανούς.

Το 1978 οι Βιετναμέζοι κομμουνιστές εισβάλουν στην Καμπότζη για να θέσουν τέλος στο αιμοσταγές καθεστώς του Πολ Ποτ, αντιμετωπίζοντας ξανά τους βομβαρδισμούς των ΗΠΑ. Οι Ερυθροί Χμερ διώχθηκαν από την Πνομ Πενχ από τους Βιετναμέζους το 1979 και ο Πολ Ποτ αναγκάστηκε να διαφύγει από τη χώρα, ενώ το καθεστώς που είχε εγκαθιδρύσει κατέρρευσε. Ο πόλεμος αυτός κρατά ως το 1989 όταν και οι Βιετναμέζοι αποσύρονται από την Καμπότζη.

Ωστόσο, τα δυο αυτά γεγονότα όσο και η υπόθεση της Χιλής δημιούργησαν μια «κρίσιμη κατάσταση», απειλητική ως προς τα καπιταλιστικά συμφέροντα η οποία ήταν πολύ πιο σύνθετη από την «απειλή» της ΕΣΣΔ. Διότι τα επαναστατικά κομμουνιστικά κινήματα σε Λατινική Αμερική και Ασία ενεργούσαν αυτοβούλως.

Έτσι το 1973 Ροκφέλερ και Μπρζεζίνσκι δημιουργούν την Τριμερή Επιτροπή λόγω της ανάγκης για μεγαλύτερη ενότητα ανάμεσα σε ΗΠΑ, Δυτική Ευρώπη και Ιαπωνία.

Το 1976, χρονιά που γιορτάζονταν τα 200 χρόνια από την «Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας» η Τριμερής Επιτροπή δίνει στην δημοσιότητα το μανιφέστο της γραμμένο από τον Σάμιουελ Χάντινγκτον με τίτλο «Η Κυβερνησιμότητα των Δημοκρατιών» της οποίας το συμπέρασμα ήταν ότι έχει δημιουργηθεί «πλεόνασμα δημοκρατίας και γι αυτό χρειάζονταν επιθυμητά όρια στην επέκταση της πολιτικής δημοκρατίας». Γι αυτό ο Πρόεδρος των ΗΠΑ πρέπει «να ενεργεί με την υποστήριξη και την συνεργασία σπουδαίων προσώπων… από σημαντικές επιχειρήσεις, τις τράπεζες, τα δικηγορικά γραφεία, τα ιδρύματα και τα ΜΜΕ, που αποτελούν το κατεστημένο του ιδιωτικού τομέα». Λαμπρά!

Ιστορία καπιταλιστικής προκοπής.

Όμως η κυρίαρχη ιδεολογία και οι απολογητές της, τις παραπάνω «εκπλήξεις» τις θεωρούν περιθωριακά γεγονότα και τα αποδίδουν στην ψυχροπολεμική περίοδο. Τους διαψεύδει όμως η τύχη μιας χώρας που βρίσκεται δίπλα στην Κούβα, της Αϊτής.

Κυρίαρχο στοιχείο και εδώ όσο αφορά την χάραξη της πολιτικής που άσκησαν οι ΗΠΑ, ήταν το στοιχείο του ρατσισμού.

Η κτηνωδία και ο ρατσισμός κυριαρχούσαν όταν το 1915 οι Αμερικανοί εισέβαλαν στην Αϊτή αρπάζοντας γη από τους χωρικούς προς όφελος αμερικανικών εταιριών.

Ο Υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ William Bryan έγραφε: «Απίστευτο, φανταστείτε, σκυλάραπες να μιλάνε Γαλλικά».Τέτοιου είδους σκέψεις ήταν νομιμοποιημένες. Ο Τσώρτσιλ, την ίδια εποχή, ενέκρινε την χρήση χημικών όπλων εναντίων «των απείθαρχων και απολίτιστων φυλών των Αράβων» και ως υπουργός εσωτερικών είχε εγκρίνει την στείρωση 100.000 «πνευματικά μειωμένων και να σταλούν σε κρατικά στρατόπεδα εργασίας ώστε να προστατευτεί η βρετανική φυλή από την εξασθένηση».

Έτσι στην Αϊτή που βρισκόταν σύμφωνα με τους Αμερικανούς «σε χαμηλό επίπεδο πολιτισμού» έπρεπε οι ΗΠΑ να συμβάλουν ώστε να «προωθήσει την πρόοδο της ήταν απαραίτητο να έρθουν ξένα κεφάλαια στην Αϊτή και βεβαίως, δεν μπορούσε κανείς να περιμένει ότι οι Αμερικανοί θα έβαζαν τα κεφάλαια τους σε φυτείες και σε μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις αν δεν μπορούσαν να είναι οι ίδιοι ιδιοκτήτες της γης πάνω στην οποία θα ξοδεύονταν τα χρήματα τους». Γράφει σε έκθεση του το Στέιτ Ντιπάρτμεντ στα 1927. Η γενναιοδωρία αυτή των ΗΠΑ προσφέρθηκε στην Αϊτή με την βοήθεια των πεζοναυτών. Μα αυτό είναι μια λεπτομέρεια.

Τα άκρως φτηνά μεροκάματα ή και τα καθόλου μεροκάματα, μια και αρκούσε ένα πιάτο φαΐ ήταν ένα ακόμα δέλεαρ πέρα από την αρπαγή του πλούτου.

Η εφημερίδα της Νέας Υόρκης περιέγραφε έτσι την Αϊτή του μεσοπολέμου: «Ο κοινός Αϊτινός είναι επιδέξιος, δέχεται εύκολα οδηγίες και αποδίδει μιας μέρας σκληρή δουλειά για 20 σεντς ενώ στον Παναμά για την ίδια δουλειά μιας μέρας το κόστος θα ήταν 3 δολάρια. Η Αϊτή είναι μια θαυμάσια ευκαιρία για επενδύσεις». Βοηθούσε άλλωστε και η χρήση της παραστρατιωτικής οργάνωσης «Το Τον Μακούτ».

Το 1980, το ΔΝΤ και ο Φρίντμαν μετά την Χιλή του δικού τους φασίστα Πινοσέτ, αρχίζουν νέα πειράματα, «προγραμμάτων δομικής προσαρμογής» στην ρημαγμένη από τους «επενδυτές» χώρα. Ταυτόχρονα εγκαινιάστηκε από την USAID(Αμερικανική βοήθεια για την διεθνή ανάπτυξη) και την Παγκόσμια Τράπεζα μια νέα στρατηγική ανάπτυξης που βασίζονταν στις εξαγωγές. Αποτέλεσμα αυτού το 30% της γης από παραγωγή προϊόντων διατροφής να μετατεθεί στην παραγωγή καφέ. Βοηθούσε και πρόεδρος-ανδρείκελο Ντιβαλιέ ή Μπέιμπι Ντοκ, που στηρίχθηκε στη βία με τη χρήση της παραστρατιωτικής οργάνωσης «Το Τον Μακούτ» επικαλούμενος πάντα τον κομμουνιστικό κίνδυνο.

Με τις γνωστές συνταγές του Φρίντμαν και του ΔΝΤ, η φτώχεια έγινε ακόμα πιο φοβερή. Το 60% του πληθυσμού είχε ετήσιο εισόδημα λιγότερο από 60 δολάρια, η παιδική και νηπιακή θνησιμότητα λόγω ασιτίας εκτοξεύτηκε, ο κόσμος πέθαινε στους δρόμους. Δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι προσπάθησαν να ξεφύγουν από τη φτώχεια φτιάχνοντας σχεδίες και βάζοντας πλώρη για τις ΗΠΑ, αλλά, σε αντίθεση με τους Κουβανούς, σε κανέναν δεν δόθηκε ο χαρακτηρισμός του πρόσφυγα διότι δεν είχαν επικοινωνιακό κέρδος και χιλιάδες απελάθηκαν (όσοι δεν πνίγηκαν) πίσω στη ζωή της αθλιότητας και του φθηνού εργατικού δυναμικού για τις αμερικανικές εταιρείες, μα ευτυχώς για την ανθρωπότητα, η Αϊτή δεν έγινε Κούβα.

Αντίθετα οι ΗΠΑ χαρακτήρισαν την χώρα ως «Ταϊβάν της Καραϊβικής» και το 1985 η Παγκόσμια Τράπεζα δημοσιοποίησε μια έκθεση με τίτλο «Αϊτή: Προτάσεις πολιτικής για ανάπτυξη» όπου επέβαλε ανάπτυξη προσανατολισμένη στις εξαγωγές, επέκταση των ιδιωτικών επιχειρήσεων, οι δαπάνες για παιδεία και υγεία να ελαχιστοποιηθούν και οι κοινωνικοί στόχοι που επιμένουν να υφίστανται πρέπει να ιδιωτικοποιηθούν.

Και ιδιωτικά εγχειρήματα με υψηλές οικονομικές αποδόσεις πρέπει να τυχαίνουν σθεναρής υποστήριξης έναντι των δημοσίων δαπανών. Η παραστρατιωτική οργάνωση «Το Τον Μακούτ», οι επίσης παραστρατιωτικοί FRAPH – ομάδες υπό τον πράκτορα της CIA Εμανουέλ «Τοτό» Κονστάντ, εγγυόταν για όλα αυτά ώστε η Αϊτή να έχει ένα λαμπρό μέλλον και να μην γίνει Κούβα.

Η κυβέρνηση Ρέιγκαν διαβεβαίωσε τον κόσμο ότι η «δημοκρατική ανάπτυξη προχωρούσε και τα ανθρώπινα δικαιώματα βελτιωνόταν». Ευχάριστες εξελίξεις. Για λίγο όμως γιατί ο Ντιβαλιέ έπειτα από εξέγερση του λαού ανατράπηκε το Φεβρουάριο του 1986 και κατέφυγε, πετώντας μέσα σε ένα αεροπλάνο της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ στο Παρίσι, όπου διεξήγαγε έναν άνετο και ανέφελο βίο. Ο στρατηγός Henri Namphy, υποδείχτηκε από τις ΗΠΑ ως αντικαταστάτης του.

Κάπου εδώ είναι που ο Ρέιγκαν ρίχνει στο παιχνίδι την ΜΚΟ «NED» (Αμερικανικό Εθνικό κληροδότημα για την Δημοκρατία) μέσω του ινστιτούτου Ρuebla και του AIFLD («Αμερικανικό Ινστιτούτο για Μια Ελεύθερη Εργατική Ανάπτυξη) «λόγω του κινδύνου της παρουσίας ριζοσπαστικών εργατικών ενώσεων και του μεγάλου κινδύνου ότι και άλλες εργατικές ενώσεις μπορεί να ριζοσπαστικοποιηθούν» όπως αιτιολογούσε, την άμεση επέμβαση της «NED» το Στέιτ Ντιπάρτμεντ που φοβόνταν και τον καθολικό ιερέα και πολιτικό, Aristide. Ο Aristide ωστόσο έθεσε υποψηφιότητα την τελευταία στιγμή στις εκλογές του 1990 και κέρδισε το 67% των ψήφων. Ο δεύτερος υποψήφιος, ένας υπάλληλος της Παγκόσμιας Τράπεζας, έλαβε μόνο το 14% παρά το γεγονός ότι υποστηρίχθηκε από τις ΗΠΑ. Μην ανησυχείτε, ο Aristide ανατράπηκε μόλις επτά μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του τον Φεβρουάριο του 1991 και ένα πραξικόπημα που υποστηρίχθηκε από την παλαιά οικονομική ελίτ έγινε τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου.

Έδρασε άψογα τo AIFLD που ήταν μια οργάνωση που χρησιμοποιούσε για δεκαετίες η CIA για να υπονομεύσει εργατικά σωματεία καθώς και η NED που επέδειξε το ταλέντο της στη διοχέτευση χρημάτων, στη δημιουργία μη κυβερνητικών οργανώσεων, στη χειραγώγηση των προεκλογικών εκστρατειών και στη διεξαγωγή εκστρατειών παραπληροφόρησης.

Όλη αυτήν την «τεχνογνωσία» η NED την οφείλει σε μεγάλο βαθμό στη μεγάλη εμπειρία που είχε αποκτήσει σε αυτόν τον τομέα η CIA, από τη διεύθυνση του υπουργείου Εξωτερικών που ήταν επιφορτισμένη με τη χορήγηση βοήθειας (USAID) και πολλές προσωπικότητες της συντηρητικής «ελίτ» που ασχολούνταν με τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών.

Με εξαίρεση τις τρομοκρατικές μεθόδους, η κυβέρνηση Ρέιγκαν πέρα από την Αϊτή χρησιμοποίησε τις ίδιες πρακτικές στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης : «μια σταυροφορία των ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία, η οποία εμφανιζόταν λιγότερο ιμπεριαλιστική στο βαθμό που υποτίθεται ότι ανταποκρινόταν άμεσα στις ανάγκες των διαφωνούντων και των μεταρρυθμιστών σε ολόκληρο τον κόσμο». Στις χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού » η απόσταση ανάμεσα στους κυβερνώντες και τους υπηκόους τους διευκόλυνε το έργο της NED και των οργανώσεων που είχε δημιουργήσει: χάρη στα δολάρια και στη διαφήμιση κατασκεύασαν χιλιάδες διαφωνούντες. Μόλις επιτεύχθηκε η καθεστωτική αλλαγή, οι περισσότεροι από αυτούς (όπως και οι οργανώσεις τους) εξαφανίστηκαν άδοξα.

Ωστόσο η Αϊτή είναι σήμερα η φτωχότερη χώρα της αμερικανικής ηπείρου και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της, ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Το 70% ζει με λιγότερο από 2 δολάρια την ημέρα. Η αύξηση των τιμών των τροφίμων σε παγκόσμια κλίμακα το 2008 οδήγησε σε μεγάλες εξεγερτικές ταραχές, όπου ο λαός φώναζε «είμαστε πεινασμένοι» για να εισπράξει από τις δυνάμεις κατοχής του ΟΗΕ σφαίρες με αποτέλεσμα αρκετούς νεκρούς και δεκάδες τραυματίες. Και το χειρότερο, έχει το μεγαλύτερο δείκτη παιδικής θνησιμότητας μαζί με το Αζερμπαϊτζάν, την Μποτσουάνα, την Μπουρκίνα Φάσο. Όμως ως τα σήμερα Κούβα η Αϊτή δεν έγινε. Θρίαμβος της Δημοκρατίας.

Τα Επερχόμενα

Η χειραγώγηση σήμερα, ο έλεγχος δηλαδή της «κοινής γνώμης» έχει στο οπλοστάσιο του τελεσφόρα όπλα. Τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ, εφημερίδες, το ίντερνετ το οποίο δίνει θεωρητικά το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης μέσα από τις λεγόμενες σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, που με ταχύτητα αστραπής μεταφέρουν πληροφορίες. Ωστόσο μέσα από τον καταιγισμό από πληροφορίες που αφειδώς και δωρεάν προσφέρουν οι σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, σε μεγάλο βαθμό δικαιώθηκε ο Μακιαβέλλι ο οποίος έγραφε για την χειραγώγηση των «υπηκόων»:

«Γενικά οι άνθρωποι κρίνουν περισσότερο με τα μάτια παρά με το μυαλό, γιατί ενώ όλοι βλέπουν, ελάχιστοι μπορούν να εννοήσουν. Ο καθένας βλέπει εκείνο που φαίνεται, λίγοι μπορούν να καταλάβουν την πραγματικότητα» (Ο Ηγεμών κεφ.ΧVVVV.)

Ταυτόχρονα μας νουθετούν με τα ανθρώπινα δικαιώματα τον σεβασμό της ατομικότητας, της ιδιωτικότητας και των ατομικών επιλογών. Παρουσιάζουν δηλαδή την κοινωνική ταξική θέση του καθενός ως αποτέλεσμα ατομικής επιλογής και όχι ως αποτέλεσμα σκληρών ταξικών δομών οικονομικών, πολιτικών ή πολιτισμικών.

Αυτά που περιγράφονται και καταγράφονται εδώ δεν έχουν κανένα σεβασμό σε καπιταλιστικές κυβερνήσεις παρά μόνο στα κινήματα αντίστασης, κάτι που δεν πρέπει να προκαλεί ανησυχία, γιατί υπάρχει βουνό ολόκληρο από προπαγανδιστές των αντιθέτων. Καθήκον μας είναι να μην καταπλακωθούμε και αναγκαστούμε να υποκύψουμε.

Ωστόσο οι καπιταλιστές παντού στον κόσμο και ως τις μέρες μας αδυνατούν να κατανοήσουν τα προβληματάκια που προκαλεί η ανισότητα, και ακόμα χειρότερα γι αυτούς δεν αντιλαμβάνονται ότι τα προβληματάκια αυτά πρέπει να επιλύονται πριν ξεσπάσει η επανάσταση. Διότι αν και όταν ξεσπάσει, θα πάρει τον δρόμο της και θα επιλύσει της ανισορροπίες με τον δικό της τρόπο. Και οι επαναστάσεις δεν είναι ούτε «αγνά» ούτε «ηθικά» κινήματα. Μα πραγματοποιούνται από απελπισμένους ανθρώπους που ξεπερνούν τους εαυτούς τους.

Γι αυτό ας τους προκαλέσουμε ανησυχία:

Δεν θα γίνουμε Κούβα.