Μία συνηθισμένη εικόνα

Posted on 6 Μαΐου, 2011 1:03 μμ από

105


Του Γαλαξιάρχη

Προχθές το βράδυ σε γειτονιά του κέντρου, συζητούσα με ένα φίλο, απολαμβάνοντας παράλληλα ένα σάντουιτς από τα «βρώμικα». Απορροφημένοι καθώς ήμασταν από την ψιλή κουβεντούλα, κάποια στιγμή και χωρίς να τους πάρουμε χαμπάρι, μία ντουζίνα κρανοφόρων πέρασε γοργά ανάμεσά μας. Κάτι πιτσιρικάδες με γκλοπ, ζωσμένοι με δακρυγόνα, σε σχηματισμό, κινούνταν σβέλτα ανάμεσα στα παρκαρισμένα. Μέσα στο γενικό γκάπα-γκούπα της αρβύλας στο δρόμο και του «αμυντικού εξοπλισμού» που βρόνταγε σε κάθε βήμα τους, ξεχώρισε η ατάκα «Ρε μαλάκα, γιατί μας πήραν από τα μπάχαλα; Χάσαμε την πλάκα«, με τη χαρακτηριστική βαριά μετεφηβική χροιά της φωνής του οπαδού στην κερκίδα. Πιτσιρικάδες είκοσι χρονών που τους χάλασαν το χαβαλέ…

Μόλις πέρασε η «σιδερόφραχτη» παρέα, ανακάλυψα ότι αυθόρμητα είχα σχεδόν κρύψει το σάντουιτς κάτω από το παλτό μου

Προς τι αυτή η ιστορία αθηναϊκής καθημερινότητας, θα μου πείτε. Ακριβώς γι’ αυτό, επειδή είναι αθηναϊκή, καθημερινή και κυρίως συνηθισμένη.

Όταν πριν πέντε χρόνια ήμουν στην Κωνσταντινούπολη, μου είχαν κάνει πολύ κακή εντύπωση η πληθώρα των ανδρών της στρατοχωροφυλακής αλλά και τα ουκ ολίγα καρακόλια (στρατιωτική αστυνομία) που σουλάτσαραν στην πιο «ευρωπαϊκή» πόλη της γείτονος χώρας. Την ίδια περίοδο, στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις όπου έτυχε να βρεθώ, οι αστυνομικοί, που ομολογουμένως δεν ήταν λίγοι, συνήθως κυκλοφορούσαν άοπλοι και με ελάχιστα απειλητική εμφάνιση. Έως και τουριστικές ατραξιόν θα τους χαρακτήριζες σε κάποιες περιπτώσεις. Αντίθετα, στην Τουρκία ήταν διάχυτη η εικόνα μίας «Ελλάδας του ’50», ίσως κάπως παραπάνω ενοχλητική λόγω συλλογικού ασυνείδητου.

Το προχθεσινό κρυμένο σάντουιτς κάτω από το παλτό με έκανε να συνειδητοποιήσω απότομα μία -ουδόλως καινούρια- πραγματικότητα.  Σε μία ακτίνα δύο χιλιομέτρων στο κέντρο της πρωτεύουσας η εικόνα κρανοφόρων και παλουκοφόρων παρατεταγμένων «στρατευμάτων» είναι τόσο συνηθισμένη όσο τα περίπτερα. Σε όλο τον ευρύτερο αστικό ιστό ένστολοι μηχανόβιοι παρενοχλούν την κυκλοφορία, με το χαρακτηριστικό διαπεραστικό (και άκρως ενοχλητικό) μπλε φως του φάρου να ανακλά σε τοίχους, τζαμαρίες, παρπρίζ και μάτια μπαφιασμένων οδηγών. Όχι, δεν είναι αυτή η πραγματικότητα που συνειδητοποίησα. Ήδη μετά το Δεκέμβρη του 2008 θα έπρεπε να ζω σε άλλη χώρα για να μην καταλάβω τι άλλαζε στις γειτονιές της Αθήνας…

Αυτό που συνειδητοποίησα είναι το πόσο απλά έχει περάσει στην καθημερινότητά μας ένα στρατοκρατούμενο κέντρο ευρωπαϊκής πρωτεύουσας, που πλέον δεν του δίνουμε και ιδιαίτερη σημασία. Βάζοντας δίπλα-δίπλα τις εικόνες της σημερινής Αθήνας με εκείνες της Κωνσταντινούπολης πριν πέντε χρόνια, εκείνο που τότε ενοχλούσε στην «υπανάπτυκτη» Τουρκία φαντάζει με κοσμοπολιτισμό συγκρινόμενο με την μεταμοντέρνα λατινοαμερικανοποίηση της «σύγχρονης» Ελλάδας. Αναρωτιέμαι πόση εντύπωση θα μου προκαλούσε ένας ένστολος Άγγλος που θα κυκλοφορούσε με ημιαυτόματο ανά χείρας ανάμεσα σε μανάδες με τα πιτσιρίκια τους. Ή μία ντουζίνα κρανοφόρων Βέλγων με ασπίδες να στέκονται απειλητικοί πλάι στις χαχανίζουσες αρμαθιές τουριστών που χαζεύουν το γυμνό αγαλματάκι Manneken Pis να κατουράει. Ή δεκάδες ζευγάρια μαυροντυμένων μηχανόβιων Ιρλανδών με αναμένους φάρους να πηγαινοέρχονται πάνω-κάτω ανά δίλεπτο στις όχθες του γκρίζου Λίφι. Στην Αθήνα του 2011 είναι συνηθισμένο το αυτόματο πάνω από σχολική σάκα, η ασπίδα δίπλα από ιμιτασιόν Prada τσαντάκι και το γκλοπ να σκουντάει το χαρτοφύλακα. Ζουν ανάμεσά μας…

Το σάντουιτς όμως συγκεκριμένα, μου θύμισε και κάτι άλλο ακόμη πιο σημαντικό. Την εικόνα του μπάτσου-εξουσιαστή σε αντιδιαστολή με τον πολίτη-εξουσιαζόμενο. Εξαιρώντας κάτι τροχαίους και φραπεδόβιους αστυνομικούς, που κινούνται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, όλα τα υπόλοιπα ένστολα τμήματα (και είναι μπόλικα πανάθεμά τα) που επιτηρούν τη «Δημόσια Τάξη», άσχετα αν η νέα ταμπέλα του καταστήματος γράφει «Προστασία του Πολίτη», πυροδοτούν τη συλλογική μνήμη της «εθνικοφροσύνης»: του κράτους αφέντη και του πολίτη ύποπτου. Η εμφάνιση, το παρουσιαστικό και οι κινήσεις που φωνάζουν ακόμη και στον πλέον καλοπροαίρετο: «Ο Νόμος είμαι Εγώ!«. Μην κοιτάς στα μάτια. Κάνε λίγο πέρα. Στρίψε το σώμα να μην έρχεται αντιμέτωπο με το «Νόμο». Κρύψε το σάντουιτς… είναι ύποπτα «βρώμικο».

Δεν γνωρίζω πόσοι και ποιοι νιώθουν ασφαλέστεροι σε αυτήν την καθημερινότητα, δεν  αλλάζουν αυτόματα ελαφρώς την πορεία τους όταν συναντιούνται με τους πέτσινους πραιτοριανούς, ή δεν σφίγγουν το χέρι του παιδιού τους όταν περνούν μπροστά από ειδικό φρουρό με παρατεταμένο το ΜΡ5. Δεν μπορώ να κατανοήσω την ψυχασθένεια εκείνου που τη βρίσκει με την εικόνα του παραφουσκωμένου ένοπλου πιτσιρικά, ο οποίος, αν δεν έψαχνε μπάχαλα να «κάνει χαβαλέ» στο όνομα του νόμου, θα πλακωνόταν σε κάποιο γήπεδο με άλλους παραφουσκωμένους πιτσιρικάδες στο όνομα της φανέλας. Μπορώ όμως σίγουρα να μπω στην ψυχοσύνθεση του δυνάμει υπόπτου στην καθημερινότητά του. Κι αν αυτό αποτελεί κεντρικό σχεδιασμό, τότε σίγουρα πετυχαίνει.

Μία μέρα μετά…

Η τραγική ειρωνία της ομόφωνης αθώωσης του Σίμου Σεϊσίδη ήρθε ένα εικοσιτετράωρο μετά το περιστατικό με το «ύποπτο σάντουιτς» να μας ρίξει ένα νέο χαστούκι. Κάποιος άλλος παραφουσκωμένος πιτσιρικάς πριν ένα χρόνο αποφάσισε ότι ο Σίμος ήταν τόσο επικίνδυνος ώστε να έχει το δικαίωμα να του σακατέψει το πόδι με έναν πυροβολισμό οδηγωντας τον στον αναπόφευκτο ακρωτηριασμό. Έτσι απλά. Γιατί αυτή ήταν η εντολή. Κι εκείνο το περιστατικό ενταγμένο στην καθημερινότητά μας. Όπως οι κουκουλοφόροι ασφαλίτες που, σε πακέτα των έξι, συνοδεύουν και διασύρουν ξεκουκούλωτους εικοσάχρονους «τρομοκράτες». Όπως το ξεβράκωμα μαθητών για «εξακρίβωση στοιχείων». Όπως και οι εννιά σφαίρες στην πλάτη ενός εργάτη, οι οποίες βλήθηκαν από την… κακιά την ώρα. Σκηνές της καθημερινότητας κι αυτές. Μία-μία και όλες μαζί σε ένα σύγχρονο παζλ αστυνομοκρατίας και αυθαιρεσίας του 21ου αιώνα που ζει κάτω από το πετσί μας και γίνεται ένα με αυτό.

Δεν με ενοχλεί τόσο που συμβαίνει, όσο ότι θεωρείται συνηθισμένο. Αυτό μου φαίνεται αδιανόητο…

Zαphod

Short Link: http://wp.me/p1pa1c-9QP