[Αναδημοσίευση]
Του Σταύρου Δ. Μαυρουδέα (*)
Δημοσιεύθηκε στο euro2day
Οι πρόσφατες αντιπαραθέσεις σχετικά με τις δια στόματος τρόϊκας εξαγγελίες για ένα κολοσσιαίο πακέτο εκποίησης δημόσιας περιουσίας είναι μία ακόμη ένδειξη του αδιεξόδου της στρατηγικής με την οποία η σημερινή κυβέρνηση αλλά και οι ιθύνοντες κύκλοι του συστήματος δοκιμάζουν να αντιμετωπίσουν την κρίση στη χώρα μας.
Η στρατηγική αυτή απορρέει από την προσπάθεια να παραμείνει η Ελλάδα πάση θυσία μέσα στην ΕΕ ακόμη και σαν ένα απλό προτεκτοράτο. Έτσι, όταν η Ουγγαρία έχει κάνει ήδη την «εξέγερση» της, η Ιρλανδία ετοιμάζεται να απαιτήσει τουλάχιστον την ευνοϊκότερη επαναδιαπραγμάτευση του δικού της προγράμματος «σωτηρίας» και η Πορτογαλία ανθίσταται στις πιέσεις να μπει οικειοθελώς στον Γολγοθά ενός δικού της Μνημονίου, η ελληνική κυβέρνηση υπερθεματίζει – παρ’ όλες τις επικοινωνιακές υποκρισίες και τα κροκοδείλια δάκρυα – στις επιταγές των ΕΕ-ΔΝΤ.
Φυσικά, με τον τρόπο αυτό εξωθεί στα όρια τους τις αντοχές της μεγάλης πλειοψηφίας των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων αλλά ακόμη και τμημάτων του κεφαλαίου.
Η στρατηγική της υπό οποιουσδήποτε όρους συμμόρφωσης με τις επιταγές των ηγεμονικών δυνάμεων της ΕΕ αποτελεί το αναγκαίο συνεπακόλουθο της σύγχρονης «Μεγάλης Ιδέας» του ελληνικού κεφαλαίου που ήταν η αναβάθμιση του μέσα στο διεθνές πολιτικο-οικονομικό σύστημα μέσω του συνεταιρισμού του με άλλα ισχυρότερα και πιο αναπτυγμένα κεφάλαια στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Η σύγχρονη αυτή «Μεγάλη Ιδέα» – όμοια με την παλιότερη – προβλήθηκε στις υπόλοιπες μερίδες της ελληνικής κοινωνίας ως επωφελής, περίπου σαν την αλήστου μνήμης έκφραση «θα φάμε με χρυσά κουτάλια».
Μόνο με τον τρόπο αυτό θα γινόταν αποδεκτή σε μία εποχή έντονου ριζοσπαστισμού της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, η σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα» αποδεικνύεται ότι έχει σοβαρά κόστη και πιθανά οδηγεί σε μία νέα καταστροφή της χώρας, αντίστοιχης με την παλαιότερη της.
Στα πλαίσια της η ελληνική οικονομία αποβιομηχανοποιήθηκε και έχασε την ανταγωνιστικότητα της τόσο έναντι των ευρωπαίων όσο όμως και έναντι των άλλων βασικών ανταγωνιστών της. Το μόνο προσωρινό αντίδοτο ήταν η με τις πλάτες της ΕΕ επέλαση του ελληνικού κεφαλαίου στο Βαλκανικό Ελντοράντο του, που για ένα διάστημα στήριξε σημαντικά την κερδοφορία του αλλά τελείωσε με το ξέσπασμα της σημερινής οικονομικής κρίσης.
Με την ένταξη στην ΟΝΕ η κατάσταση επιδεινώθηκε περισσότερο καθώς εκχωρήθηκαν εργαλεία οικονομικής πολιτικής (π.χ. η νομισματική πολιτική) ενώ η Ελλάδα δέθηκε ακόμη πιο στενά στο νέο-μερκαντιλιστικό οικοδόμημα της ΕΕ όπου τα εμπορικά ελλείμματα των περιφερειακών χωρών αποτελούν τα πλεονάσματα του ηγεμονικού πυρήνα γύρω από την Γερμανία.
Μάλιστα η «σκληρότητα» του ευρώ (στα πλαίσια της μάλλον ατυχήσασας πλέον προσπάθειας του να ανταγωνιστεί το δολάριο) επιδείνωσε ακόμη περισσότερο το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων όχι μόνο στο εσωτερικό της ΕΕ αλλά και στις άλλες αγορές.
Το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης έφερε στην επιφάνεια όλα αυτά τα προβλήματα με τον πιο έντονο τρόπο. Τα κρατικά προγράμματα στήριξης της ιδιωτικής κερδοφορίας μετέτρεψαν ειδικά για την ΕΕ την κρίση σε δημοσιονομική (καθώς η ΕΕ αποτελεί μία βολονταριστική μη-βέλτιστη νομισματική περιοχή).
Ο ηγεμονικός πυρήνας της, παρόλα τα πλούσια οικονομικά οφέλη που αποκόμισε όλα τα προηγούμενα χρόνια, αποδεικνύεται εξαιρετικά φειδωλός στο να διαθέσει σημαντικά κεφάλαια για την σωτηρία του δικού του δημιουργήματος.
Αντίθετα, μηχανεύεται μηχανισμούς οικονομικού ξεζουμίσματος των περιφερειακών χωρών. Η προ-κυκλική συνταγή της εσωτερικής υποτίμησης (δηλαδή της άγριας αφαίμαξης των μισθοσυντήρητων στρωμάτων) και του ανταγωνιστικού αποπληθωρισμού (δηλαδή της απαξίωσης των περιουσιακών στοιχείων και της αντί πινακίου φακής εξαγοράς τους από ξένα κεφάλαια) βυθίζει την χώρα μας σε μία παρατεταμένη ύφεση ενώ το βιοτικό επίπεδο της μεγάλης πλειοψηφίας των πολιτών καταβαραθρώνεται με άδηλες προοπτικές ανάκαμψης.
Όλες σχεδόν οι μέχρι τώρα οικονομικές προβλέψεις του Μνημονίου έχουν διαψευσθεί ενώ η επιδείνωση του διεθνούς πολιτικού και οικονομικού κλίματος, τόσο μέσα στην ΕΕ όσο και διεθνώς, κάνει ακόμη ζοφερότερες τις προοπτικές.
Είναι πλέον σαφές ότι το πρόγραμμα του Μνημονίου είναι αδιέξοδο και ακόμη και οι υποστηρικτές του ελπίζουν σε έναν από μηχανής θεό που όμως δεν φαίνεται στον ορίζοντα όπως δείχνουν οι τρέχουσες ευρωπαϊκές αντιπαραθέσεις. Aλλά και αυτοί που προτείνονται (επιμήκυνση, ευρω-ομόλογο, οικονομική διακυβέρνηση κλ.π) είναι συνολικά απεχθέστεροι για την Ελλάδα, ακόμη και από αυτό το Μνημόνιο.
Σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, απαιτείται μία ριζοσπαστική επανεξέταση στρατηγικής. Ιδιαίτερα απαιτείται να επανεξετασθεί αυτό που αποτελεί ανάθεμα για τους κατεστημένους κύκλους: η έξοδος από την ΕΕ.
Είναι σαφές ότι μία τέτοια στρατηγική θα έχει κόστος, όμως το κόστος αυτό μπορεί να είναι μικρότερο από τα κολοσσιαία και αδιέξοδα κόστη της μνημονιακής στρατηγικής και ταυτόχρονα η χώρα να ξαναποκτήσει την εθνική της κυριαρχία που πλέον χάνει με ραγδαίους ρυθμούς. Με τον τρόπο αυτό θα ξαναποκτήσει αναγκαία εργαλεία οικονομικής πολιτικής (νομισματική, δημοσιονομική, βιομηχανική, εμπορική κλπ.) που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σύμφωνα με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.
Μία απλή έξοδος από την ΟΝΕ, ιδιαίτερα για μία λιγότερο αναπτυγμένη χώρα σαν την Ελλάδα, είναι ατελέσφορη καθώς θα συνεχίσει να δεσμεύεται από τους κανόνες της κοινής αγοράς έχοντας απλά ένα αδύναμο νόμισμα.
Η αποδέσμευση από την ΕΕ πρέπει να συνοδευθεί από:
(1) Την άρνηση του εξωτερικού χρέους που θα απαλλάξει την χώρα από την δαμόκλεια σπάθη του εξωτερικού χρέους. Άλλωστε, όπως έδειξε και η περίπτωση της Αργεντινής, οι περισσότεροι ξένοι δανειστές θα τρέξουν γρήγορα να διαπραγματευθούν την διευθέτηση των χρεών.
(2) Την εισαγωγή ελέγχων στην κίνηση των κεφαλαίων έτσι ώστε να αποφευχθεί η φυγή στο εξωτερικό.
(3) Την κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος (που ούτως ή άλλως στηρίζεται σκανδαλωδώς από το δημόσιο) έτσι ώστε να αποφευχθεί η κατάρρευση του και να χρησιμοποιηθεί για την χρηματοδότηση της οικονομίας.
(4) Την δημιουργία ενός πραγματικού συστήματος προοδευτικής φορολογίας έτσι ώστε να τονωθεί η ζήτηση των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων και να ενισχυθεί έτσι η οικονομία με το ταυτόχρονο κυνήγι της φοροδιαφυγής και ιδιαίτερα αυτής που καμία κυβέρνηση δεν αγγίζει (των μεγάλων επιχειρήσεων και των ευκατάστατων στρωμάτων) για να εξευρεθούν πόροι για την αναπτυξιακή ενίσχυση της οικονομίας.
(5) Την για περιορισμένο χρονικό διάστημα ελεγχόμενη διολίσθηση της ισοτιμίας του νομίσματος, έτσι ώστε να διευκολυνθεί η εμπορική ανταγωνιστικότητα σε συνδυασμό με ένα σύστημα ελέγχου των τιμών έτσι ώστε να μην υπάρξουν αδικαιολόγητες πληθωριστικές αυξήσεις ιδιαίτερα στα είδη μαζικής κατανάλωσης. Η πολιτική αυτή θα διευκολύνει επίσης την βιομηχανική και παραγωγική αναγέννηση της οικονομίας.
Τέλος, μία τέτοια στρατηγική πρέπει να συνοδεύεται από ένα πρόγραμμα παραγωγικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας που θα στηρίξει υπάρχοντες, θα ξαναγεννήσει παλιούς και θα δημιουργήσει νέους κλάδους παραγωγής.
Η στρατηγική αυτή δεν είναι καν καινοφανής αλλά αποτελεί περίπου εγχειριδιακή λύση. Μπροστά στα καταφανή αδιέξοδα της εναλλακτικής της (αυτής του Μνημονίου) αξίζει τουλάχιστον μία σοβαρή συζήτηση.
Το ότι συνειδητά αποσιωπείται είναι μία απόδειξη των ισχυρών συμφερόντων και δεσμεύσεων που υπάρχουν πίσω από την μνημονιακή στρατηγική. Όμως, όπως αποδεικνύεται πλέον ολοένα και περισσότερο, τα ισχυρά αυτά συμφέροντα αντίκεινται στα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού της χώρας μας. Και, όπως έλεγαν και οι παλιότεροι, κάποτε πρέπει αυτός ο λαός να γίνει αφέντης στη χώρα του.
* Ο κ. Σταύρος Δ. Μαυρουδέας είναι Αν.Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Αναδημοσιεύει από το Αριστερό Βήμα η Jaquou Utopie
Julien Chaulieu
19 Φεβρουαρίου, 2011 1:45 μμ
Too late….
Η έξοδος θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί εδώ και κάτι χρόνια
Julien Chaulieu
19 Φεβρουαρίου, 2011 1:47 μμ
H έξοδος θα έπρεπε να έχει ήδη πραγματοποιηθεί εδώ και κάτι χρόνια…
μάλλον είναι αργά τώρα
Julien Chaulieu
19 Φεβρουαρίου, 2011 1:47 μμ
τεστ
Julien Chaulieu
19 Φεβρουαρίου, 2011 1:48 μμ
Λίγο αργά μάλλον… η έξοδος θα έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί εδώ και χρόνια…
Αρουραίος
20 Φεβρουαρίου, 2011 9:19 πμ
Μεγαλοϊδεατισμός: Η καρδιά του εθνικισμού της Ελληνικής ολιγαρχίας/αστικής τάξης. Επιθετικός (όπως και κάθε εθνικισμός) μα και ταυτόχρονα δουλικός (με συνείδηση δηλαδή της ανικανότητας να πετύχει τους στόχους του χωρίς τους ανάλογους «προστάτες»…)
Ένα «όνειρο» που έρχεται και ξανάρχεται και πουλιέται στο πόπολο με το ένα ή το άλλο περιτύλιγμα.
-Θα είναι με το περιτύλιγμα της «απελευθέρωσης των πάτριων εδαφών» ή με το περιτύλιγμα της «Ελλάδας-οικονομικής κυρίαρχης των Βαλκανίων»;
-Θα είναι με το περιτύλιγμα της «Αδικημένης» ή με αυτό της «Ισχυρής» Ελλάδας;
-Θα είναι με το περιτύλιγμα του «Αντιπροσώπου του δυτικού πολιτισμού» ή του «Ανάδελφου έθνους που πρέπει να επιβιώσει περικυκλωμένο από εχθρούς»;
Το έχουμε δει σε κάθε συσκευασία, με κάθε αστική κυβέρνηση (ή χούντα, γιατί μερικοί νομίζουν ότι η χούντες δεν είναι μορφές αστικής διακυβέρνησης…)
Και φυσικά ως είθισται…η Εθνική Τραγωδία.
Κάποιοι μας άδειασαν, κάποιοι δεν αντεπεξήλθαν στις απαιτήσεις, κάποιοι δεν μας έβλεπαν με καλό μάτι, κάποιοι δεν μπόρεσαν να δουν το ιστορικό μας καθήκον, κάποιοι δεν ήταν αρκετά μαχητικοί/παραγωγικοί/πιστοί κλπ (η γνωστή Ελληνική πέμπτη φάλαγγα που συνήθως την αποτελούν οι εργαζόμενοι και οι…κομμουνιστές).
Κάποιοι δεν ήταν αρκετά Έλληνες εν τέλει και….την πατήσαμε!
Μια ιστορία επαρκώς τραγική (για τις επιπτώσεις στο λαό μας), μα και επαρκώς γελοία, όταν δει κανείς τις μαριονέτες που κρύβονται πίσω της. Άνθρωποι συνήθως ανίκανοι, μα αρκετά αδίστακτοι και σάπιοι ώστε να μην υπολογίζουν το κακό που προκαλούν μπροστά στην δική τους βολή. Αλαζόνες, που μέσα από την ισχύ των πατρώνων τους καμαρώνουν για τις «επιτυχίες» τους (που καταλήγουν όπως πάντα στην…Ελβετία), δεν τους νοιάζει αν ο άρτος που πετάνε στο πόπολο γίνει κάποτε πικρό ψωμί.
Γιατί βλέπετε οι πάτρωνες όταν οι καιροί γίνουν δύσκολοι έχουν να κοιτάξουν το δικό τους κώλο και παίρνουν στο πολλαπλάσιο πίσω την όποια «εύνοια», την «μεγαλοψυχία» τους που δεν μας έβαλαν στην κατηγορία «Ουγκάντα»…
Ουγκάντα είπα;
«Ούτε σε Αφρικανικές χώρες αισχίστης υποστάθμης δεν αφήνουν απλήρωτους τους εργαζόμενους» (στις πρεσβείες), λέει ο πρέσβης μας στην Πραιτόρια. Φράση υπερβολική προφανώς, που δείχνει απ’ την μία την τσαντίλα του πρέσβη (που τόσο καιρό φυσικά που έπεφτε το χρήμα δεν έλεγε κουβέντα), αλλά και την κατάντια του «Κυρίαρχου των Βαλκανίων» που δεν μπορεί να πληρώσει ούτε τους στοιχειώδεις αντιπροσώπους του ανά τον κόσμο…ενώ το φαγοπότι συνεχίζεται! («Την ίδια στιγµή οι παρεούλες στο ΥΠΕΞ περνούν µια χαρά, καθώς, όπως γράψαµε στο περασµένο φύλλο, διπλασιάστηκαν τα µυστικά κονδύλια, από τα οποία κάποιοι τρώνε και πίνουν χωρίς να δίνουν λογαριασµό σε κανέναν!!!», http://www.topontiki.gr/article/14045 )
Πάντως συνολικά το άρθρο δείχνει ότι μερικές φορές δεν χωρίζει τόσο μεγάλο βάραθρο τις απόψεις.
Αρκεί να υπάρχει η επιλογή να παλέψει πραγματικά κανείς για μια άλλη διέξοδο κι όχι να ρίχνει τουφεκιές στον αέρα…έτσι δεν είναι Μητσάρα;
teo
20 Φεβρουαρίου, 2011 11:19 μμ
Η Σοφία Σακοράφα έχει ζητήσει να δημιουργηθεί επιτροπή λογιστικού ελέγχου του χρέους, έτσι ώστε να δούμε πόσα από αυτά που χρωστάμε τα έφαγαν οι πολιτικοί μαζί με τους προμηθευτές και πόσα πρέπει να πληρώσουμε τελικά. Είναι κρίσιμο να υποστηρίξουμε την πρόταση της, για εμάς και τα παιδιά μας. Παρακαλώ υπογράψτε ένα σχετικό petition, έτσι ώστε να δώσουμε μια δυναμική στην πρόταση της. Επίσης διαδώστε το ΟΣΟ μπορείτε.
http://www.gopetition.com/petition/43171.html
Αρουραίος
21 Φεβρουαρίου, 2011 10:00 πμ
Κι ένα ενδιαφέρον άρθρο από τον Λαβαβίτσα:
Τι επιδιώκει η κ. Μέρκελ;
Tου Κωστα Λαπαβιτσα*
Σχέδια για τη διάσωση της Ευρωζώνης έχουν υπάρξει πολλά, και αναμένονται και άλλα. Παρά τις διαφορές τους, συνήθως συμφωνούν σε ένα σημείο: η Γερμανία χειρίζεται την κρίση λανθασμένα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι υπέρμαχοι του ευρωομόλογου, που πιστεύουν ότι η έλλειψη ευρωπαϊκού οράματος της κ. Μέρκελ θα καταστρέψει το ευρώ.
Η πολιτική της Γερμανίας δεν είναι αυθαίρετη. Γεννάει βέβαια αντιφάσεις, αλλά αυτές οφείλονται στη σκληρή πραγματικότητα και όχι στην κ. Μέρκελ. Το πρόβλημα της Ευρωζώνης είναι ότι οι χώρες της περιφέρειας είναι στην ουσία χρεοκοπημένες. Το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος της Ισπανίας, της Πορτογαλίας και της Ελλάδας τον Δεκέμβριο του 2009 ήταν περίπου 7 τρισ. ευρώ. Τα 2,6 τρισ. ήταν εξωτερικό και το υπόλοιπο εγχώριο. Το ετήσιο εθνικό προϊόν των τριών χωρών κυμαίνεται στο 1,5 τρισ. Με επιτόκια 6-7% και ρυθμούς ανάπτυξης αρνητικούς, ή κοντά στο μηδέν, δεν υπάρχει περίπτωση να μπορέσουν να εξυπηρετήσουν το χρέος τους.
Το εξωτερικό χρέος της περιφέρειας κατέχεται κυρίως από τις τράπεζες του κέντρου, που είναι εκτεθειμένες σε αναλογία πολλαπλάσια του κεφαλαίου τους. Και μόνο η επίσημη χρεοκοπία της Ελλάδας και της Πορτογαλίας θα αρκούσε για να τις απειλήσει σοβαρά. Αν χρεοκοπούσε και η Ιρλανδία και η Ισπανία, οι ευρωπαϊκές τράπεζες θα κατέρρεαν, επιφέροντας συντριπτικό πλήγμα στο ευρώ.
Η διάσωση, λοιπόν, του ευρώ απαιτεί τη σωτηρία των τραπεζών του κέντρου μέσω της αντιμετώπισης του προβληματικού χρέους της περιφέρειας. Πρόκειται για πραγματική οικονομική ζημία εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, που δεν απαλείφεται με λογιστικά τρικ. Ποιος θα την επωμισθεί; Αν οι τράπεζες αναλάβουν σημαντικό μέρος της, θα πρέπει να γίνει αναπλήρωση του κεφαλαίου τους. Αν πάλι το Ταμείο Σταθερότητας απορροφήσει τα ομόλογα και μετεξελιχθεί σε «κακή τράπεζα», θα χρειαστεί αντίστοιχα μεγάλο κεφάλαιο. Η χειρότερη εκδοχή είναι να αναλάβει τη ζημία η ΕΚΤ. Ο ισολογισμός της θα πλημμυρίσει από κρατικά χαρτιά που έχουν ήδη χαρακτηριστεί «σκουπίδια», και η αξιοπιστία του ευρώ θα καταβαραθρωθεί.
Στην πράξη, ο κύριος όγκος της ζημίας απειλεί να καταλήξει στις πλάτες του γερμανικού δημόσιου τομέα. Εδώ τα περιθώρια είναι στενά για την κ. Μέρκελ. Το εθνικό προϊόν της Γερμανίας είναι της τάξεως των 3,3 τρισ. ευρώ, άρα η ζημία είναι τεράστια και για την ίδια. Το εργατικό εισόδημα έχει μείνει παγωμένο για δύο δεκαετίες και δεν θα σηκώσει εύκολα άλλη φορολογική πίεση. Η γερμανική εργατική τάξη δεν έχει εξάλλου την παραμικρή διάθεση να διασώσει το ευρώ.
Κατά συνέπεια, η πολιτική κ. Μέρκελ καθορίζεται από δύο επιδιώξεις. Πρώτον, να απαλλάξει τις τράπεζες από το χρέος και, δεύτερον, να αναγκάσει την περιφέρεια να απορροφήσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μέρος της ζημίας. Ετσι, η ΕΚΤ παρέχει ρευστότητα στις τράπεζες και δέχεται ως εγγύηση τα «σκουπίδια» της περιφέρειας, τα οποία ξεφορτώνονται οι τράπεζες. Το Ταμείο Σταθερότητας προσφέρει δανεισμό έκτακτης ανάγκης στην περιφέρεια, αλλά με υψηλό επιτόκιο και επιβολή σκληρής λιτότητας. Το εισόδημα των εργαζομένων της περιφέρειας απορροφά τη ζημία του χρέους.
Η πολιτική αυτή εμπεριέχει αντιφάσεις. Οσο η ΕΚΤ θα μαζεύει «σκουπίδια», τόσο θα κινδυνεύει η ίδια από μια πιθανή χρεοκοπία. Οσο θα συνεχίζεται η λιτότητα, τόσο θα υποχωρεί η ανάπτυξη, και άρα θα μεγαλώνει ο κίνδυνος της χρεοκοπίας. Συνεπώς η Γερμανία είναι αναγκασμένη να κάνει ελιγμούς ώστε να αποτρέπεται η επίσημη χρεοκοπία για όσο διάστημα θα κινδυνεύουν οι τράπεζες. Μπορεί, για παράδειγμα, να επιτρέψει στο Ταμείο Σταθερότητας να δανειστεί για να αγοράσει μέρος του προβληματικού χρέους. Αυτός θα είναι και ο μόνος τύπος ευρωδανεισμού που θα εγκρίνει, χωρίς βεβαίως να άρει τα μέτρα λιτότητας. Μπορεί ακόμη να δεχτεί μερική επιμήκυνση του χρέους. Μόλις λήξει ο συναγερμός για τις τράπεζες, η Γερμανία θα τακτοποιήσει τους λογαριασμούς της με τους χρεοκοπημένους με μεγαλύτερη ευχέρεια.
Για την περιφέρεια το μέλλον επιφυλάσσει οικονομικό, κοινωνικό και εθνικό μαρασμό. Κάποια στιγμή θα το αντιληφθεί, θα προχωρήσει σε μονομερή διαγραφή του χρέους, και θα ξεκινήσει τη διαδικασία απεμπλοκής από το ευρώ. Η παρούσα ελληνική κυβέρνηση μάλλον δεν θα είναι εκεί για να διαπιστώσει τις ραγδαίες αλλαγές που θα ακολουθήσουν.
* Καθηγητής Οικονομικών στη σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Λονδίνου
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_1_13/02/2011_432439