Η ψυχοπαθολογία της αποικιοκρατίας

Posted on 24 Οκτωβρίου, 2010 11:50 μμ από

4


Η Αλγερινή Επανάσταση θα νικήσει! (Μπουρχάν Καρκουλτί 1960)

Απόσπασμα από το βιβλίο του Φραντς Φανόν* “Les Damnés de la Terre” (Της Γης οι Κολασμένοι) – εκδόσεις “Maspero” 1961 –Πρόλογος από τον Ζαν Πωλ Σαρτρ.

Τη μετάφραση και την επιλογή έκανε το Καπυμπάρα

Στο απόσπασμα επιλέξαμε δύο αυθεντικά ψυχιατρικά ιστορικά από την εποχή που ο συγγραφέας ήταν διορισμένος ως ψυχίατρος στην γαλλοκρατούμενη Αλγερία. Επιλέχτηκαν γιατί αποτυπώνουν με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο τις επιπτώσεις που είχε η αποικιοκρατική καταπίεση και ο πόλεμος της ανεξαρτησίας στον ψυχισμό τόσο των αποικιοκρατών, όσο και των αποικιοκρατούμενων.

Σειρά Α΄ – Ιστορικό 5. Ευρωπαίος αστυνομικός επιθεωρητής, που βασανίζει τη σύζυγο και τα παιδιά του.

Ο Ρ. είναι τριάντα ετών. Ήρθε να ζητήσει τη συμβουλή μας με δική του πρωτοβουλία. Ήταν αστυνομικός επιθεωρητής και δήλωσε ότι για αρκετές βδομάδες «τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά». Ήταν παντρεμένος με τρία παιδιά. Κάπνιζε πολύ: πέντε πακέτα την ημέρα. Είχε χάσει την όρεξή του και ο ύπνος του ταρασσόταν συχνά από εφιάλτες. Οι εφιάλτες αυτοί δεν είχαν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Αυτό που τον ενοχλούσε περισσότερο ήταν αυτό που αποκαλούσε «εκρήξεις τρέλας». Καταρχάς, δεν του άρεσε να του αντιμιλούν:

Μπορείς να μου το εξηγήσεις αυτό γιατρέ; Από τη στιγμή που κάποιος θα μου φέρει αντίρρηση, θέλω να τον χτυπήσω! Ακόμα κι εκτός δουλειάς, νιώθω να θέλω να κανονίσω τους τύπους που μπαίνουν στο δρόμο μου, ακόμη και  χωρίς κανέναν πραγματικά λόγο. Άκου για παράδειγμα αυτό. Ας υποθέσουμε ότι πηγαίνω στο περίπτερο για εφημερίδα. Έχει πολύ κόσμο. Πρέπει φυσικά να περιμένει κανείς. Απλώνω το χέρι μου (ο περιπτεράς είναι φίλος μου) για να πάρω την εφημερίδα. Κάποιος στην ουρά, μου ρίχνει ένα προκλητικό βλέμμα και μου λέει «περίμενε τη σειρά σου». Λοιπόν, νιώθω ότι θέλω να τον χτυπήσω και σκέφτομαι, «αν σ’ είχα για λίγες ώρες στα χέρια μου φιλαράκο, δεν θα έδειχνες τόσο έξυπνος μετά».

Ο ασθενής δυσανασχετεί με τους θορύβους. Στο σπίτι θέλει διαρκώς να χτυπήσει τους πάντες. Για την ακρίβεια, χτυπά πράγματι τα παιδιά του, ακόμη και το βρέφος των είκοσι μηνών, με ασυνήθιστη βαρβαρότητα.

Όμως αυτό που τον τρόμαξε πραγματικά συνέβη όταν ένα απόγευμα η σύζυγός του τον κατέκρινε επειδή χτυπούσε τα παιδιά του πάρα πολύ. (Μάλιστα του είπε «στο λόγο μου, θα ‘λεγε κανείς ότι τρελαίνεσαι.») Έπεσε πάνω της, τη χτύπησε, την έδεσε σε μια καρέκλα, μονολογώντας: «θα σου μάθω μια και καλή ότι εγώ είμαι το αφεντικό σ’ αυτό το σπίτι».

Ευτυχώς τα παιδιά του άρχισαν να φωνάζουν και να κλαίνε. Τότε συνειδητοποίησε πλήρως τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς του, έλυσε τη σύζυγό του και την επόμενη μέρα αποφάσισε να συμβουλευτεί έναν γιατρό, «έναν ειδικό για τα νεύρα». Δήλωσε πως «παλιά, δεν ήταν έτσι», είπε ότι πολύ σπάνια τιμωρούσε τα παιδιά του και  πως σε κάθε περίπτωση ποτέ δεν καβγάδιζε με τη γυναίκα του. Τα παρόντα φαινόμενα εμφανίστηκαν «απ’ όταν ξεκίνησαν οι μπελάδες». «Η αλήθεια είναι», είπε,

«ότι τώρα πρέπει να δουλεύουμε σαν στρατιωτικοί. Την προηγούμενη βδομάδα για παράδειγμα, λάβαμε μέρος σε επιχειρήσεις, σαν να ήμασταν μέλη του στρατού. Αυτοί οι κύριοι στην κυβέρνηση λένε ότι δεν υπάρχει πόλεμος στην Αλγερία και πως το χέρι του νόμου, δηλαδή η αστυνομία, οφείλει να αποκαταστήσει την τάξη. Αλλά στην Αλγερία υπάρχει ένας πόλεμος που συνεχίζεται και όταν ξυπνήσουν και το ανακαλύψουν θα είναι πολύ αργά Αυτό που με σκοτώνει περισσότερο απ’ όλα είναι τα βασανιστήρια. Δεν ξέρεις τι είναι αυτό, ε; Κάποιες φορές βασανίζω ανθρώπους για εννιά ώρες στη σειρά…»

– Τι παθαίνεις όταν βασανίζεις;

Μπορεί να μην το συνειδητοποιείς, αλλά είναι πολύ κουραστικό… Η αλήθεια είναι ότι το κάνουμε με βάρδιες, αλλά το σημαντικό είναι να ξέρεις πότε να παραχωρήσεις τη θέση σου στον επόμενο. Ο καθένας νομίζει ότι θα αποσπάσει τις πληροφορίες ανά πάσα στιγμή και φροντίζει έτσι ώστε το πουλάκι να μην πετάξει στη βάρδια του επόμενου, αφού αυτός τον έχει μαλακώσει έτσι ωραία, και πάρει ο άλλος όλη τη δόξα και την τιμή γι’ αυτό. Έτσι, άλλες φορές τους αφήνουμε να φύγουν και άλλες όχι.

Κάποιες φορές προσφέρουμε στον τύπο ακόμη και λεφτά, λεφτά από την τσέπη μας, προσπαθώντας να τον κάνουμε να μιλήσει. Το πρόβλημά μας είναι το ακόλουθο: μπορείς να κάνεις αυτόν τον τύπο να μιλήσει; Είναι θέμα προσωπικής επιτυχίας. Βλέπεις, ανταγωνίζεσαι τους άλλους. Στο τέλος οι γροθιές σου καταστρέφονται. Έτσι, φέρνεις μέσα τους Σενεγαλέζους. Αλλά αυτοί είτε χτυπούν πολύ σκληρά και σου τον χαλάνε είτε δε χτυπούν αρκετά σκληρά, πράγμα που δεν είναι καθόλου καλό. Στην πραγματικότητα πρέπει να είσαι έξυπνος για να πετύχεις σ’ αυτήν τη δουλειά. Πρέπει να ξέρεις πότε να ξεκινάς και πότε να σταματάς. Πρέπει να έχεις κλίση σ’ αυτή τη δουλειά. Όταν ο τύπος έχει μαλακώσει, δεν αξίζει να συνεχίσεις να τον χτυπάς. Γι’ αυτό πρέπει να κάνεις τη δουλειά μόνος σου, μπορείς να κρίνεις καλύτερα πότε να συνεχίσεις. Είμαι ενάντια σ’ αυτούς που αφήνουν άλλους να ασχολούνται με τον τύπο και απλά έρχονται κάθε τόσο να δουν σε τι κατάσταση βρίσκεται. Πάνω απ’ όλα δεν πρέπει να του δώσεις την εντύπωση ότι δεν θα φύγει ζωντανός από σένα, γιατί τότε θα αναρωτιέται ποιο το νόημα να μιλήσει, αν αυτό δεν θα του σώσει τη ζωή. Σ’ αυτήν την περίπτωση δεν έχεις καμία πιθανότητα να του αποσπάσεις τίποτα. Πρέπει να συνεχίσει να ελπίζει, η ελπίδα θα τον κάνει να μιλήσει.

Όμως, αυτό που με ανησυχεί περισσότερο είναι η σχέση μου με τη γυναίκα μου. Είναι σίγουρο ότι κάτι δεν πάει καλά με μένα. Γιατρέ, πρέπει να με γιατρέψεις.

Οι ανώτεροί του αρνήθηκαν να του δώσουν αναρρωτική άδεια, και από τη στιγμή που κι ο ασθενής δεν επιθυμούσε να λάβει ψυχιατρική γνωμοδότηση, προσπαθήσαμε να τον θεραπεύσουμε ενώ δούλευε με πλήρες ωράριο. Μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς τις αδυναμίες μιας τέτοιας διαδικασίας. Αυτός ο άνδρας γνώριζε πολύ καλά ότι οι διαταραχές του προκλήθηκαν απευθείας από το είδος της δραστηριότητάς του μέσα στα δωμάτια που διαδραματίζονταν οι ανακρίσεις, αν και προσπαθούσε να ρίξει την ευθύνη πλήρως στους «σημερινούς μπελάδες». Από τη στιγμή που δεν μπορούσε να δει την προοπτική να σταματήσει να βασανίζει ανθρώπους (του φαινόταν ανόητο, γιατί στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε να παραιτηθεί) μου ζήτησε χωρίς περιστροφές να τον βοηθήσω να συνεχίσει να βασανίζει Αλγερινούς πατριώτες χωρίς τύψεις συνειδήσεως, χωρίς προβλήματα συμπεριφοράς και με πλήρη πνευματική ισορροπία.

(Με αυτές τις παρατηρήσεις βρισκόμαστε μπροστά στην παρουσία ενός συστήματος με εσωτερική συνοχή, που δεν αφήνει τίποτα άθικτο. Ο εκτελεστής που αγαπά τα πουλιά και απολαμβάνει την ηρεμία της ακρόασης μιας συμφωνίας ή μιας σονάτας αποτελεί απλά ένα στάδιο της διαδικασίας. Προχωρώντας περισσότερο μέσα σ’ αυτήν μπορούμε μάλιστα να βρούμε μια ύπαρξη που ολόκληρη εισάγεται στον πλήρη και απόλυτο σαδισμό).

Σειρά Β΄ – Ιστορικό 1. Η δολοφονία από δύο νεαρούς Αλγερινούς δεκατριών και δεκατεσσάρων ετών αντίστοιχα του Ευρωπαίου συμμαθητή τους.

Μας ζητήθηκε να δώσουμε ιατρική πραγματογνωμοσύνη σε μια νομική υπόθεση. Δύο νεαροί Αλγερινοί δεκατριών και δεκατεσσάρων ετών, μαθητές του δημοτικού σχολείου, κατηγορούνταν ότι είχαν σκοτώσει έναν από τους Ευρωπαίους συμμαθητές τους. Ομολόγησαν ότι το είχαν κάνει. Το έγκλημα αναπαραστάθηκε και προστέθηκαν φωτογραφίες στο αρχείο. Σ’ αυτές μπορούμε να δούμε το ένα παιδί να κρατάει το θύμα, ενώ το άλλο το χτυπά με ένα μαχαίρι. Οι μικροί κατηγορούμενοι δεν απέσυραν τις καταθέσεις τους. Είχαμε μακρές συζητήσεις μαζί τους. Εδώ αναπαράγουμε τα πιο χαρακτηριστικά από τα σχόλιά τους:

(α) Ο δεκατριάχρονος:

«Δεν ήμασταν καθόλου τσακωμένοι μαζί του. Κάθε Πέμπτη πηγαίναμε να παίξουμε μαζί του με τις σφεντόνες, στο λόφο πάνω από το χωριό. Ήτανε καλός μας φίλος. Είχε σταματήσει να πηγαίνει σχολείο γιατί ήθελε να γίνει χτίστης σαν τον πατέρα του. Μια μέρα αποφασίσαμε να τον σκοτώσουμε γιατί οι Ευρωπαίοι θέλουνε να σκοτώσουνε όλους τους Άραβες. Δεν μπορούμε να σκοτώσουμε μεγάλους. Αλλά μπορούμε να σκοτώσουμε μικρούς σαν κι αυτόν, γιατί είχε την ίδια ηλικία με μας. Δεν ξέραμε πώς να τον σκοτώσουμε. Θέλαμε να τον πετάξουμε σ’ ένα χαντάκι, αλλά θα χτυπούσε μόνο. Έτσι πήραμε απ’ το σπίτι το μαχαίρι και τον σκοτώσαμε.»

-Γιατί επιλέξατε αυτόν;

«Γιατί έπαιζε μαζί μας. Κανένα άλλο παιδί δεν θ’ ανέβαινε στο λόφο μαζί μας.»

-Αλλά παρόλ’ αυτά ήσασταν φιλαράκια;

«Τότε γιατί θέλουν να μας σκοτώσουν; Ο πατέρας του είναι στην πολιτοφυλακή και είπε ότι θα ‘πρεπε να μας σφάξουν.»

-Όμως αυτός, δεν είχε πει τίποτα σε σας;

«Αυτός; Όχι.»

-Ξέρεις ότι τώρα είναι νεκρός;

«Ναι.»

-Τί σημαίνει να είσαι νεκρός;

«Όταν όλα τελειώνουν, πας στον Παράδεισο.»

-Εσύ τον σκότωσες;

«Ναι.»

-Το ότι σκότωσες κάποιον δεν σε κάνει να ανησυχείς;

«Όχι, αφού θέλουν να μας σκοτώσουν, έτσι…»

-Σε νοιάζει αν πας φυλακή;

«Όχι.»

(β) Ο δεκατετράχρονος:

Αυτός ο νεαρός  κατηγορούμενος βρισκόταν σε αξιοσημείωτη αντίθεση με τον συμμαθητή του. Ήταν ήδη σχεδόν άνδρας, και ενήλικος επίσης στη σωματική του διάπλαση, την εμφάνισή του και τη σιγουριά των απαντήσεών του. Δεν αρνήθηκε ούτε αυτός ότι σκότωσε. Γιατί σκότωσε; Δεν απάντησε, αλλά με ρώτησε αν έχω δει ποτέ Ευρωπαίο στη φυλακή. Έχει συλληφθεί ποτέ κανείς Ευρωπαίος και έχει σταλεί στη φυλακή για το φόνο ενός Αλγερινού; Του απάντησα ότι πράγματι, δεν έχω δει Ευρωπαίους στη φυλακή.

«Κι όμως, Αλγερινοί σκοτώνονται κάθε μέρα, δεν είναι έτσι;»

-Ναι.

«Τότε γιατί είναι μόνο Αλγερινοί στις φυλακές; Μπορείτε να μου το εξηγήσετε αυτό;»

-Όχι, αλλά πες μου, γιατί σκότωσες αυτό το παιδί που ήταν φίλος σου;

«Θα σας πω γιατί. Έχετε ακούσει για τη δουλειά στο Ριβέ; (Το Ριβέ είναι ένα χωριό που από μια συγκεκριμένη μέρα του έτους 1956 κι έπειτα έγινε διάσημο στην περιοχή γύρω από το Αλγέρι. Γιατί εκείνη την ημέρα η πολιτοφυλακή εισέβαλε στο χωριό, έσειρε σαράντα άντρες από τα κρεβάτια τους και στη συνέχεια τους δολοφόνησε).»

-Ναι.

«Δύο μέλη της οικογένειάς μου σκοτώθηκαν τότε. Στο σπίτι είπαν ότι οι Γάλλοι έχουν ορκιστεί να μας σκοτώσουν όλους, τον έναν μετά τον άλλον. Μήπως συνέλαβαν έστω έναν Γάλλο για όλους αυτούς τους Αλγερινούς που σκοτώθηκαν;»

-Δεν γνωρίζω.

«Λοιπόν, ούτε έναν δεν συνέλαβαν. Ήθελα να ανέβω στο βουνό, αλλά ήμουν πολύ νέος. Έτσι, ο Χ κι εγώ είπαμε να σκοτώσουμε έναν Ευρωπαίο.»

-Γιατί;

«Κατά τη γνώμη σας τι θα έπρεπε να έχουμε κάνει;»

-Δεν γνωρίζω. Αλλά είσαι παιδί και αυτό που συμβαίνει αφορά τους μεγάλους.

«Αλλά σκοτώνουν και παιδιά…»

-Αυτός δεν είναι λόγος για να σκοτώσεις τον φίλο σου.

«Λοιπόν, τον σκότωσα. Τώρα μπορείτε να κάνετε ό,τι θέλετε.»

-Ο φίλος σου σου είχε κάνει κανένα κακό;

«Όχι, τίποτα.»

-Λοιπόν;

«Λοιπόν, εδώ είμαστε…»

Ο Φραντς Φανόν (1925 – 1961) καταγόταν από την Μαρτινίκα, γαλλική αποικία της Καραϊβικής. Ήταν ψυχίατρος, συγγραφέας, μαρξιστής διανοούμενος και επαναστάτης. Το 1953 διορίστηκε σε νοσοκομείο της Αλγερίας την εποχή του αγώνα της ανεξαρτησίας. Οι εμπειρίες και οι παρατηρήσεις του τον έκαναν να συνταχθεί ολόψυχα με τους αντάρτες.

Δεν έζησε να δει την Αλγερία ανεξάρτητη. Το 1961 διαγνώστηκε με λευχαιμία. Η ασθένειά του δεν τον εμπόδισε να συνεχίσει να είναι αφοσιωμένος στη δουλειά του και στον αντιαποικιακό αγώνα. Μετά από θεραπεία στην ΕΣΣΔ και τις ΗΠΑ πέθανε το Δεκέμβρη του 1961. Θάφτηκε στο «Κοιμητήριο των Μαρτύρων του Πολέμου» στο Άιν Κέρμα, κοντά στα σύνορα της Αλγερίας με την Τυνησία.

Τα έργα του με θέμα την αποαποικιοποίηση και την ψυχοπαθολογία της αποικιοκρατίας άσκησαν μεγάλη επιρροή στα αντιιμπεριαλιστικά και αντιαποικιακά απελευθερωτικά κινήματα για τέσσερις δεκαετίες.

Σόρτλινκ: http://wp.me/p1pa1c-3fU