του Νικόλα Σεβαστάκη (από την Εποχή 1, 2)
για την αντιγραφή: Καπυμπάρα
Υπάρχουν δυο «σχολές» ερμηνείας της κρίσης – προσέγγισης στα φαινόμενα – οι οποίες συνδέονται με αντίστοιχα πολιτικά και αξιακά διλήμματα του σήμερα. Η πρώτη «σχολή» επενδύει στην ιδέα πως οι ρίζες της σημερινής κρίσης είναι κυρίως ηθικές και πολιτισμικές. Σ’ αυτή τη «σχολή» συναντώνται πολύ λίγες σοβαρές και περισσότερες επιδερμικές και προσχηματικές αναλύσεις, σχετικά με φαινόμενα γνωστά απ’ το παρελθόν, που επανέρχονται στην αρθρογραφία και τις συζητήσεις, όπως: Η κοινωνία που καταναλώνει περισσότερα απ’ όσα παράγει, τα αστικά κοινωνικά πρότυπα, το ζήτημα της ατροφίας του ορθολογισμού στις ατομικές συμπεριφορές, αλλά και στη λειτουργία των θεσμών. Οι προσεγγίσεις αυτές καταλήγουν στο γενικό συμπέρασμα ότι σήμερα πληρώνουμε ότι παραλείψαμε να πράξουμε στο παρελθόν και ότι οι ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση πρέπει ν’ αποδοθούν σ’ ένα πλήθος παραγόντων, που κανένας τους δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κυρίαρχος και καθοριστικός. Σύμφωνα μ’ αυτές τις προσεγγίσεις ο πυρήνας του κακού δεν βρίσκεται τόσο στις παθογένειες ενός συστήματος αξιών και πρακτικών, όσο σε διάχυτες μικροπαθολογίες, που κάποια στιγμή γίνονται επικίνδυνες, όταν συνδυάζονται με την ανεπάρκεια των ηγεσιών ή τον λαϊκισμό αντιπολιτεύσεων κ.ο.κ.
Η κρίση ως αρχαϊκά κατάλοιπα ή ως έλλειμμα εξορθολογισμού
Ιδιαίτερη υποκατηγορία της ίδιας αντίληψης συνιστά η θέση ότι για τις συνέπειες της κρίσης ευθύνεται ένα πολιτικό σύστημα ή μια κοινωνία των πολιτών που δεν έχουν εξορθολογιστεί όσο πρέπει και δεν έχουν αποκαθαρθεί από αρχαϊκά στοιχεία και παραδοσιακές κακές πρακτικές. Η έμφαση αποδίδεται σε νοοτροπιακές και ψυχολογικές δυνάμεις που αντιστέκονται στα προτάγματα του ορθολογισμού. Δεν θεωρώ τυχαίο ότι, το τελευταίο διάστημα, ο γνωστός φιλόσοφος της αγοράς, Στέλιος Ράμφος, έβγαλε ένα βιβλίο για τις ρίζες αυτού που αποκαλεί «νεοελληνικός μηδενισμός», το οποίο πήγε πολύ καλά εμπορικά και είχε μια εκτεταμένη μιντιακή κάλυψη. Σ’ αυτό το βιβλίο εκφράζεται πιο επεξεργασμένη φιλοσοφικά η παραπάνω αντίληψη, ότι οι ρίζες της κρίσης βρίσκονται στον νεοελληνικό χαρακτήρα κ.λπ.
Κρυμμένο «μίσος για τη δημοκρατία»
Αυτή τη στιγμή, ένας τέτοιος λόγος για την κρίση εμπνέει ένα ετερόκλιτο μπλοκ καθοδηγητών γνώμης. Στεγάζει τις δημώδεις τοποθετήσεις ανθρώπων που προέρχονται από την μετριοπαθή μεταρρυθμιστική αριστερά, μέχρι τη νεοφιλελεύθερη κεντροδεξιά και τους λίγους εκφραστές ενός συντηρητικού ελιτισμού, που τους βρίσκει κανείς συχνά στην «Καθημερινή» ή σε άλλα έντυπα αναλόγου στυλ. Στο επίπεδο της κοινής γνώμης, της «εθνικής ιδεολογίας», αυτό το μπλοκ δεν εκφράζεται κατά ενιαίο τρόπο, ούτε και δίχως αξιοσημείωτες εσωτερικές εντάσεις. Κι εδώ δεν επιτρέπονται απλουστεύσεις, διότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές και αποχρώσεις. Yπενθυμίζοντας μια σκέψη του πολιτικού φιλοσόφου Ζακ Ρανσιέρ, σε πολλές από τις ηθικού τύπου αποφάνσεις για τα δεινά, της Ελλάδας εν προκειμένω, ανιχνεύεται ένα μίσος για τη δημοκρατία, κρυμμένο κάτω από μια ρηχή αντιλαϊκιστική και αντισυντεχνιακή ρητορική. Αντιλήψεις ότι τα κοινωνικά κεκτημένα είναι κάτι επονείδιστο, αν όχι παράλογο και εξωφρενικό, ότι όλα πρέπει να είναι υπό διαπραγμάτευση, συνοδεύουν αυτή τη ρητορική που συμβάλλει σημαντικά στις δύο κύριες τάσεις του παρόντος: την αυτοενοχοποίηση και την έκρηξη της ανασφάλειας.
Η «καπιταλιστική κρίση» ή η αφήγηση του κοινωνικού ζητήματος
Η άλλη σχολή, πιο οικεία για τη ριζοσπαστική αριστερά, προσγειώνεται στο έδαφος της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας και των αντιθέσεών της. Εδώ βρίσκουμε τις ακτινογραφήσεις της «καπιταλιστικής κρίσης», την ανάδειξη νέων μορφών κοινωνικής ανισότητας και εργασιακής υποβάθμισης και τις συζητήσεις για την εναλλακτική πρόταση ως προς την οικονομικής διάσταση της κρίσης, τι κάνουμε με το χρέος κ.ο.κ. Όσες ασυμφωνίες και ρήγματα κι αν υπάρχουν σ’ αυτή τη σχολή, για τις λύσεις, τους πολιτικούς όρους των λύσεων κ.λπ., διακρίνει κανείς μια σχεδόν κοινή συνισταμένη: Την αντίληψη ότι οι ηθικές – πολιτισμικές «α-πορίες» πρέπει να περάσουν σε δεύτερο πλάνο, εκτός των άλλων και γιατί τις ιδιοποιείται ο κατεστημένος λόγος για τους δικούς του σκοπούς. Όταν π.χ. μειώνεται η αγοραστική δύναμη των μισθωτών ή ακόμη και των μεσαίων στρωμάτων, όταν επιχειρείται ακραία συρρίκνωση κοινωνικών δαπανών και ιδιωτικοποιήσεις, όλα τα άλλα φαντάζουν ως άκαιρες πολυτέλειες ή, ακόμη χειρότερα, ως πλάγια στήριξη στη λογική της νεοφιλελεύθερης λιτότητας. Υπάρχει, λοιπόν, μια οικεία, για την αριστερά, αφήγηση των πραγμάτων, που στέκεται κυρίως στο κοινωνικό τίμημα ή στους όρους ανάδειξης του νέου κοινωνικού ζητήματος. Αυτή η οπτική είναι εμφανώς κοινωνιοκεντρική και ταξικά ευαίσθητη, ανεξάρτητα του αν εμπλέκεται στις έριδες των αριστερών ή στις «κόσμιες» συζητήσεις των οικονομολόγων σχετικά με τη δέουσα απάντηση στην οικονομική κρίση.
Η υπόθεση που παρουσιάζω εδώ είναι ότι, ενώ η κοινωνιοκεντρική, η υλιστική «ατζέντα» γύρω από ζητήματα δικαιοσύνης και κατανομής οφέλους και κόστους κυριαρχεί στο δημόσιο χώρο, στα δημόσια βήματα, στις πολιτικές εκδηλώσεις και συζητήσεις, παρά ταύτα, δεν γονιμοποιεί την πράξη. Ενώ υποτίθεται ότι όλα παίζονται στην οικονομία ή στις κοινωνικές πολιτικές, ενώ όλα οδηγούν σε κατηγορίες ή αναλυτικά σχήματα οικεία στην αριστερά, οι κινητοποιήσεις, οι πολιτικές δράσεις, οι μορφές αντίστασης που παράγονται παραμένουν καθηλωμένες και πάντως καθόλου στο ύψος των περιστάσεων.
Η εύλογη και εν μέρει σωστή, αλλά μη επαρκής απάντηση, που συνήθως δίνεται, είναι ότι φταίει η άσχημη κατάσταση στην πολιτική αριστερά και η εξασθένηση των «παραδοσιακών» μορφών συλλογικής δράσης όπως συνδικάτα, σωματεία, κόμματα κ.ο.κ., που δεν επιτρέπει τη μετατροπή των θυμών σε στρατεύσεις, των συναισθημάτων σε έλλογη πολιτική βούληση. Κατά την άποψη αυτή η αδράνεια, η κατήφεια, οι κυνικές και νεομηδενιστικές τάσεις που αναπτύσσονται σε ευρύτατα τμήματα της κοινωνίας, οφείλεται στην αρνητική εικόνα της πολιτικής αριστεράς ή στην έλλειψη μιας εναλλακτικής πρότασης που να πείθει και για τις άμεσες προτεραιότητες και όχι μόνον για μακρινούς στρατηγικούς στόχους.
Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε ούτε στιγμή τη διαμάχη των αξιών
Χωρίς να υποτιμώ αυτή τη διάσταση, θεωρώ ότι δεν είναι η κύρια. Διότι, ενώ η υλιστική – κοινωνιοκεντρική προσέγγιση εμφανίζεται πιο γειωμένη ως προς τις τρέχουσες εθνικές αγωνίες, με τα σημεία αιχμής της κρίσης, δεν καταφέρνει να δημιουργήσει ρήγματα στις συνειδήσεις και στους τρόπους κατανόησης της πραγματικότητας. Η κοινωνικοοικονομική προβληματική φαίνεται να χρωματίζει το συνολικό πεδίο των ενδιαφερόντων και των λαϊκών αγωνιών, αλλά το παιχνίδι μέχρι στιγμής μοιάζει να κερδίζεται από την άλλη πλευρά. Η ηθικοπολιτισμική ερμηνεία, ως ένας λόγος περί νεοελληνικών ηθών και τρόπων, περί νοοτροπιακών στρεβλώσεων, φαίνεται να καθορίζει περισσότερο και δραστικότερα τη δημόσια ατμόσφαιρα. Τα αριστερότροπα λεξιλόγια, του τύπου «να πληρώσουν οι πλούσιοι» κ.α. συναφή, ενώ διατηρούν μια επιφανειακή αντήχηση και εμβέλεια πολύ πέραν της αριστεράς, αυτό που άλλοι ονομάζουν «λαϊκισμό», χάνουν από τις εξηγήσεις που προσφέρει μια εκλαϊκευμένη ψυχολογία και ηθική: «Φταίξαμε όλοι», «το πρόβλημα είναι η νοοτροπία του Έλληνα, η ανυπαρξία κράτους, η ανευθυνότητα της κρατικής πολιτικής» κ.ο.κ.
Από τα παραπάνω πιστεύω πως πρέπει να συμπεράνουμε το εξής: Το πιο σημαντικό ίσως μάθημα αυτής της περιόδου είναι ότι δεν πρέπει να υποτιμήσουμε ούτε στιγμή το ζήτημα της διαμάχης των αξιών, το ζήτημα του τι εντέλει επαγγέλλεται η αριστερά για το αξιοβίωτο του βίου, για το νόημα της δημοκρατίας και των συλλογικών αγαθών, για το είδος και τα όρια αυτού που ονομάζουμε δημόσια ευημερία.
Το πρόβλημα δεν τίθεται κατά τη γνώμη μου με όρους δοσολογίας αρνητικότητας και θετικότητας, δηλαδή κριτικής αντιστάσεων και προτάσεων / συγκεκριμένων λύσεων. Δεν είναι εκεί το ζήτημα. Παράλληλα με την προβληματική της ισότητας, που είναι η συνισταμένη κάθε αριστερής κοινωνικής κριτικής, επείγει μια ηθικοπολιτική και αξιακή αντιπρόταση για το μοντέλο του νέου πολίτη, το οποίο κατασκευάζεται μέσα απ’ την κρίση και ίσως δεν το έχουμε συνειδητοποιήσει όσο θά ‘πρεπε.
Ο νέος εκσυγχρονισμός: Η αφομοίωση του μνημονίου από τις ψυχές
Η παρούσα κρίση αποσυνθέτει και ανασυνθέτει το ιδεώδες του πολίτη και κυρίως τις συλλογικές αναπαραστάσεις και τα βιώματα των μεσαίων στρωμάτων. Μέχρι στιγμής, παρακολουθούμε τον κλονισμό και το σάστισμα, τη διαδικασία επώδυνης αποκόλλησης του κόσμου αυτού από τα δεδομένα και τις σταθερές μιας ολόκληρης περιόδου. Αλλά νομίζω ότι βρίσκεται «εν τω γίγνεσθαι», σε διαδικασία διαμόρφωσης, η προετοιμασία μιας νέας κοινωνικοπολιτικής διάταξης, ενός «εκσυγχρονισμού νούμερο 2», ο οποίος θα αναζητήσει αργά ή γρήγορα –και ήδη γίνεται λόγος γι’ αυτό– ένα εθνικό μνημόνιο, τη μετατροπή δηλαδή της εξωτερικής νόρμας –το μνημόνιο της τρόικας– σε εσωτερική νόρμα. Της εξωτερικής επιταγής σε εσωτερική νόρμα και για τα άτομα και για τις συλλογικότητες. Η εσωτερίκευση του μνημονίου, στην οποία καλούν ήδη κάποιοι, είναι η αφομοίωση του μνημονίου απ’ τις ψυχές κι όχι μόνον απ’ τα σώματα, που μπορεί να είναι κι απρόθυμα ή ανεπίδεκτα μαθήσεως.
Πιστεύω ότι ο «εκσυγχρονισμός νούμερο 2» δεν θα είναι μόνον ή δεν θα είναι κυρίως ένας ψυχρός οικονομισμός, όπως αυτός του 1996, αλλά θα παρουσιάζεται ως μάχη με τις ανθυγιεινές συνήθειες του εαυτού μας, κατά πως είπε ο πρωθυπουργός πρόσφατα. Θα μεταμφιέζεται σε ηθική αυτοκριτική του έθνους, σ’ ένα είδος εθνικής θεραπευτικής. Μ’ άλλα λόγια, το ζήτημα των ηθικών και αξιακών προτύπων θάχει στο εξής ένα ηθικό βάρος, άγνωστο στις παλιότερες φάσεις του εκσυγχρονισμού. Η κρίση γίνεται μέχρι στιγμής πράγματι ευκαιρία για την προώθηση ηθικών αξιών που αντιστοιχούν σε δυο κατευθύνσεις, βλαπτικές και εχθρικές προς τη ριζοσπαστική αριστερά:
Η μεταπολιτική δημοκρατία του κέντρου
Η πρώτη κατεύθυνση είναι αυτό που ο Ζίζεκ αποκαλεί «μεταπολιτικό φιλελεύθερο κέντρο». Η δεύτερη κατεύθυνση είναι οι συντηρητικές παλινδρομήσεις, μια κοινωνική, βουβή ακροδεξιά, που δεν είναι σίγουρο ότι θα μπορέσει να συγκροτηθεί πολιτικά.
Οι ιδέες και αξίες του μεταπολιτικού κέντρου αποτελούν την απάντηση των ελίτ στην απαξίωση των παλιότερων μορφών κομματικής και κρατικής καθοδήγησης της κοινωνίας και των αστικών εκσυγχρονισμών. Οι συντηρητικές παλινδρομήσεις από την άλλη, ενδέχεται να προσεγγίσουν τα αποταγμένα τμήματα των μεσαίων και λαϊκών τάξεων. Αν δεν παρεμβληθεί μια άλλη δυναμική ιδεών και αξιών, κι όχι απλώς η αναθέρμανση των κοινωνικών διεκδικητικών αγώνων ή η αυτοσυντήρηση της πολιτικής αριστεράς, οδεύουμε σε μια κατανομή κοινωνικής εξουσίας που θα θυμίζει πολύ αντίστοιχες τάσεις στην Ευρώπη: Τη διαμόρφωση ενός ολιγαρχικού πολιτικού κέντρου, ένα «τόξο της ευθύνης και της σύνεσης» με φιλελεύθερους της δεξιάς και της αριστεράς, και μια αδιαμόρφωτη ακόμη συντηρητική λαϊκιστική ή εθνικιστική περιφέρεια, η οποία θα προορίζεται για τα πληβειακά στρώματα. Μια σοσιαλφιλελεύθερη δημοκρατία των από πάνω και μια μνησίκακη αντικατεστημένη δημοκρατία των από κάτω. Μια δημοκρατία του κέντρου, στην οποία η κακή κατάσταση της ριζοσπαστικής αριστεράς θα συνοδεύεται από την άνοδο μιας κοινωνικής κι όχι αναγκαστικά κομματικής ακροδεξιάς.
Έχω επίσης την εντύπωση πως μας διαφεύγει κάτι κρίσιμο: Παραγνωρίζουμε τον τρόπο παραγωγής της κόπωσης των ανθρώπων. Πολύ συχνά συμμεριζόμαστε την κλασική αυταπάτη του ορθολογισμού, ότι η γνώση μετατρέπεται αυτονόητα σε δράση. Υποθέτουμε ότι η όξυνση των κοινωνικοοικονομικών επιβαρύνσεων στη ζωή των λαϊκών τάξεων, η αύξηση της συστημικής πίεσης δεν μπορεί παρά να γεννήσει αντίδραση, αντίσταση, μορφής ατομικής ή συλλογικής αφύπνισης. Ότι η ένταση των πιέσεων εκβάλλει σ’ ένα ριζοσπαστισμό, αριστερό ή δεξιό, αρνητικό ή θετικό, αλλά πάντως ριζοσπαστισμό. Αυτού του τύπου ο τρόπος σκέψης δεν με πείθει, είμαι πολύ σκεπτικός απέναντι σ’ αυτό το μοντέλο «δράσης – αντίδρασης», που στηρίζει πολλές ελπίδες σ’ έναν αυτοματισμό των αγώνων, στη βάση της πίεσης κ.ο.κ.
Συνοψίζοντας, η κρίση έχει τρία «στρώματα» σημασιών: Το πρώτο αφορά πράγματι το πλέγμα των οικονομικών μέτρων και των δεδομένων από την παρουσία του μνημονίου. Το δεύτερο έχει να κάνει με την κοινωνική και πολιτική σφαίρα, αφορά δηλαδή τους μετασχηματισμους στο πλαίσιο ζωής, στις λειτουργίες και στην πολιτική ισχύ των μικρομεσαίων στρωμάτων και του κόσμου της εργασίας, καθώς και τις κινήσεις για τη συγκρότηση του μπλοκ «μιας δημοκρατίας του κέντρου». Το τρίτο σχετίζεται με τις ιδέες τις αξίες και την παρέμβαση σ’ αυτό το επίπεδο.
Πολύ εύλογα, η προσοχή, λόγω του επείγοντος, δίνεται στο πρώτο στρώμα. Αλλά θα ήταν πολύ μεγάλο λάθος να υποτιμηθεί το δεύτερο και το τρίτο. Τι μοντέλο εργαζόμενου ή πολίτη μας προτείνει η σοσιαλφιλελεύθερη ελίτ; Γιατί λ.χ. η εναλλακτική εκδοχή στο πελατειακό προσοδοθηρικό σύστημα του χθες να είναι ένα πολίτης όμηρος των μεγάλων πολυεθνικών ομίλων, ο πελάτης των δικτύων επιρροής που προκύπτουν από τη γενικευμένη ιδιωτικοποίηση, αυτό το νέο πελατειακό μοντέλο με όχημα την ιδιωτική αγορά αντί για το κράτος; Γιατί η εναλλακτική στις παλαιότερες κρατικοκομματικές κηδεμονίες να είναι τα «δίκτυα της καινοτομικής επιχειρηματικότητας», που προορίζονται να κυβερνήσουν τώρα τα πανεπιστήμια ή την καλλικράτειο αυτοδιοίκηση;
Στη θέση αυτών και άλλων ψευδοπροβληματικών πρέπει να σκεφτούμε και να προτάξουμε άλλα διλήμματα και κλίμακες ιδεών και αξιών. Συλλογική δημόσια ελευθερία, ατομική αυτονομία, κρίση του χρόνου, της εργασίας και των μοντέλων της εργασίας είναι θεμελιώδη απέναντι στην νεοφιλελεύθερη εκπτώχευση της ζωής. Αυτό που δοκιμάζεται σήμερα στην Ελλάδα και την Ευρώπη είναι το διαζύγιο του φιλελευθερισμού από τη δημοκρατία, και η θεσμοποίηση των ανταγωνιστικών κατακερματισμών στην κοινωνία μέσα από ένα υποθετικό εξορθολογισμό των κοινωνικών σχέσεων. Γιατί να αποδεχτούμε το δόγμα ότι δεν υπάρχει άλλη ορθολογικότητα απ’ αυτήν που επιτάσσει την αποδοχή των ανισοτήτων και της υποβαθμισμένης εργασίας; Ας δώσουμε τη μάχη ενάντια στον νέο «θρησκευτικό» δογματισμό της δήθεν ουδέτερης και αποχρωματισμένης κοινής λογικής. Ας μην επιτρέψουμε στους φορείς του τροϊκανού ή του εθνικού μνημονίου την μονοπώληση του ηθικού πεδίου και την κατασπατάληση των αξιακών και ηθικών πόρων που μας έχουν απομείνει.
Σόρτλινκ: http://wp.me/pPn6Y-2LQ
j4nus
6 Οκτωβρίου, 2010 1:03 πμ
η άποψη ότι αν είχαμε τίμιους ηθικούς πολιτικούς δε θα είχαμε φτάσει σε αυτό το σημείο είναι η κυρίαρχη αυτή τη στιγμή ίσως όχι μόνο εντός ελλάδος.
Ποιο το αποτέλεσμα ή μάλλον ο επιδιωκόμενος σκοπό;
Η περαιτέρω συντηρητικοποίηση της κοινωνίας…
Xanadu
7 Οκτωβρίου, 2010 11:50 πμ
Θα συμφωνήσω στο παραπάνω σχόλιό σου. Το πιάτο που σερβίρεται απο τα ΜΜΕ και το οποίο καταπίνει αμάσητο ο πολύς κοσμάκης είναι ότι για όλα φταίνε οι κακοί πολιτικοί και η διαφθορά.
Κριμα που δεν καταλαβαίνουν το υπερπροφανές, οτι κανενας «κακος» πολιτικός δεν ευθύνεται. Ο κακος πολιτικος κάνει τη δουλειά του: προασπίζεται τα δικά του συμφέροντα και των φίλων του (δηλαδή τα συμφέροντα των έχοντων οικονομική εξουσία). Αυτο φυσικά δεν είναι ιστορικά πρωτότυπο φαινόμενο ούτε Ελληνική αποκλειστικότητα. Συνέβαινε, συμβαίνει και θα συμβαίνει σε όλο τον κόσμο.
Αρα το πρόβλημα ειναι το σύστημα, το οποίο προσπαθεί (και το καταφέρνει) να διαιωνιστεί. Και πιο συγκεκριμένα (και ας ακουστώ γραφικός) το καπιταλιστικό σύστημα. Δεν υπάρχει το «φαγανε τα λεφτα», οι «άνθρωποι» τη δουλειά τους κάνανε: αποκομισαν όσο το δυνατόν περισσότερα κέρδη για τις πλαδαρές κοιλιές τους και αυτο θα κάνουν πάντα γιατί έτσι λειτουργεί ο καπιταλισμός.
apatris nuxteris, oi nuxterides den exoune patrida
7 Οκτωβρίου, 2010 1:05 μμ
aaaaaa, epitelous, suntrofaki xanadoulii!!! 🙂
(elpizw na eisai kala, molis diavasa to mail, alla tha sou apantisw kapoia alli stigmi, giati twra trexw kai eimai aplws perastiki 🙂 )
prmeter
6 Οκτωβρίου, 2010 1:43 πμ
1. «Η πρώτη «σχολή» επενδύει στην ιδέα πως οι ρίζες της σημερινής κρίσης είναι κυρίως ηθικές και πολιτισμικές.»
Το φαίνεσθαι, στο οποίο προστρέχουν όλοι(μηδενός εξαιρουμένου των πολιτικών και πλείστων από των πολιτών) για να καθαγιάσουν τις πολιτικές τους επιλογές και να αποκοπούν από τις ευθύνες για τις παλιότερες επιλογές τους.
2. «Η άλλη σχολή … προσγειώνεται στο έδαφος της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας και των αντιθέσεών της.»
Το είναι, το οποίο επί δεκαετίες υπολειπόταν του φαίνεσθαι στη ρητορική των πολιτικών, στην εκπαίδευση των παιδιών, στις συναναστροφές των «σπουδαγμένων» πια Ελλήνων με τους συμπολίτες τους, με την πολιτεία.
Σήμερα είναι ηλίου φαεινότερον ότι το είναι δεν πρέπει να αναδειχτεί, αντιθέτως πρέπει πάση θυσία να βγει από το πλάνο της μνημονιακής Ελλάδας. Οπωσδήποτε πρέπει να αναδειχτεί όμως, το φαίνεσθαι, γιατί ο Έλληνας ως κομπλεξικός που είναι θα πειστεί εντέλει ότι τα λεφτά τα φάγαμε μαζί με τον πάγκαλο, τον βουλγαράκη, τον καραμανλή, τον νεονάκη, τον μητσοτάκη, τον τσουκάτο, τον άκη κι άλλα πολλά τέτοια μαλακισμένα ψώνια. Είναι εκπληκτικό με ποιόν τρόπο προσπαθούν κάθε φορά να τιθασεύσουν το θυμικό των ανθρώπων, ενώ επελαύνουν με σκάνδαλα όπως διασπάθιση του δημοσίου χρήματος, μίζες, αντισυνταγματικές πρακτικές με τις πλάτες της δικαιοσύνης (από τους πρωταίτιους της σημερινής εκτροπής).
Δημιουργείται, ωστόσο ένα παράδοξο στην προσπάθειά τους να αναδείξουν το φαίνεσθαι ως πρωταρχικό και επείγον, σκοντάφτουν στις αντιφάσεις που οι ίδιοι δημιουργούν. Επικαλούμενοι το συναίσθημα των οργίλων Γραικών δια του φιλότιμου, της φιλοξενίας, της φιλοπατρίας κα τέτοια φληναφήματα, τους επιστρέφεται σαν κατάρα η ατιμία, το αυταρχικό, το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, της εσχάτης προδοσίας απέναντι σε ένα Σύνταγμα που οι ίδιοι θεμελίωσαν. Φυσικά και η Αριστερά παγιδεύεται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο εΤεροχρονισμένα, μεταξύ ηθικοπλαστικής ρητορείας και κοινωνικοοικονομικής ανάλυσης. Δεν καταφέρνει να δώσει κανένα στίγμα στην κοινωνία, κυρίως μες στο κεφάλι του οργίλου Γραικού, που δρα εντελώς αψυχολόγητα. Αν η Αριστερά καταφέρει και αναδείξει την ασυνέπεια λόγων και έργων μιας γενιάς που ηγείται πολιτικά της χώρας, σε όλη την περίοδο της μεταπολίτευσης θα καταφέρει και ισχυρό πλήγμα στον δικομματισμό και το καθεστώς υποστήριξής του. Εφόσον επιλέγεται η γενίκευση ως όπλο προπαγάνδας, τί άλλο μένει στην Αριστερά; Ειδικά σε μια χώρα όπου το χάσμα γενεών είναι μεγάλο, πχ η εκμετάλλευση των νεότερων είναι προκλητική, το δικαίωμα στην εργασία και οι συνθήκες εργασίας εξευτελιστικές, η ασφάλιση των νέων ανύπαρκτη, το σχολείο άνδρο της ανταγωνιστικότητας, η παιδαγωγική αρχή να υπονομεύεται (από την ίδια την πολιτεία).
Οι κυβερνώντες στη μεταπολίτευση έπαιξαν και συνεχίζουν να παίζουν όσα χαρτιά τους απέμειναν, το φαίνεσθαι δεν μπορεί να συνεχίζει να επισκιάζει το είναι. Για την ακρίβεια δεν μπορεί να το επισκιάσει, είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος, με το οποίο ο άνθρωπος ορίζει την τύχη του στην ιστορία.
Ο «νεοελληνικός μηδενισμός» του ράμφου, χτίζεται επίμονα στις υπάρχουσες βάσεις της μεταπολίτευσης και της πολιτικής γενιάς της, της δήθεν τάχαμου «τα φάγαμε όλοι μαζί», που τώρα θέλει να αποκαταστήσει την αδικία που υπέστησαν οι νεότερες γενιές με το μνημόνιο των ψυχών που αναφέρει και ο αρθρογράφος. Χώρια ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε τις παλινδρομήσεις συντηρητικών πολιτικών με όρους ακρόδεξιο-«πατριωτικής» πρακτικής.
prmeter
6 Οκτωβρίου, 2010 1:48 πμ
Πολύ καλή η τοποθέτηση από τον Νικόλα Σεβαστάκη. Thnx Capybara.
Αρουραίος
6 Οκτωβρίου, 2010 11:09 πμ
Πάντως προσωπικά δεν νομίζω ότι η αριστερά υστερεί στην παρέμβασή της στο πεδίο των αξιών. Ειδικά αυτές τις αξίες/διλήμματα που παρουσιάζει ο αρθρογράφος («Συλλογική δημόσια ελευθερία, ατομική αυτονομία, κρίση του χρόνου, της εργασίας και των μοντέλων της εργασίας») έχουν μπει κατά κόρον από ένα κομμάτι τουλάχιστον της αριστεράς και αρκεί να πάρει κανείς την Κυριακάτικη Αυγή ή την Εποχή για να δει σελίδες επί σελίδων σε αναλύσεις που αφορούν τέτοιου τύπου διλήμματα και προβληματισμούς, αναζητώντας μάλιστα συνέχεια την πιο φιλελεύθερη (όχι με την έννοια του οικονομικού νεοφιλελευθερισμού) εκδοχή τους.
Με αυτό θέλω να πω ότι δεν υπάρχει πρόβλημα αξιών στην αριστερά;
Όχι…το αντίθετο πιστεύω: Υπάρχει και πολύ μεγάλο. Απλά δεν είναι στο ότι δεν ασχολείται ή στο ότι δεν προβάλει τις γνωστές αξίες της συλλογικότητας κλπ.
Οι αξίες ως αξίες δεν αποτελούν τίποτε παραπάνω από φλυαρίες όσο παραμένουν στην σφαίρα του θεωρητικού. Τι να το κάνω εγώ να βλέπω τον άλλο να μου μιλά για ένα άλλο σύστημα αξιών και η πολιτική του παρέμβαση, η προσωπική του στάση ζωής, η απεύθυνσή του κλπ. να έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με ανθρώπους που επικαλούνται τις…αντίθετες «αξίες»;
Μάλιστα ο μπούσουλας χάνεται εντελώς όταν άνθρωποι που είναι στην αντίπερα όχθη χρησιμοποιούν παρόμοιους αξιακούς κώδικες!
Μας λέει ο αρθρογράφος για «ατομική αυτονομία». Αμ τον αφήνει πίσω ο Παπαντρέας γιατί οι αντεξουσιαστές ΗΔΗ κατέχουν την εξουσία! (http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&ct=32&artid=353683&dt=11/09/2010)
Ειδικά στην Ελλάδα λοιπόν με το γνωστό λαϊκίστικο λόγο του ΠΑΣΟΚ και των δορυφόρων του και με την μισή αριστερά να έχει ήδη απαρνηθεί το έμμεσα ή άμεσα το κομμουνιστικό κίνημα (στους τίτλους, το λόγο της κλπ.) είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να κάνεις μια «αξιακή» αντιπαράθεση επι του…θεωρητικού.
Οι δικοί μας νεοφιλελεύθεροι έχουν την πρακτική της Θάτσερ, όμως ο λόγος τους είναι προσαρμοσμένος στα νεοελληνικά δεδομένα. Π.χ. δεν καταργούν την κοινωνία όπως η Θάτσερ, «απλά» εξυψώνουν τα δικαιώματα του ατόμου και…»κατ’ επέκταση» της κοινωνίας!
Αν λοιπόν ο κόσμος δεν δει από εμάς αυτό τον άλλο αξιακό κώδικα στην ΠΡΑΞΗ, αν δεν δει τι σημαίνει αυτός στην (συλλογική και ατομική) πολιτική σου παρέμβαση, στην απεύθυνση, στην καθημερινότητά σου, ΔΕΝ σε ξεχωρίζει απ’ τους άλλους. Και σε αυτό το επίπεδο μεγάλο κομμάτι της αριστεράς πλατσουρίζει κυριολεκτικά στα ρηχά:
Όμορφα λεκτικά σχήματα, ωραίες πλην όμως πολυφορεμένες λεξούλες, ιδανικά Πλατωνικού χαρακτήρα…μέχρι εκεί. Κατά τα άλλα πολλού δεν τολμούν να συγκρουστούν όχι με επιλογές (πολιτικές, αισθητικές, κοινωνικές κλπ) του συστήματος, αλλά ούτε καν με τους…γονείς τους! ΠΩΣ να πείσουν λοιπόν και παραέξω;;;
ΠΟΥ είναι αυτός ο άλλος αξιακός κώδικας;
Τον φυλάμε κι αυτόν έκπληξη για την άλλη κοινωνία και μέχρι τότε…μωροφιλοδοξίες, ατομικισμοί, ψώνια, υποκρισία, κωλοτούμπες, ψιλολαμογιές κλπ.;;;;
Γιατί αν ο (αμφισβητούμενος κι αυτός) αξιακός μας κώδικας βρίσκεται μόνο στις κεντρικές σελίδες της Αυγής, των ιδεολογικών άρθρων του Πριν, της αντίστασης της Προλεταριακής Σημαίας ή των ηρωϊκών χρόνων του Ριζοσπάστη, τότε μάλλον υποκρινόμαστε και στους εαυτούς μας πλέον…
Capybara
6 Οκτωβρίου, 2010 2:45 μμ
Καλά τα λες αρουραίε.
Αυτό που μου αρέσει στο άρθρο είναι η ερμηνεία που κάνει στο γιατί δεν ξεσηκώθηκε ο κόσμος «από Σεπτέμβρη».
Μιλάει για τη διάχυση της ευθύνης και των ενοχών σε όλη την κοινωνία («μαζί τα φάγαμε», «όλοι φταίμε» κ.λπ.), ένα πεδίο στο οποίο ο αντίπαλος έχει κυριαρχήσει κατά κράτος και στο οποίο η παρέμβαση της αριστεράς υστερεί.
Η αλήθεια είναι ότι δε μας λέει και πολλά (ή πολλά καινούργια) για το πως θα αντιστραφεί το κλίμα και πως θα γίνει αυτή η παρέμβαση στο επίπεδο των αξιών.
Όμως, και μόνο το γεγονός ότι μιλάει γι’ αυτήν την ανάγκη είναι σημαντικό…
Αρουραίος
6 Οκτωβρίου, 2010 4:15 μμ
Καλά αυτό το «μαζί τα φάγαμε» γιατί μας διόρισαν, είναι η κορύφωση του πασοκικού θράσους.
Αποδεδειγμένα πλέον η Ελλάδα (ακόμη κι αν βάλουμε μέσα και το ευρύτερο δημόσιο, που δεν απογράφτηκε στην απογραφή του καλοκαιριού) δεν έχει ένα μεγάλο δημόσιο. Το δημόσιό της είναι, λίγο πάνω – λίγο κάτω, στο μέσο όρο της ΕΕ και καμία ιδιαιτερότητα δεν έχει αριθμητικά. Εκεί που έχει ιδιαιτερότητα είναι οργανωτικά και λειτουργικά.
Όμως αυτό το κομμάτι του δημοσίου, η οργάνωσή και η λειτουργία του δηλαδή, είναι ευθύνη των…κυβερνήσεων!
Η εικόνα λοιπόν που θέλουν να φτιάξουν μπάζει από παντού!
ΚΑΙ δεν διόρισαν πολλούς (τα μεγέθη δεν δείχνουν κάτι τέτοιο) ΚΑΙ όσους διόρισαν τους στοίβαξαν εν ήδη «πάρκινγκ ανέργων» αντί να τους χρησιμοποιήσουν για το κοινό καλό που υποτίθεται πρεσβεύει το δημόσιο!!
Οι ευθύνες δηλαδή των ίδιων είναι ακόμη μεγαλύτερες, σύμφωνα με τα στοιχεία!
Από εκεί και πέρα το ότι πιάνει αυτού του τύπου η προπαγάνδα δεν είναι πολύ παράξενο:
Μιλάμε για μια ιστορία που δεν ξεκίνησε χθες! Είναι μια ιστορία 20 και 30 χρόνων, κατά την διάρκεια της οποίας ο Έλληνας έχει εμπεδώσει ότι είναι λαμόγιο, ότι είναι άρπα κόλα, ότι είναι τεμπέλης, ότι είναι πονηρός, ότι δεν διορθώνεται κλπ.
Μάλιστα κατά περιόδους αυτά έχουν προβληθεί και ως τα….ιδανικά της φυλής!! («Δεν είμαστε μπουνταλάδες σαν τους Τούρκους»…..πόσες φορές το έχω ακούσει αυτό ούτε κι εγώ δεν ξέρω!!)
Και η αλήθεια είναι ότι έπεσαν λεφτά στην Ελλάδα. Και μέσα από την ΕΕ και μέσα από τις διαδικασίες της χρεομηχανής, πέρασαν λεφτά και δημιούργησαν και μία αρκετά διευρυμένη «μεσαία τάξη». Μεσαία τάξη όμως (εντός και εκτός δημοσίου) που δυστυχώς αντέγραψε τα χαρακτηριστικά της Ελληνικής αστικής τάξης: Δουλική, παρασιτική, αδιάφορη, απατεωνίστικη.
Κι αυτή αποτελεί για μένα την ΥΛΙΚΗ βάση της σημερινής προπαγάνδας, που σε συνδυασμό με ένα δημόσιο πλαδαρό και τελματωμένο φτιάχνει το σημερινό κατάντημα: Να τολμά ο Πάγκαλος να λέει αυτά που λέει χωρίς να αγχώνεται μη του φέρει κανένα καναπέ στο κεφάλι κάποιος στο δρόμο.
Όσο για το «Σεπτέμβρη», για μένα έχει περισσότερο συμβολικό παρά ουσιαστικό χαρακτήρα. Το αν θα γίνει χαμός το Σεπτέμβρη ή κάποιο Σεπτέμβρη ή κάποιο Δεκέμβρη ή κάποιο Φλεβάρη, δεν έχει και πολύ σημασία. Σημασία έχει ότι κάποια στιγμή η πίεση θα φέρει την έκρηξη και το θέμα είναι να μπορέσουμε να διαχειριστούμε/κατευθύνουμε την έκρηξη αυτή.
Κι έτσι όπως είμαστε τώρα δεν το πολυβλέπω…
Αρουραίος
6 Οκτωβρίου, 2010 4:22 μμ
Αλήθεια, θα έρθεις εδώ? 😉
http://aristerovima.gr/details.php?id=555
Jaquou
6 Οκτωβρίου, 2010 5:23 μμ
εγώ θα έρθω… εσύ θα πας;
🙂
Αρουραίος
6 Οκτωβρίου, 2010 7:02 μμ
Ε…λέω κι εγώ να περάσω, δεν συνηθίζω να ρωτάω τον κόσμο έτσι γενικά που συχνάζει… 😉
Capybara
6 Οκτωβρίου, 2010 10:03 μμ
Μάλλον θα πάω!
Αρουραίος
7 Οκτωβρίου, 2010 9:18 πμ
Τότε θα υπάρχει μια γερή αντιπροσωπεία από τους ΣΧΣ καθώς φαίνεται…
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:17 μμ
΄Ολα αυτά τα έχουμε ξαναπεί, τα λέμε και θα τα ξαναπούμε :
η κρίση
της κρίσης
την κρίση
ω κρίση…
εγώ φταίω
εσύ φταίς
αυτός φταίει…
Παρακάτω;
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:18 μμ
Καλός ο αυνανισμός , η αυτοϊκανοποίηση , κ.λπ, αλλά ως ένα όριο.
Μετά καταντάει …μαλακία
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:20 μμ
Δηλαδή, παρακάτω τι κάνουμε, πως το αντιμετωπίζουμε; Προοπτικές; Τι έχουμε να προτείνουμε;…
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:22 μμ
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:24 μμ
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:25 μμ
Aυτό που χρειαζόμαστε είναι εξέγερση στην ζωή μας, έρωτα, χρώμματα
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:25 μμ
Μακριά από το γκρίζο του μνημονίου και του καπιταλισμού
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:27 μμ
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:29 μμ
tolos
6 Οκτωβρίου, 2010 9:30 μμ
tick tock