Από την "Καθημερινή" του 1937 στην "Καθημερινή" ΑΡΣΗ του 2010

Posted on 1 Οκτωβρίου, 2010 12:07 μμ από

74


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Αυγή
Ημερομηνία δημοσίευσης: 30/09/2010

Του Novalis

Όταν η ελληνική αστική τάξη, οι πολιτικές της εκπροσωπήσεις και, φυσικά, οι οργανικοί της διανοούμενοι επιθυμούν να αποσυνδέσουν τα δεινά της παιδείας από τη συνολική χρεωκοπία των πρακτικών τους ή, ακόμα χειρότερα, να καταστήσουν τη δημόσια παιδεία αντικείμενο καταναλωτισμού, ιδιωτικής κερδοσκοπίας και συντεχνιακής σπατάλης, προσφεύγουν στη δοκιμασμένη προπαγανδιστική τεχνική: Ωμή και γλαφυρή αναγωγή της συμπτωματολογίας σε αιτιολογία και προσπάθεια μετάθεσης ευθυνών για την παιδευτικά καταστροφική και βαθειά αντιδημοκρατική διάλυση της δημόσιας παιδείας στα θύματα.

Δεκαετίες ολόκληρες κρατάει αυτό το ιδεολογικό πανηγύρι: Η εκάστοτε νεώτερη γενιά είναι πιο απαίδευτη και αδαής από την προηγούμενη, επειδή, φυσικά, τεμπελιάζει και ιδεολογικοποιεί την τεμπελιά της, αντιδρώντας σε κάθε είδους «ριζική αναμόρφωση» της εκπαίδευσης – ουδέποτε είχαν οι νέες γενιές και ο κόσμος της εκπαίδευσης «θετικές προτάσεις» σ’ αυτή τη χώρα. Μια ζωή στείρα αντίδραση απέναντι στις πανάγαθες κυρίαρχες τάξεις, οι οποίες οργάνωναν πάντα ανυστερόβουλα τον εκπαιδευτικό μηχανισμό, χωρίς να μεριμνούν για τους όρους προνομιακής αναπαραγωγής τους! Τέτοια αχαριστία!

Από αυτή την άποψη, χαρακτηριστική είναι η παρέμβαση του Κώστα Ουράνη στο περιοδικό «Νέα Εστία«, τεύχος 262, 15 Νοεμβρίου 1937, σελ. 1744, με τίτλο «Αγραμματωσύνη«. Η παρέμβαση αυτή ερχόταν να ενισχύσει αντίστοιχες του Γ. Α. Βλάχου και του συντηρητικού καθηγητή Θεολογίας Μπρατσιώτη από τις στήλες της «Καθημερινής». Παραθέτω:

«Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου κ. Μπρατσιώτης, σ’ ένα γράμμα του στην ‘Καθημερινή’, κατάγγειλε μ’ αγανάκτηση την παχυλή αγραμματωσύνη των νέων που παρουσιάζονται, με το απολυτήριο του Γυμνασίου στο χέρι, στις εισαγωγικές εξετάσεις του Πανεπιστημίου για να γίνουν γιατροί, δικηγόροι και -γιατί όχι;- φιλόλογοι. Κι ανέφερε παραδείγματα εξεταζομένων που έγραφαν ‘ύδρημα’, ‘ευτηχώ’, ‘παράδηγμα’, κι άλλων που δεν ήξεραν τι είναι ο Γκαίτε κι ο Αριστοτέλης, τι η Βερολίνειος Συνθήκη ή ποιός ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος… Τα παραδείγματα αυτά δεν με κατέπληξαν.

Δεν με κατέπληξαν γιατί είχα πρόσφατα στη μνήμη μου παραδείγματα κάποιων άλλων εισαγωγικών εξετάσεων, που δείχνουν την αγραμματωσύνη της γυμνασιακής νεολαίας μας κατά τρόπο πολύ πιο χτυπητό. […] Στις εισαγωγικές εξετάσεις που έχω υπ’ όψη μου, τέθηκαν σε κορίτσια που είχαν το απολυτήριο του Γυμνασίου ερωτήματα πολύ κοινώτερα, πολύ ευκολώτερα και το τερατώδες στην περίπτωσή τους είναι όχι ότι δεν ήξεραν να απαντήσουν, αλλά ότι απαντούσαν αδίσταχτα για να πουν πράγματα που αφήνουν κανένα εμβρόντητο.Ρώτησαν π.χ. μία πού είναι ο Όλυμπος και απάντησε ‘Στην Πελοπόννησο’. Μία πού είναι το Πήλειο και είπε ‘Στην Αττική’. Μία από τις εξεταζόμενες ήταν βέβαιη ότι ο Ξέρξης ήταν Έλληνας και μια άλλη ότι ο Επαμεινώνδας ήταν Τούρκος.

Μια ετοποθέτησε αόριστα τον Ναπολέοντα στην αρχαιότητα και μία άλλη ακριβολόγησε ότι ο Ουγκώ έζησε κατά τον δέκατο έκτο αιώνα. […] Η αγανάκτηση του καθηγητή κ. Μπρατσιώτη θα πέσει σα μια πέτρα σ’ ένα τέλμα. Θ’ ανακινήσει λίγο τα λιμνάζοντα νερά, θα κάνει ένα-δυο βατράχους να κοάσουν μια στιγμή (όπως έκανε τον αγαπητό μου κ. Γ. Βλάχο να γράψει στην ‘Καθημερινή’, κι εμένα να γράψω αυτό το χρονογράφημα) κι αυτό θα είναι όλο. Το εκπαιδευτικό μας σύστημα θα παραμένει το ίδιο, τα Γυμνάσια θα εξακολουθούν να γίνονται γιατροί, δικηγόροι, ακόμα κι άνθρωποι… των γραμμάτων, γιατί, στην Ελλάδα, τίποτα δεν εμποδίζει τίποτα. […] Ο κ. Γ. Βλάχος αναφέρει στο άρθρο του μια επιστολή καθηγητή που γράφει, ψύχραιμα, ‘παρΕτηθέντες’, ‘στΥλών’, ‘συγκεκριμένΟς’ (το επίρρημα). Τον εμπόδισε η αγραμματωσύνη αυτή να γίνει καθηγητής; Χρόνια, εξ άλλου, ο τύπος γράφει για τα ‘μεγάλα ζητήματα της χώρας’ και ζητάει ‘την άμεσον επίλυσιν αυτών’. Λύθηκε κανένα; Γιατί να λυθεί και το εκπαιδευτικό σύστημα, που είναι ένα από αυτά;«.

Έτσι βαρούσαν τα κανόνια από το 1937 (προς όφελος των σχεδιασμών της τότε εθνοσωτηρίου, ασφαλώς). Τσιμουδιά γι’ αυτό που και τότε (και περισσότερο τώρα) δεν αγνοούσε η «αντιπαραγωγική» κοινωνιολογία της εκπαίδευσης: την κοινωνική λειτουργία της εκπαίδευσης. Η εκάστοτε «εποικοδομητική» γκρίνια και φλύαρη ηθικολογία μετασχηματίζεται πάντα στις εκάστοτε «εποικοδομητικές» προτάσεις, οι οποίες με τη σειρά τους προσφέρουν χείρα βοηθείας στις εκάστοτε «εμπνευσμένες» μεταρρυθμίσεις. Και είναι, πάντοτε, βαθειά υποκριτικές: Η φαινομενική δημοκρατικότητά τους, όπως και η υποτιθέμενη «ουδετερότητα» της ιεραρχικής τυποποίησης που εισηγούνται, αποκρύπτουν τα πολλαπλά, ταξικά προσδιορισμένα δίκτυα, τα οποία συσχετίζουν την παιδεία με το ευρύτερο κοινωνικό και οικονομικό πρότυπο. Καταλήγουν, έτσι, να υπεραξιώνουν ιδεολογικά την κατά Ουράνη «αγραμματωσύνη», ώστε να μην αποκαλυφθούν τα κατά Παπανδρέου οικονομικά της παιδείας. Όλως παραδόξως (;), βεβαίως, οι ίδιοι δημοσιολόγοι που θα σπεύσουν να καταδικάσουν με ανανεωμένη ορμή την «αγραμματωσύνη» σύμπαντος του εκπαιδευτικού κόσμου εν όψει τρίμηνου μονολόγου, θα παρακάμψουν για ακόμα μια φορά τους σολοικισμούς, τους βαρβαρισμούς, τα φληναφήματα (και τις πιθανές ανορθογραφίες;;;) του μεγάλου μεταρρυθμιστή Γ.Α.Π. Αλλά, έτσι είναι η ζωή, με δυσχερείς ταξικούς συσχετισμούς…!

για την αναδημοσίευση απο το site της Αυγής

risinggalaxy

http://wp.me/pPn6Y-2EA